Κάποτε με ενοχλούσε όλο αυτό το σούσουρο που γίνεται για του Αγίου Βαλεντίνου. Σχεδόν αηδίαζα στην ιδέα και μόνο. Καρδούλες, κάρτες, μπαλόνια, λουλούδια. Όπα, μπάστα. Τι είναι αυτά. Κι όποιος τόλμαγε να με ρωτήσει αν γιορτάζω το μόνο που ήθελα είναι να πάρω ένα τσεκούρι και ν’ αρχίσω να τον κυνηγάω.

Σήμερα, όμως, με το πέρασμα των χρόνων έχω αλλάξει θεωρία. Δε με ενοχλεί πια. Δεν έχει να κάνει με την ηλικία αυτό. Βιωματικό είναι. Με τις εμπειρίες έχει σχέση. Με το τι έζησες και πώς. Και στην τελική με το πόσο έχεις νιώσει στο πετσί σου αυτό που ονομάζουμε καψούρα.

Ένας καψούρης είμαι κι εγώ. Κι έχω το δικαίωμα να το γιορτάζω μια φορά τον χρόνο επίσημα. Αμάν πια. Έχουμε ζήσει τόσα πολλά μαζί που αναρωτιέμαι κι εγώ αν όντως συνέβησαν. Κι αν δεν τα ζούσαμε μαζί, τα περνούσαμε ο ένας για τον άλλο. Απ’ την αρχή μέχρι το τέλος. Απ’ τον πάτο μέχρι την κορυφή.

Πάλεψα για να σε κερδίσω. Επέμεινα πολύ. Μέχρι που έγινα κι ενοχλητικός κάποιες φορές. Αλλά δεν μπορούσα να κρατηθώ. Τρέλανα όλους μου τους φίλους. Μίλαγα συνεχώς για σένα. Έψαχνα αφορμές να σε δω, να σου μιλήσω, να σ’ ακούσω. Έχω φερθεί γελοία για να σε εντυπωσιάσω, για να κλέψω λίγη σημασία. Για να γίνω αρεστός. Θεέ μου, τι σου ’λεγα τότε αλήθεια;

Έχω πονέσει για σένα, έχω κλάψει για σένα, έχω μεθύσει για σένα. Έχω γίνει κομμάτια. Σου έχω στείλει μηνύματα τα οποία αποκάλεσες μεθυσμένα. Σ’ αυτά κρυβόταν η αλήθεια μου. Σε έχω πάρει τηλέφωνο ξημερώματα για να ακούσω τη φωνή σου, να πάρω μια στάλα απ’ το είναι σου. Υπήρξα σε παρέα κατσουφιασμένος να σε σκέφτομαι.

Μέχρι που ήρθε η αποδοχή και το πρώτο φιλί. Ακόμη θυμάμαι πώς έλαμπαν τα ματιά σου όταν τα χείλη μου πλησίαζαν τα δικά σου. Αισθάνομαι ακόμη τη σφιχτή αγκαλιά που μου έκανες μετά. Σαν να γαντζώθηκες πάνω μου. Με κρατούσες σφιχτά να μη φύγω. Πώς να ’φευγα; Τρελός ήμουν;

Κάπως έτσι μπήκες στη ζωή μου για τα καλά. Έγινες προτεραιότητα κι η καθημερινότητα που πάντα αποζητούσα. Έφερες τα πάνω κάτω. Μου έβγαλες έναν εαυτό αλλιώτικο που ποτέ δε φαντάστηκα ότι υπήρχε. Έναν εαυτό καθημερινά ερωτευμένο. Μεγάλη υπόθεση.

Δε θα ξεχάσω ποτέ τη βραδιά που έγινες δική μου. Πραγματικά δική μου. Είδα τον έρωτα στα μάτια σου και τον ένιωσα στο σώμα σου. Ήμουν εκεί για σένα κι εσύ ήσουν εκεί για μένα και τίποτ’ άλλο δεν είχε σημασία. Έκτοτε έχουμε βρεθεί σε ερημικές παραλίες, έχουμε στριμωχτεί σε αμάξια, έχουμε ζητήσει άσυλο. Πάντοτε όμως με την ίδια γεύση της πρώτης φοράς.

Έχω ταξιδέψει να σε βρω, έχω περάσει ώρες σε αίθουσες αναμονής. Μαζί νικήσαμε την απόσταση όταν χρειάστηκε. Μάθαμε να ζούμε στο μυαλό ο ένας του άλλου. Να μας χωρίζει μία οθόνη στον υπολογιστή. Κι όσο κι αν πονούσε, το αντέξαμε. Γιατί ξέραμε ότι δε θα τελειώναμε εύκολα εμείς οι δύο. Τα χιλιόμετρα είναι απλά ένας αριθμός μα ο έρωτας μας είναι ολόκληρη μαθηματική απόδειξη.

Θέλω να ξέρεις ότι μου σπας τα νεύρα σχεδόν κάθε μέρα. Υπάρχουν στιγμές που θέλω να σε πνίξω. Μαλώνουμε συχνά. Θυμώνουμε. Είμαστε αυστηροί ο ένας με τον άλλο. Άλλοτε θέλω να σε πνίξω στα φιλιά. Όπως καταλαβαίνεις εδώ υπάρχει μια σχέση πνιγμού. Τέλος πάντων, το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν μπορώ, αρνούμαι να σκεφτώ τη ζωή μου χωρίς εσένα.

Ε αυτό, εγώ κι εσύ έχουμε δικαίωμα να το γιορτάζουμε. Κι αφού λένε ότι στις 14 του Φλεβάρη γιορτάζουν οι ερωτευμένοι, θα γιορτάσουμε κι εμείς. Το αξίζουμε. Μην περιμένεις μπαλονάκια και κορδελίτσες. Θα βάλω τα καλά μου, θα γίνω όμορφος για σένα και θα ’ρθω να σε πάρω. Μη με ρωτάς πού θα πάμε. Η νύχτα είναι δικιά μας.

Δεν ξέρω αν κάτι κρατάει για πάντα. Το μόνο που ξέρω είναι ότι αν ο έρωτας είναι τρέλα, είσαι η μεγαλύτερη που έχω κάνει στη ζωή μου. Και γι’ αυτήν την τρέλα γιορτάζω απόψε.

Συντάκτης: Παύλος Πήττας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη