Μια φωτογραφία ακόμη, παρακαλώ. Για να παγώσεις τη στιγμή προτού αυτή χαθεί μπροστά στα μάτια σου, για να την κεράσεις έναν ψεκασμό αθανασίας και κάποιον ωκεανό αιωνιότητας. Και ξεφυλλίζεις το άλμπουμ εκείνο, το ίδιο που σε παρακολουθεί στενά απ’ τα παρθενικά σου βήματα στον κόσμο ετούτο.

Να ‘σαι λοιπόν μωρό ακόμη, να κοιτάς με μάτια διάπλατα ανοιχτά και ψυχή καθαρή, ν’ αφήνεσαι σε γονικές αγκαλιές και να προσδοκάς αγάπη άνευ όρων, να εξερευνάς σαλόνια και ν’ αναποδογυρίζεις καρέκλες, ν’ απλώνεις το μικρό σου ποδαράκι στο απέραντο σύμπαν πριν αυτό βραχεί από θάλασσες θλίψης ή φωτιστεί από ήλιους έκστασης.

Και τώρα σαν να μεγάλωσες λιγάκι ή μου φαίνεται; Η πρώτη μέρα στο σχολείο, το καρδιοχτύπι που τράνταξε το παιδικό σου σώμα, η αίσθηση αποχωρισμού απ’ τους ενήλικες προστάτες, ενδεχομένως η αρχική γεύση του γλυκόπικρου αντίο που σημαδεύει αιωνίως το θνητό πεπρωμένο.

Προχωράμε, όμως. Οι σχολικές φιλίες. Σαφώς και δεν τις ξεχνάς. Ανταλλαγές παιχνιδιών και γέλιων στις κούνιες ή τσιγάρων και μυστικών στα προαύλια της εφηβείας. Να και το οικογενειακό δείπνο που δεν ήθελες να πας. Πω πω μούτρα! Αργότερα βέβαια θα το καταλάβαινες. Γεμάτη ανιαρές υποχρεώσεις η καθημερινότητα κι αν υπομείνεις τις πιο αναγκαίες τότε ξαπλώνεις κάπου κάπου στο γρασίδι της λησμονημένης ξεγνοιασιάς.

Συνεχίζω να ξεφυλλίζω, έτσι; Ο έρωτας του λυκείου. Δύο σάκες βιβλίων και μια αποθήκη ονείρων. Θα μένατε μαζί μέχρι τα βαθιά σας γεράματα ασφαλώς, σε ευρύχωρο σπίτι με πολλά παιδιά και σκύλο.

Αλλαγή πλάνων! Φοιτητικά στέκια και τζούρες ελευθερίας. Καφέδες και τάβλι. Ταχυκαρδία απ’ τους πολλούς φραπέδες, τσακωμοί απ’ τη καζούρα στο παιχνίδι. Ανεμελιά, ωστόσο. Ένα πλήθος προοπτικών κι αυτός ο ξάστερος ουρανός. Δοκίμαζες φιλιά και δάκρυα χωρισμών. Άνθρωποι πηγαινοέρχονταν, παρέες ανανεώνονταν, ταξίδια διεύρυναν ορίζοντες κι άδειαζαν τσέπες.

Τώρα τα κεφάλια μέσα, αρχίζει η δουλειά. Ο στρυφνός προϊστάμενος κι ο κουτσομπόλης συνάδελφος. Ο πρώτος σου χαλύβδωσε το στομάχι κι ο δεύτερος σου έκλεισε το στόμα. Τώρα ξέρεις, όμως. Και τους δύο τους χρειαζόσουν τελικά.

Βιογραφικά, νέοι επαγγελματικοί ορίζοντες. Κι εσύ εκεί, ώριμος πια, στο παγκάκι της άγουρης εφηβείας να δακρύζεις από χαρά για όσα όνειρα φάνταζαν ουτοπίες, μα τελικά κράτησες σφιχτά στα χέρια σου.

Έπειτα, η αληθινή αγάπη. Να επιστρέφεις σπίτι και να κλείνεσαι σε μια αγκαλιά, στη μοναδική αγκαλιά. Να μη διστάζεις να μοιραστείς τα σκοτάδια σου, να μην αναρωτιέσαι αν είναι ο εκλεκτός, να μην αμφιταλαντεύεσαι σε αποπλανητικά φλερτ και σε υποσχέσεις ερωτικής πανδαισίας. Να νιώθεις. Και να μεταμορφώνεσαι.

Και στο άλμπουμ τόσες φωτογραφίες να προστίθενται και για πόσες ακόμη να εκλιπαρείς κρυφά το σύμπαν να στις χαρίσει! Μα ένα μυστικό, παλιό όσο κι η ίδια η ιστορία του φωτογραφικού φακού, απειλεί να τινάξει στον αέρα στιλάτες πόζες κι επιδοκιμαστικά likes. Η ωραιότερη φωτογραφία θα αντιστοιχεί πάντοτε σε αυτήν που δε βγάλαμε, στο πρωινό που αφήνοντας οριστικά πίσω μας το κρεβάτι του παρελθόντος, ενωθήκαμε με το ουράνιο τόξο της μιας και μοναδικής στιγμής που με βεβαιότητα υπάρξαμε: του παρόντος.

Δυνατοί κι ολοφώτεινοι τραβήξαμε για έναν δρόμο ελευθερίας χωρίς φλας. Κι έτσι γευτήκαμε μεσημέρια με παρέα εκλεκτή και κρασί μεθυστικό, απολαύσαμε απογεύματα με περιπάτους ανανεωτικούς και συντρόφους αληθινούς, ατενίσαμε ηλιοβασιλέματα με συγχωρέσεις ειλικρινείς κι αφεθήκαμε σε νύχτες με χιλιάδες αστέρια να πέφτουν κι ευχές να πραγματοποιούνται.

Κι ήταν οι λαμπερότερες φωτογραφίες όσες δε βγάλαμε ποτέ, μα ζουν αιωνίως μέσα μας, το τρυφερό χάδι του φίλου, το απρόσμενο φιλί του έρωτα, η πολύτιμη συμβουλή του παππού κι η επιβράβευση του εαυτού.

Τώρα ξέρεις, λοιπόν. Ό,τι μας σημάδευσε βαθιά καμιά απόδειξη δεν επιζητά της αλήθειας του. Ό,τι μας μεταμόρφωσε οριστικά αναπνέει ακόμη στις πιο χρυσές παραλίες και τα πιο φλογερά τζάκια.

Συντάκτης: Κατερίνα Τσιτούρα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη