Καρδιές απομονωμένες πίσω από αυτοσχέδιους τοίχους. Καρδιές κλειδωμένες μέσα σε ασφυκτικές μοναξιές. Θέλουν να αγαπήσουν κaι, αχ, πόσο θέλουν να αγαπηθούν! Μένουν όμως εκεί, συμβιβασμένες με το πεπρωμένο τους, πως, τάχα, γεννήθηκαν μόνο για να δώσουν αγάπη κι όχι για να λάβουν. Πείστηκαν; Τις έπεισαν; Ίσως και τα δύο, ίσως και τίποτα. Απλώς δείλιασαν γιατί κάποιος, κάπου, κάποτε σε αυτόν τον όχι και τόσο ιδανικά πλασμένο κόσμο εκμεταλλεύτηκε τις αδυναμίες τους και τις άφησε να μαζεύουν ύστερα τα λιγοστά και τόσο ξεφτισμένα πια κομμάτια τους.

Φταίνε; Φταίνε γιατί δε στάθηκαν με εγωισμό μπροστά στο παραλήρημα του έρωτα; Είναι ο έρωτας για εγωισμούς; Φταίνε γιατί αποκαλύφθηκαν σε εκείνο το ζευγάρι μάτια που φάνηκε να τους ανοίγει τον κόσμο όλο; Τι έκαναν αυτές οι καρδιές; Απλώς χτύπησαν λίγο πιο γρήγορα, απλώς σκίρτησαν κι όχι συνειδητά ομολόγησαν τις πιο γκρίζες πλευρές τους. Απλώς αναθάρρησαν κάποτε γιατί νόμιζαν πως έφτασε και γι’ αυτές η ώρα της κάθαρσης, η ώρα που όλα πρέπει να ειπωθούν για να εξευγενιστούν. Και τα είπαν. Γιατί ήθελαν να τα πουν ή γιατί ήθελαν να ακουστούν. Γιατί είχαν ανάγκη να τα ξορκίσουν ή γιατί ήθελαν τα αποδεχτούν επιτέλους.

Κι οι άλλοι; Οι άνθρωποι που στάθηκαν απέναντι σε αυτές τις ειλικρινείς καρδιές τι έκαναν; Εκμεταλλεύτηκαν; Χρησιμοποίησαν; Έγιναν μάρτυρες προσωπικών μυστικών στιγμών και τις έπαιξαν προς όφελός τους σε ένα τοκογλυφικό παιχνίδι συμφερόντων; Δεν τους άγγιξε ποτέ τίποτα στ’ αλήθεια; Ή μήπως φοβήθηκαν αυτό που διστακτικά φάνηκε να χαϊδεύει γλυκά τις ευαισθησίες τους; Μήπως ντράπηκαν να συμμετέχουν στο παιχνίδι παραδοχής αδυναμιών, γιατί δεν πίστευαν πως έχουν αδυναμίες; Ή μήπως ντράπηκαν κι οι ίδιες τους αδυναμίες να αποκαλυφθούν;

Δεν είναι δυνατός όποιος εκμεταλλεύεται αδυναμίες. Δυνατός είναι εκείνος που τις σέβεται και τις θαυμάζει. Που τις κατανοεί και τις αγκαλιάζει. Τι νόημα έχει να σ’ αγαπούν χειραγωγημένα; Δεν αξίζουν αγάπες από καρδιές που εξαπατήθηκαν. Δεν αξίζουν αγάπες από καρδιές που φοβήθηκαν. Άλλωστε στον έρωτα δεν έχει σημασία πόση δύναμη, πόση κυριαρχία διατηρείς, αλλά πόση δύναμη, πόση κυριαρχία παραχωρείς. Πόση προσωπική δύναμη δε χρειάζεσαι, γιατί απλά ο έρωτας είναι από μόνος του η πιο ζωογόνα δύναμη κι η πιο γλυκιά αδυναμία μαζί.

Για σκέψου, πόσο στ’ αλήθεια δυνατός είναι εκείνος που ερωτεύεται. Εκείνος που τολμά να νιώσει και να δώσει, να δεθεί και να γδυθεί, να αποδεχθεί και να παραδεχθεί. Για σκέψου πόσο στ’ αλήθεια μεγαλόψυχος είναι όποιος επενδύει το λίγο του ή το πολύ του, το όσο έχει τέλος πάντων, με τόση καλοσύνη και πίστη στα χέρια ενός άλλου ανθρώπου, σχεδόν ξένου αλλά και συνάμα τόσο γνώριμα πλασμένου.

Για σκέψου πόσο αξίζει να αγαπηθεί ένας άνθρωπος που εξιλεώνει τις αμαρτίες του για να βρει ο άλλος την ψυχή του όσο πιο καθαρή κι ατόφια γίνεται, μήπως και ξεχωρίσει μέσα στα σκοτάδια του το χρυσάφι της καρδιάς του. Δεν έχει σημασία πόσες φορές είχε πληγωθεί. Μαζί σου ρίσκαρε άλλη μία. Δεν έχει σημασία πόσες φορές στη μοιρασιά του έρωτα είχε βγει χαμένος. Μαζί σου ρίσκαρε άλλη μία. Δεν έχει σημασία πού βρήκε τη δύναμη και πάλι να ανοιχτεί. Μαζί σου άξιζε μία κι άλλη μία.

Άλλα όχι εκμετάλλευση. Αυτό δεν αξίζει σε κανέναν που απλώς ερωτεύτηκε. Θες να φύγεις; Φοβάσαι; Διαφωνείς; Μετανιώνεις; Αδιαφορείς; Όλα είναι δικαιώματα σου κι όλα επιλογή σου. Όχι, όμως, να αναζητάς τα εύσημα εκεί που για κάποιον εκούσιο ή ακούσιο λόγο η ψυχή κάποιου σκούριασε με τον καιρό.

Φύγε. Μείνε με το φόβο. Έκφρασε τη διαφωνία σου. Μετάνιωσε. Αδιαφόρησε. Πάρε τους λόγους σου κι αποχώρησε. Πες και ψέματα πως τάχα είσαι δυνατός κι αποφασισμένος κι άσε το μέσα σου να ξέρει πόσο δείλιασε όταν ένιωσε την ανάγκη να ερωτευτεί. Δεν αποχωρείς γιατί έχεις τη δύναμη να φύγεις. Φεύγεις γιατί δεν έχεις τη δύναμη να μείνεις. Και σε όσα μέρη κι αν σε πάει η φυγή σου, ξέρεις πολύ καλά πως ποτέ δε θα σε φτάσει στα μέρη που θα μπορούσε να σε πάει ο έρωτας. Ο έρωτας και μόνο αυτός.

Συντάκτης: Εβίτα Λυκούδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη