Υπάρχουν κι οι στιγμές στη ζωή μας που μας παίρνει από κάτω. Νιώθουμε μία ανεξήγητη ανικανότητα, μια ματαιότητα. Αναρωτιόμαστε για τι και για ποιον αγωνιζόμαστε. Τα παρατάμε κάποιες φορές. Θέμα ανασφάλειας; Μάλλον κάτι τέτοιο πρέπει να ‘ναι.

Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μας τρομάζει και να μας φοβίζει το γεγονός ότι μερικές φορές βγάζουμε μια ανασφάλεια. Όσο δυναμικός κι αν είναι κάποιος, όσο συνειδητοποιημένος και σταθερός, δεν μπορεί να το αποφύγει. Έστω και στο ελάχιστο. Είναι η φθορά μέσα στον χρόνο που την προκαλεί. Τα πράγματα που συνεχώς μεταβάλλονται και μια πιθανή αβεβαιότητα.

Το θέμα είναι να καταφέρνουμε να το ελέγχουμε όλο αυτό και να βγαίνουμε νικητές. Η μοναξιά δε βοηθάει και πολύ. Η πολλή σκέψη καίει το μυαλό. Φάσκουμε κι αντιφάσκουμε. Δεν αποφασίζουμε εύκολα. Παλεύουμε με τον εαυτό μας, τον ανταγωνιζόμαστε. Κι όταν φτάσει η στιγμή που κλεινόμαστε στο καβούκι της ανασφάλειας χρειάζεται δύναμη ψυχής.

Το σκηνικό όμως αλλάζει ολοκληρωτικά όταν γύρω απ’ αυτό το καβούκι με μας μέσα βρίσκονται άνθρωποι. Φίλοι, οικογένεια, αγαπημένα πρόσωπα. Άτομα που νοιάζονται για μας. Άτομα που θέλουν να μας ξαναδούν στο πεδίο της μάχης με θέληση, αποφασιστικότητα, δυναμισμό.

Ίσως να μην μπορούν, να μην έχουν τη δυνατότητα να μας γιατρέψουν όμως σίγουρα μας κάνουν να νιώθουμε ασφάλεια. Γιατί είναι εκεί, δεν είμαστε μόνοι. Θα μας ρωτήσουν, θα ενδιαφερθούν, θα προσπαθήσουν. Κι εμείς κλεισμένοι στη μοναξιά θα νιώσουμε τη ζεστασιά, θα διακρίνουμε την ελπίδα. Θα αισθανθούμε την αγάπη.

Άλλοτε όμως αυτό δεν αρκεί. Αδιαμφισβήτητα, είναι σπουδαίο κι είναι τυχερός όποιος καταφέρνει να κρατά ανθρώπους γύρω του. Δεν είναι όμως ολοκληρωτικό. Όταν ο ήλιος πέφτει, όταν σβήνουν τα φώτα, ξαναβρισκόμαστε μόνοι μας κι επιστρέφουμε στο καβούκι μας. Κι επιστρέφουν όλα, έστω και για λίγο. Κουλουριαζόμαστε και κλείνουμε τα μάτια.

Τότε μονάχα ένας μπορεί να είναι εκεί. Ο άνθρωπός μας. Αυτός που θα μας ξεκλειδώσει, που δε θα μας αφήσει να αμφιβάλλουμε ούτε για μια στιγμούλα. Θα ’ρθει με το φανάρι του, θα ανοίξει το καβούκι και θα μας πείσει να πάμε μια βόλτα.

Θα μας ακούσει. Δε θα κρίνει, δε θα σχολιάζει. Μονάχα θα ακούει. Θα μας χαμογελά. Θα μας αγκαλιάζει. Μέχρι να ρίξουμε κι εμείς το πρώτο χαμόγελο, μέχρι να βάλουμε δυνατά τα γέλια. Κι όταν ρωτήσουμε σε κάποια ανύποπτη στιγμή καθώς περπατάμε «Γιατί είσαι εδώ;», θα μας απαντήσει: «Γιατί είσαι κι εσύ.»

Τελείωσε, μας έχει ξεκλειδώσει. Έχει πιστέψει σε μας και μας έκανε και μας να πιστέψουμε. Δε χρειαζόμαστε πια κανένα καβούκι. Ξέρουμε για τι αγωνιζόμαστε. Αγωνιζόμαστε για το «εμείς». Γιατί σ’ αυτήν τη ζωή, μάλλον αυτό έχει σημασία και τίποτα άλλο.

Καμιά δόξα, καμιά επιτυχία δεν έχει τη δύναμη της αγκαλιάς. Διότι, είπαμε, όταν τα φώτα κλείνουν, όταν κλείνει η πόρτα πίσω μας είμαστε και πάλι μόνοι. Αυτή είναι κι η σφαίρα της ανασφάλειας και της αβεβαιότητας.

Έχοντας κάποιον άνθρωπο δίπλα μας έχουμε έναν συνεπιβάτη, συνοδοιπόρο, συναγωνιστή, σύντροφο. Μας ακολουθεί και μας εμψυχώνει. Δίνει κίνηση στις τροχαλίες. Μαζί πατάμε γκάζι και δε φοβόμαστε πια. Μαζί θα κατακτήσουμε και μαζί θα κερδίσουμε αυτόν τον κόσμο.

Πολλοί θα τρέξουν να διαφωνήσουν. Να πουν πως δεν έχουμε ανάγκη κανέναν. Δεν πρέπει να κυνηγάμε κανέναν να μας επιβεβαιώνει. Χρειάζεται να παλεύουμε αυτόνομα.  Να μας αγαπάμε και να μας πιστεύουμε.

Όντως ισχύει. Μα θα δεις. Πρέπει να αγαπήσεις πρώτα εσένα για να πάρεις το μαζί και να το απογειώσεις. Και τότε το μαζί θα είναι σίγουρα καλύτερο. Πιο αποδοτικό, πιο ζεστό, πιο ασφαλές, πιο δυνατό. Δίνει κίνητρο. Είναι αυτό που λέμε «Σ’ αγαπώ γι’ αυτά που αισθάνομαι πλάι σου».

Το μαζί υπάρχει για όλους. Φτάνει να είμαστε έτοιμοι να το δεχτούμε, να το αναγνωρίσουμε. Να δώσουμε ευκαιρίες. Στο τέλος της διαδρομής δεν έχει καμιά σημασία η λάμψη, η αίγλη, η εμφάνιση. Η ουσία βρίσκεται στην ίδια πάλι και πάλι απάντηση.

-«Γιατί είσαι εδώ;»

– «Γιατί είσαι κι εσύ».

Συντάκτης: Παύλος Πήττας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη