Τα είχα σχεδιάσει όλα τέλεια στο μυαλό μου. Ήξερα ακριβώς τι πρέπει να πω, πώς θα το πω, ποιες θα είναι οι κινήσεις μου. Δεν είμαι απ’ αυτούς που στέκονται στον καθρέφτη και κάνουν πρόβες. Μπα, δεν κάνω εγώ τέτοια πράγματα. Ούτε μιλούσα στα ταβάνια. Απλά σκεφτόμουνα. Γνώριζα πολύ καλά τι κρυβόταν μέσα μου, τι έπρεπε επιτέλους να ειπωθεί. Σε τι έπρεπε να δώσω φωνή. Είχε έρθει η ώρα.

Σε έβλεπα αρκετά συχνά και κάθε φορά σε ερωτευόμουν όλο και περισσότερο. Μετά από κάθε μας συνάντηση σε σκεφτόμουνα ακόμα πιο πολύ, μιλούσα για σένα ακόμα πιο πολύ. Όλα πιο πολύ. Δε θα έλεγα ότι είμαι δειλός. Τον τρόπο έψαχνα μονάχα. Την κατάλληλη στιγμή. Αν υπάρχει τελικά.

Δεν ήμουν σίγουρος αν είχες ψυλλιαστεί τι θα μπορούσα να νιώθω για σένα. Δεν είχε αρχίσει ερωτικά η σχέση μας. Κοινούς φίλους είχαμε και βγαίναμε μαζί. Και σ’ έβλεπα. Απ’ την πρώτη στιγμή κάτι με είχε ενθουσιάσει σε σένα. Ακούγομαι ίσως γραφικός. Πόσοι και πόσοι τα λένε αυτά. Είναι όμως το λεγόμενο κλικ. Δεν είναι έρωτας απ’ την πρώτη ματιά. Αυτό δεν ξέρω να σου πω αν υπάρχει. Το κλικ όμως, αδιαμφισβήτητα, υφίσταται.

Δεν τον προγραμμάτισα, ήρθε από μόνος του. Με χτύπησε με τα βέλη του. Κι εγώ υποτάχθηκα. Υποκλίθηκα στο μεγαλείο κι άρχισα να το αντιμετωπίζω αλλιώς. Είχα την ανάγκη να σε μπάσω στη ζωή μου, να σε κάνω καθημερινότητα. Να σε θεωρώ δικό μου άνθρωπο. Φάνταζες ιδανική. Ίσως και να φαντάζεις ακόμα.

Και δώσ’ του τα μηνύματα στο chat. Αυξάνονταν, πολλαπλασιάζονταν, άρχισαν να γίνονται πιο προσωπικά. Το chat όμως είναι απάτη. Δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα, δεν πείθει, αφήνει ερωτηματικά. Το chat είναι η εύκολη λύση. Προστατεύει. Υψώνει τείχη. Καλά τα λέμε όλοι απ’ εκεί. Όλοι ιδανικοί φαντάζουμε.

Εγώ, όμως, ένιωθα την ανάγκη να είμαι στ’ αλήθεια ιδανικός και στ’ αλήθεια μοναδικός. Ξεχωριστός για σένα. Κι όλα τα συναισθήματα που με τόση επιτυχία μετέτρεπα σε λέξεις, όφειλα να τα μετατρέψω σε λόγια. Κι ας πετούσανε. Θα μου έμενε, τουλάχιστον, το εύσημο της προσπάθειας. Θα μου πεις τώρα τι να το κάνω; Τίποτα. Αλλά θα έμενε.

Και την πήρα την απόφαση και το καλοσκέφτηκα το θεματάκι. Κι είπα δε γαμιέται; Την επόμενη φορά που θα τη δω θα της μιλήσω. Γιατί όχι; Όταν νιώθουμε κάτι δεν είναι λάθος. Ε; Είναι; Για να το νιώθουμε είναι ανθρώπινο κι οφείλουμε, πρωτίστως στον εαυτό μας, να το εκφράζουμε.

Αν με ρωτήσεις σήμερα, δε θυμάμαι να σου απαντήσω πόσες προσπάθειες έκανα να σου μιλήσω. Ερχόμουν φορτσάτος, πανέτοιμος. Με μια αυτοπεποίθηση άλλο πράγμα. Τζίφος. Σ’ έβλεπα και τα έχανα. Δεν μπορούσα να ανασάνω, δεν μπορούσα να βγάλω λέξη. Ένιωθα σαν ένας χείμαρρος που στέρευε. Κι αφού μετά από λίγο επικοινωνούσα ξανά με την πραγματικότητα, έπαιρνα μια βαθιά ανάσα και τέρμα. Αναλωνόμουν ακόμη μια φορά στο να είμαι καλή παρέα, διασκεδαστική συντροφιά, στο να νιώθω εγώ κι εσύ —κυρίως εγώ— άνετα.

Δεν κατάλαβα ποτέ αν στ’ αλήθεια ήξερες τι συμβαίνει. Αν περίμενες να εκφραστώ ή να μην. Το είχα δείξει έμμεσα απ’ τα μηνύματα κυρίως. Ποτέ ευθέως. Ποτέ έχοντάς σε απέναντί μου. Ίσως να το κατάλαβες, να χάρηκες που δε μίλησα ποτέ, επειδή δεν ένιωθες το ίδιο. Μπορεί να γλίτωσα κι απ’ την τρελή απογοήτευση του δικού σου friend zone που θα μου μηδένιζε τα δικά μου συναισθήματα.

Στην τελική δεν ξέρω να απαντήσω τι είναι καλύτερα. Το μόνο που ξέρω πια είναι ότι έχασα. Γιατί η ευκαιρία μου χάθηκε. Δεν την πήρα όταν έπρεπε. Καλά να πάθω. Μ’ αυτόν μάλλον θα περνάς καλύτερα. Γιατί σε διεκδίκησε. Δεν ήταν χέστης. Σε διεκδίκησε και σε κέρδισε. Τον κέρδισες κι εσύ.

Αισθάνομαι απαίσια που έρχομαι κοντά σου εκ των υστέρων. Που σου μιλώ για έρωτες και ρομαντισμούς την πιο ακατάλληλη στιγμή. Μαλακία μου. Το κάνω όμως για μένα. Για να ξέρω ότι τουλάχιστον αποτίναξα τον κόμπο που κουλούριαζε τόσο καιρό μέσα μου. Έστω και γραπτώς. Έτσι εκφράζομαι εγώ κι είμαι αληθινός. Σ’αφήνω, μάτια μου. Να είσαι ευτυχισμένη. Θα σ’ αγαπάω.

Διαβάστηκε.

 

Συντάκτης: Παύλος Πήττας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη