Είμαι μακριά σου. Έχω πολύ καιρό να σε δω, μήνες ολόκληρους. Στην αρχή το πάλευα, τώρα τελευταία όμως έχει αρχίσει η απουσία σου να τριβελίζει το μυαλό μου κι ενώ θέλω να σου στείλω ένα απλό και περιεκτικό «μου λείπεις», συγκρατούμαι και παραμένω απόμακρη και σιωπηλή. Και τι δε θα ‘δινα να σε έβλεπα μία στιγμή να μου γελάς.

Ένα χαμόγελό σου είναι αρκετό για να γεμίσεις τη μέρα και τη νύχτα μου. Να ξέρω ότι είσαι καλά κι ότι υπάρχουν άνθρωποι και καταστάσεις που σε κάνουν χαρούμενο. Ζηλεύω. Ζηλεύω όσους σε βλέπουν καθημερινά, ζηλεύω όσους βλέπουν το χαμόγελό σου, ζηλεύω όσους χαίρονται την παρουσία σου.

Θα μου πεις άτιμη και ζόρικη η ζήλια. Τρώει το μέσα σου, εξαπατά την καλοπροαίρετη σκέψη σου, δημιουργεί υπόνοιες, αμφιβολίες, απόσταση. Σε κάνει μικρό και λίγο μπροστά στα θεόρατα συναισθήματά σου, σε ξεγυμνώνει κι εκθέτει το αρχέγονο ένστικτο της κτητικότητας. Μην κοιτάζεις αυτό που γίνομαι όταν ζηλεύω, αλλά να βλέπεις πίσω απ’ τη μάσκα μου.

Ανακάτεψε λίγο τους φόβους μου κι ανέσυρε το λόγο που με ωθεί να ζηλεύω. Ο έρωτας, μάτια μου, είναι. Εκείνος με κάνει μια τρελή κι αλλοπαρμένη. Ζηλεύω όσους έχουν τη δυνατότητα να αναπνέουν τον ίδιο αέρα με σένα, όσους μπορούν να ανταλλάξουν δυο κουβέντες μαζί σου.

Εκείνους που έχουν την ευχέρεια να σ’ αγγίξουν, που μπορούν να σ’ αγκαλιάσουν όταν δεν είσαι καλά, να σε χτυπήσουν στον ώμο. Εκείνους που μυρίζουν το άρωμά σου, που γελάνε με τα αστεία σου, που απλώς μπορούν όταν θέλουν να σου μιλήσουν. Τρελαίνομαι με δαύτους που έχουν τη δυνατότητα να σε χαζεύουν. Τους ζηλεύω. Όλους.

Ζηλεύω τον ήχο του γέλιου σου, τα υγρά σου μάτια και το χαμόγελο που ζωγραφίζεται στο πρόσωπό σου. Ζηλεύω που δεν είμαι εγώ απέναντί σου να κλέβω λίγο απ’ το φως σου. Ξέρεις τι είναι για τον ερωτευμένο να μην μπορεί να αντικρίσει τον άνθρωπό του; Ξέρεις, το έχεις ζήσει σίγουρα κι εσύ.

Αυτή η απόσταση, γαμώτο, αυτή που παγώνει στιγμές, χάνει σφιχτές αγκαλιές και μετρά το χρόνο λεπτό προς λεπτό με μια ανυπομονησία και μια αβεβαιότητα για το αύριο. Μακάρι να μπορούσα να την εκμηδενίσω και να βρισκόμουν λίγο κοντά σου. Να χαιρόμουν το γέλιο σου και να μοιραζόμουν μαζί σου μία στιγμή ευτυχίας σου, ψυχή μου.

Είναι όμορφο να στηρίζεις τους αγαπημένους σου σε δύσκολες στιγμές τους, είναι όμως υπέροχα ουσιαστικό να θέλεις να βλέπεις τον άνθρωπό σου χαρούμενο κι ευτυχισμένο. Η υπέρτατη στιγμή αγάπης είναι να θέλεις να τον βλέπεις να γελά. Να γελά χωρίς αύριο, να γελά με την ψυχή του, να εκφράζει έντονα την προσωπικότητά του και να φωτίζει τον κόσμο γύρω του.

Απλώς, ο έρωτας δεν είναι ανιδιοτελής. Είναι δύστροπος και κτητικός, απόλυτος κι ολοκληρωτικός. Πώς ν’ αντέξει χωρίς να ζει την έμπνευσή του; Πώς να μην παλεύω να μοιράζομαι μαζί σου στιγμές που χάνεις το μέτρο, λύνεται το σώμα σου κι η κάθε πτυχή του μοιάζει πιο ζωντανή από ποτέ;

Πώς να χάσω τις στιγμές που χαμογελάς; Πώς να μη ζηλεύω όσους σε βλέπουν να γελάς; Αυτό το χαμόγελο ερωτεύτηκα, αυτόν τον ήχο λάτρεψα κι όλες τις στιγμές ευφορίας σου, μαζί μου θέλω να τις μοιράζεσαι.

Όταν εσύ είσαι ευτυχισμένος, είμαι κι εγώ. Μπορεί έναν άνθρωπο να τον μαθαίνεις στα δύσκολα, αλλά στα εύκολα, στα χαρούμενα κι ανέμελα τον αναγνωρίζεις. Και σε σένα αναγνώρισα το φως. Το δικό μου φως. Και για να επανέλθω στη ζήλια, όσα χαμόγελα κι αν μοιράζεσαι με άλλους, να κρατάς πάντα το καλύτερο για μένα. Για όλα εκείνα τα γέλια σου που έχασα.

Για όλα εκείνα που εύχομαι να ζήσω μαζί σου.

Συντάκτης: Αναστασία Νάννου