Οι μεγάλες αγάπες δεν έχουν όλες αίσιο τέλος. Μετά το happily ever after -και με αυτό δεν εννοούμε απαραίτητα το γάμο- χρειάζονται κι άλλα για να παραμείνουν τα μέλη της σχέσης happy και να μην αρχίσουν τα χάπια. Φροντίδα και συνεχές νοιάξιμο, να μη δημιουργηθεί κάποια ρωγμή, να μην ανοίξει κάποια χαραμάδα και τρυπώσουν μέσα η ανία, η ρουτίνα η πεζή καθημερινότητα. Διότι αν τρυπώσουν, κυριαρχούν και με ύπουλο τρόπο ροκανίζουν σαν σκόρος, τη σχέση.

Η σχέση για να έχει διάρκεια απαιτεί συνεχή δουλειά κι εγρήγορση. Όταν εφησυχαζόμαστε, θεωρούμε δεδομένο ο ένας τον άλλο, σιγουράκι την αγάπη μας και σταματάμε πάσης φύσεως διεκδίκηση, ξεκινά η αρχή του τέλους. Δένουμε το γάιδαρό μας που λέει κι ο απλός λαός και το ζωντανό κοντεύει να πεθάνει από βαρεμάρα. Θα μου πεις γιατί δε σηκώνεται να φύγει. Δεν είναι εύκολο. Υπάρχουν μνήμες, υπάρχει αγάπη. Άπαξ κι αγαπήσει ο άνθρωπος, δε γίνεται να ξεαγαπήσει, αλλά αν φύγει ο έρωτας, η σχέση μπαίνει σε βαθύ κώμα κι είναι δύσκολη η απόφαση να τραβήξει ο ένας απ’ τους δύο την πρίζα απ’ το μηχάνημα υποστήριξης. Ακόμη κι αν δεν το πούμε ανοιχτά όμως, ακόμη κι αν δε θέλουμε να το παραδεχτούμε ούτε στον ίδιο μας τον εαυτό, η πορεία είναι προκαθορισμένη.

Αφήνουμε τον χρόνο να κάνει τη δουλειά του, να πιέσει αυτός να παρθούν οι αποφάσεις που είμαστε δειλοί να πάρουμε μόνοι μας. Ο καθένας προτιμάει να πάρει την απόφαση ο άλλος. Θέλει κότσια να πάρει ένας απ’ τους δύο την ευθύνη για να ρίξει τους τίτλους τέλους σε μια σοβαρή σχέση, σε μια μεγάλη αγάπη. Ακόμη κι αν πλέον, απλά συνυπάρχουμε, ακόμη κι αν οι κάποτε «ένα», μπορούμε πια να ζήσουμε χωριστά κι ήδη κάνει ο καθένας όλο και περισσότερα πράγματα για την πάρτη του, προτιμάμε να απομακρύνουμε με τη συμπεριφορά μας ο ένας τον άλλο μέχρι να τον φτάσει στο αμήν να πει εκείνος τη λέξη «χωρίζουμε».

Πώς φτάνει κανείς σε αυτό το σημείο; Πότε η αγάπη δεν είναι αρκετή για να αποτρέψει ένα χωρισμό που είναι πια ορατός στον ορίζοντα; Όταν αφήσαμε την προσπάθεια να αρέσει ο ένας στον άλλο, όπως στην αρχή της σχέσης. Όταν σταματήσαμε το ενδιαφέρον ο ένας για την καθημερινότητα του άλλου. Όταν αρχίσαμε να κουβαλούμε μαζί μας τα προβλήματα απ’ τη δουλειά.

Όταν στην τότε διαφωνία, κλειστήκαμε ο καθένας στον εαυτό του αντί να καθίσουμε να τη συζητήσουμε και να τη λύσουμε. Όπως και τότε που κουκουλώσαμε το μικρό προβληματάκι, το χώσαμε κάτω απ’ το χαλί να μη το βλέπουμε και πιστέψαμε ότι ξεμπερδέψαμε. Προσωρινά ξεχάστηκε, αλλά με την πάροδο του χρόνου, αυτή η μέθοδος, να μη λύνουμε διαφωνίες και προβλήματα, γύρισε μπούμερανγκ.

Τα προβλήματα από μικρά γίνανε μεγάλα κι άρχισαν να ξεχειλίζουν, βγήκαν στην επιφάνεια και τα ξεχασμένα μαζί με τα καινούρια σχημάτισαν βουνό. Κι αν κάποτε ήταν λοφάκι και θα ήταν εφικτό να το ανέβουμε και να καρφώσουμε το σημαιάκι του «τα καταφέραμε» πάνω του, τώρα ολόκληρο βουνό ποιος να το καταφέρει; Δεν υπάρχει καν η διάθεση για τόση προσπάθεια.

Απλά περιμένουμε να ανακοινώσει ένας απ’ τους δύο το τέλος, ωθώντας τον προς τα εκεί με την αδιαφορία και την όλη συμπεριφορά μας. Η ενασχόληση με τα social media δε, βοηθάει στην αποξένωση που συντελείται ανάμεσά μας.  Γνωριμίες που δημιουργήθηκαν από facebook επαφές, κάποια dm που έδωσαν και πήραν στο twitter, σημασία και χρόνο που αρχίσαμε να αφιερώνουμε σε ξένους ανθρώπους.

Ό,τι μπορέσαμε να κάνουμε για να απομακρύνουμε ο ένας τον άλλο, το κάναμε, το πετύχαμε και τώρα όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη Ρώμη κι είναι “one way ticket”, που λέει και το τραγούδι. Λυπηρό, αλλά κάθε τέλος είναι μια νέα αρχή, κι ας μείνουμε σε αυτό.

 

Συντάκτης: Έφη Φωτεινού
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη