Μηνύματα που ανταλλάξαμε, μηνύματα που στείλαμε, μηνύματα που πληκτρολογήσαμε και σβήσαμε από ανασφάλεια, αμηχανία, αβεβαιότητα. Γραπτά επιφωνήματα, ξέφρενα γέλια αποτυπωμένα σε «χαχα», φλερτ στριμωγμένο σε ατάκες και διστακτικές καρδούλες, μια εικόνα που μοιραστήκαμε απ’ την καθημερινότητά μας, μια αφιέρωση ενός τραγουδιού με νόημα ξεκάθαρο ή όχι, ζωές παράλληλες που προσπάθησαν να συγχρονιστούν μέσα από ένα κινητό ή έναν υπολογιστή και δυο άνθρωποι, εγώ κι εσύ, που ήρθαμε εγκεφαλικά κοντά, αλλά σωματικά απέχουμε τόσο όσο κι όταν ήμασταν δυο ξένοι στον ίδιο πλανήτη.

Κάθε ήχος του κινητού, κάθε ειδοποίηση του υπολογιστή κι ένα σημάδι. Ότι είσαι εκεί. Ότι με σκέφτεσαι. Ότι ζεις κάτι που θες να το ζήσουμε μαζί. Κάθε μήνυμα και μια αντίδραση εγκλωβισμένη πάνω από μια οθόνη, μια αντίδραση που ό,τι κι αν σου γράψω δε θα είναι ικανό να στην περιγράψει. Εκείνα τα κοκκινισμένα μάγουλα, τα άξαφνα χοροπηδητά, τα χαζοχαρούμενα χαμόγελα, τα στραβομουτσουνιάσματα στα πειράγματά σου, τα «αχ» μετά από κάθε μήνυμά σου που με κάνει να ονειρεύομαι, να φαντάζομαι. Αυτά πώς να στα γράψω; Και πώς να τα νιώσεις;

Τα δάχτυλα πόνεσαν, κουράστηκαν, βαρέθηκαν να πληκτρολογούν και τα χαμόγελα πάνω απ’ την οθόνη τώρα επαναστατούν, τώρα αγανακτούν. Πού και πού απαντάω πιο κοφτά και στις ατάκες σου δε γελάω το ίδιο συχνά. Θέλω να σε δω, το καταλαβαίνεις; Θέλω τα δάχτυλα μου να αφήσουν τα κουμπιά και να αγγίξουν την επιφάνεια του κορμιού σου, τα μαλλιά σου, το πρόσωπό σου. Τα μάτια μου δε θέλω να κοιτούν πια γραμμές. Θέλω να κοιτούν εσένα, το στόμα σου, να δω πώς μιλάς, να ακούσω τη φωνή σου, να διαβάσω όλες τις εκφράσεις σου. Και θέλω να σου χαρίσω όλα μου τα χαμόγελα, τα χαζά χαχανητά μου, να μάθεις για τον άνθρωπο πίσω απ’ τα μηνύματα, για τον άνθρωπο που πίσω απ’ τις καλά ορθογραφημένες λέξεις κρύβει λογικές ατέλειες.

Άσε το chat κι έλα να συναντηθούμε. Έλα παραλληλίσουμε τα σώματά μας σε μια βόλτα μόνο για δύο, σε μια διαδρομή μόνο για δύο. Θέλω να σε μυρίσω, να ξυπνήσεις αισθήσεις που μέχρι τώρα αδρανούν. Θέλω στο μυαλό μου να αποτυπωθούν πολλά περισσότερα από σειρές γραμμάτων. Ένα ατσούμπαλο άγγιγμα, ένα σκούντημα, η γεύση από ένα πρώτο τρεμάμενο ή όλο λαχτάρα φιλί. Θέλω να μπορέσω να σε χαζεύω όταν εσύ θα κοιτάς αλλού και να νιώσω τα μάτια σου να πλανιούνται πάνω μου, όταν εγώ απλά θα παραληρώ προσπαθώντας να σου πω όσο πιο πολλά μπορώ.

Έλα να πιούμε έναν καφέ. Να μάθω πώς τον πίνεις, να χαζέψουμε τη θάλασσα ή την πόλη, να σχολιάσουμε τους περαστικούς και να μας σχολιάσουν κι εκείνοι. Να πουν για τον αμήχανο ερωτισμό μας, για τον ξέφρενο ενθουσιασμό μας, για τα βλέμματά μας που όποτε συναντιούνται σαστίζουν και γυρνούν απότομα αλλού ή σκαλώνουν και δεν μπορούν να πάνε πουθενά.

Λες να καταλάβουν ότι μόλις έχουμε γνωριστεί; Λες να καταλάβουν ότι νιώθω σαν να σε ξέρω χρόνια; Λες να μαντέψουν ότι με μηνύματα γεφυρώσαμε δυο μεγάλες αποστάσεις κι ότι τώρα για πρώτη φορά πατάμε στη γέφυρα αυτή; Τη χτίσαμε άραγε με αλήθειες ή προτιμήσαμε ψέματα κολακείας; Σου έδειξα αυτό που είμαι ή αυτό που θα σου άρεσε να είμαι; Κι εσύ διάβασες πιστά τα μηνύματά μου ή τους έδωσες την ερμηνεία που ήθελες ή που μπόρεσες;

Αυτό δε νομίζω πως θα το καταλάβει ο κόσμος. Αυτό θα το ξέρουμε μόνο εγώ κι εσύ ίσως απ’ την πρώτη επαφή, ίσως μετά από λίγη ώρα, ίσως όταν πάμε σπίτι και με ησυχία κάνουμε μια ανασκόπηση της πρώτης μας συνάντησης. Μου άρεσες; Σου άρεσα; Ήμασταν αυτό που τα μηνύματα μας έκαναν να προσδοκούμε; Μήπως ήμασταν κάτι άλλο τελικά; Μήπως κι αυτό το άλλο όμως ήταν γοητευτικό; Θα είσαι και θα είμαι το κάτι άλλο ή θα είμαστε για κάτι άλλο;

Κι όπως έχω ξαπλώσει με τα ρούχα και μια αλλόκοτη αίσθηση από όσα πέρασα μαζί σου,  έρχεται άλλη μια ειδοποίηση. Άλλο ένα μήνυμα. «Θέλω να ξαναπάμε βόλτα.», διαβάζω. «Κι εγώ.», απαντάω. Με τόσο λίγες λέξεις πλέον τα έχουμε γράψει όλα…

Συντάκτης: Εβίτα Λυκούδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη