Η φυλακή μέσα σου και κυρίως η φυλακή στην οποία εσύ υποβάλλεις τον εαυτό σου, αυτή είναι κι η πιο ασφυκτική τιμωρία που σου θέτεις πριν καν το καταλάβεις καλά-καλά. Παλεύεις μέσα σου, μα συχνά βρίσκεις τον εχθρό στο πρόσωπο του εαυτού σου, ανίκανος να πάρεις τις αποφάσεις εκείνες που καιρό γυροφέρνουν τις σκέψεις σου.

Είμαστε, λένε, οι επιλογές μας. Μα είσαι, τελικά, στ’ αλήθεια ελεύθερος να επιλέγεις αυτό που βρίσκει συμβατό δότη το μυαλό με την καρδιά σου; Στερεότυπα, τυπικές αποκλίσεις που δε δικαιούσαι τελικά να λάβεις, εμπόδια για χάρη μιας φιλίας, μιας συγγένειας. Μα τελικά όλα συνθέτουν μια εικόνα σου που κλειδώνεται, μια εικόνα σου καταπιεσμένη και στην τελική χειραγωγούμενη από ένα σωρό άλλους εξωγενείς παράγοντες εκτός απ’ τη βούλησή σου την ίδια.

Υποχρεώνεις εσύ ο ίδιος τον εαυτό σου να ανέχεται, να συμβιβάζεται, σε πείθεις πως μπορείς να αναστέλλεις το θυμό και την οργή σου, ενώ στην πραγματικότητα δεν μπορείς και δεν μπορούσες ποτέ. Η ιδιοσυγκρασία σου έχει όρια κι ας μην το λάμβανες τόσο καιρό υπόψιν. Θες να είσαι καλός μα ξέχασες πως η καλοσύνη εκλαμβάνεται ως αδυναμία. Θες να υποχωρείς μα είναι εμφανές μπροστά στα μάτια σου πως η ανοχή σου είναι αφορμή για χειρότερες συμπεριφορές εις βάρος σου.  Στο όνομα ενός ανομολόγητου φόβου για μοναξιά, χάρη ενός ρίσκου που δεν τόλμησες ποτέ να λάβεις, χάνεις εσένα όλο και πιο πολύ. Κι έτσι πάλι ξεχνάς πως χωρίς να είσαι πραγματικά εσύ, είσαι αχρείαστος ακόμα και για τον εαυτό σου.

Αν δεν είσαι καλά , κανείς δε φταίει. Φταις όμως που παραμένεις σε κάτι για ‘σένα τοξικό. Να μείνεις μόνος σου προκειμένου να δεις τη σκέψη σου να καίει από προβληματισμό. Να μείνεις μόνος σου για να φτάσεις στα όρια της αλήθειας και της αντοχής σου και να θέσεις εκείνα τα πολύτιμα κριτήρια για το ποιους δέχεσαι και ποιους όχι. Να μάθεις, λοιπόν, να διώχνεις. Χωρίς θυμό, χωρίς φωνές, χωρίς τσακωμούς. Άπαξ κι αποφασίσεις πως δεν πληρούν τα κριτήριά σου, δεν υπάρχει και κανένας λόγος για να δουν οποιαδήποτε τσαλακωμένη σου πτυχή.

Να φεύγεις και να διώχνεις όποιον μειώνει συνειδητά την υπόστασή σου, όποιον λειτουργεί κακοπροαίρετα, μακριά από όποιον βρίσκει τη χαρά σου αφορμή για φθόνο. Να σε διαλύσουν θέλουν και στηρίζονται στην ουδετερότητα και την αδράνειά σου. Μα η μεγαλύτερη δράση είναι η αθόρυβη.

Να φεύγεις, λοιπόν, σιωπηρά για να κυνηγήσεις το ίδιο αθόρυβα όσα εσύ οριοθέτησες πως αξίζεις. Μην ντρέπεσαι να αλλάξεις παρέες, οι άνθρωποι αλλάζουν κι όσο ζεις, τους γνωρίζεις ακόμα. Διώξε ανθρώπους που σε κάνουν να αισθάνεσαι άβολα, με τους οποίους το να είσαι ο εαυτός σου έχει πάντα αυστηρό τίμημα.

Μια θεωρία λέει πως ο άνθρωπος αποδέχεται τον άλλο μέχρι εκεί που δεν τον ξεπερνά. Να σε κατασπαράξουν θέλανε εξ αρχής κι ας το συνειδητοποιήσαν αργότερα. Σου αξίζει, μάτια μου, να απλώνεις κάθε έκφανση του εαυτού σου αβίαστα, αποφασιστικά, συνειδητά.

Γι’ αυτό να τους διώχνεις. Ό,τι δε σε κάνει να χαμογελάς με τα πιο απλά, να το στέλνεις σε δρόμους μακρινούς απ’ τους δικούς σου. Ό,τι σε μειώνει, ό.τι σε ειρωνεύεται, ό,τι απειλεί τη γαλήνη σου, δεν είναι για σένα. Άρχισε να γίνεσαι όντως οι επιλογές σου, μπας και διεκδικήσεις τη ζωή που σου αξίζει. Ούτε βήμα πίσω ούτε ίχνος συμβιβασμού για όσους δεν έχουν κερδίσει μερίδιο στα όνειρά σου!

Συντάκτης: Ήβη Παπαϊωάννου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη