Μια φορά κι έναν καιρό κάποιος σου μίλησε για τον έρωτα. Τον έρωτα που καθαγιάζει, τον έρωτα που δε διστάζει, τον έρωτα που ξέρει, τον έρωτα που διαφέρει, τον έρωτα που δεν αναβάλλεται, τον έρωτα που δε διαβάλλεται. Κάποιος σου είπε για εκείνη την απόλυτη ευτυχία που κι οι κοσμογυρισμένοι παραδέχτηκαν πως δεν κρύβεται σε καμιά απόμερη ακτή, σε κανέναν αχαρτογράφητο βυθό, αλλά σε δυο μάτια. Σε δυο μάτια που σαν τα συναντήσεις θες να μείνεις να τα χαζεύεις όσο πιο πολύ μπορείς.

Οι παραμυθάδες, όμως, σου είπαν ότι αυτά τα μάτια μπορεί να γυρίσουν και να στραφούν αλλού; Σου μίλησαν για τον έρωτα που δεν είναι μοιραίος, για τον έρωτα που δεν είναι αμοιβαίος; Σου είπαν για τον έρωτα που δε χαρίζεται, για τον έρωτα που κερδίζεται ή χάνεται μέσα από κόπο; Σου είπαν για τη δύναμη της επιθυμίας και τον πόνο της αποτυχίας; Σου μίλησαν για τον αγώνα που παρατείνεται και τον εγωισμό που αφήνεται; Σου είπαν άραγε τίποτα για τα «μένω» που αξίζουν και τα «φεύγω» που ξαναγυρίζουν;

Οι έρωτες που δε χαρίζονται, διεκδικούνται. Διεκδικούνται από αυτούς που αντέχουν, από αυτούς που τολμούν, από αυτούς που ξέρουν τι θέλουν. Διεκδικείς και θες, θες και διεκδικείς. Δε σε υποχρέωσε κανένας. Αυτό θυμήσου το, για να μην ξεπέσεις ποτέ σε φτηνές δικαιολογίες ότι έπαιξαν μαζί σου.

Διεκδικείς για το καλό σου, για το καλό σας, για όλα αυτά τα ωραία που πιστεύεις πως θα συμβούν, αν οι ματιές σας συναντηθούν. Κι είσαι διατεθειμένος να κάνεις τα πάντα για να σε κοιτάξει και να δει αυτά που τώρα αγνοεί γυρνώντας απλά το κεφάλι.

Τα πάντα. Μεγάλη κουβέντα. Εξομολογητικά μηνύματα, αναπάντητες κλήσεις, καθόλου τυχαίες συναντήσεις, κουβέντες με κοινούς γνωστούς μήπως κι από κάποιο σπασμένο τηλέφωνο ακούσει κάπως κάτι, αδιαφορίες που δε σε κλονίζουν κι αντιδράσεις που δε σε σταματούν.

Μέχρι πού θα φτάσεις; Αυτό δεν το ξέρεις μέχρι να το ζήσεις. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, λένε. Και τα όρια μεγαλώνουν όσο κι η αξία αυτού που θες να κατακτήσεις. Θα σου πάρει μέρες, βδομάδες, μήνες; Θα διεκδικείς μέχρι να κερδίσεις, έτσι λες κάθε φορά στον εαυτό σου.

Κι αν δεν κερδίσεις τελικά, μέχρι πότε θα διεκδικείς; Θα πέσεις χαμηλά, αλλά ποιο είναι το πιο χαμηλά που θα φτάσεις; Άλλο προσπαθώ κι άλλο εξευτελίζομαι. Άλλο διεκδικώ κι άλλο παρακαλάω. Δεν μπορείς πάντα να δείξεις στους άλλους αυτό που δε θέλουν ή δεν μπορούν να δουν. Μένεις μέχρι το «φτάνει» και φεύγεις γιατί περισσεύεις.

Κάνεις ό,τι μπορείς, όχι ό,τι χρειάζεται. Ξεκινάς, γιατί νιώθεις πως αξίζει και σταματάς, γιατί βλέπεις πως δε γίνεται. Πραγματικά ηττημένος δεν είσαι όταν χάνεις κάποιον που δε σε ήθελε, αλλά όταν χάνεις τον εαυτό σου γι’ αυτόν τον κάποιον.

Ό,τι έγινε έγινε, κι ό,τι δεν έγινε, απλώς δεν ήταν για να γίνει. Μήπως οι παραμυθάδες σου είπαν πως οι μοίρες είναι ξεροκέφαλες και δε γυρίζουν παρά μόνο αν το θέλουν εκείνες; Σου είπαν για τα τυχαία και τα τυχερά; Σου είπαν για το «μια κακή φορά κι έναν λάθος καιρό»; Σου εξήγησαν πως στο «ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα» χωρούν περιπτώσεις ανθρώπων που την ευτυχία του «μαζί» τη βρήκαν τελικά στο χώρια;

Ρίξε τον εγωισμό σου, για να μπορέσουν να σε δουν κι ύψωσέ τον ξανά για να μπορέσεις να δεις εσύ. Μη σκύψεις το κεφάλι γυρεύοντας παραπεσμένες δεκάρες από δω κι από κει. Κράτα τα μάτια σου ψηλά και προχώρα. Κάνε χώρο στους περαστικούς, για να φύγουν και στους βιαστικούς για να προσπεράσουν. Κράτα τα μάτια σου ανοιχτά και περίμενε.

Ανάμεσα στο πλήθος, στους ανθρώπους που τρέχουν, που παραπατούν, που γονατίζουν, που τριγυρνούν χωρίς σκοπό, που κυνηγούν τα άπιαστα, θα βρεθεί εκείνο το ζευγάρι μάτια και για σένα. Και τότε θα δεις πως τα «παρακαλώ» θα ακούγονται μόνο ως ανταπόκριση στα «ευχαριστώ» σας για όσα βρήκατε ο ένας στον άλλο. Για όσα διεκδικήσατε και τώρα απολαμβάνετε.

Συντάκτης: Εβίτα Λυκούδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη