Εκείνο το πρόβατο δεν το ξεχνάς. Το αυτί του δεν ίδρωνε απ’ τα σφυρίγματα του βοσκού και παρτίδες πολλές δεν άνοιγε με τα υπόλοιπα μέλη της αγέλης. Περιφρονημένο όπως ήταν απ’ το κοπάδι θα μπορούσες μέχρι και να το λυπηθείς, αν δεν παρατηρούσες τη σπίθα στο βλέμμα, το φως μιας ύπαρξης που δεν έγινε ποτέ κατανοητή, μα κατέκτησε την ανεξαρτησία μέσα απ’ τη μοναχικότητα της πορείας της.

Ναι, το θυμάσαι μικρό ακόμη να κόβει βόλτες και να κάνει ερωτήσεις, πολλές ερωτήσεις που προκαλούσαν τη δυσφορία ως και την αγανάκτηση όσων θεσμοθετούν τυφλά νόμους και υπακούουν πειθήνια σε κανόνες. Το χορτάρι δε γλύκανε τον ουρανίσκο του κι ο κακός ο λύκος ερέθιζε την περιέργειά του αφού υποψιαζόταν πως ίσως και να υπήρξε κάποιος παρεξηγημένος τύπος στο βάθος του.

Με τον καιρό, τα υπόλοιπα μέλη απομάκρυναν το άτυχο ζώο απ’ τη συντροφιά τους καθώς το θεώρησαν αλλόκοτο, ορισμένοι και παλαβό. Έπειτα, το μαύρο χρώμα του υπήρξε ανέκαθεν εμπόδιο σοβαρό στην ομαλή συμβίωση με μια ομάδα που αποθεώνει το λευκό.

Απ’ τα γεννοφάσκια μας, λοιπόν, παλεύουμε να εισχωρήσουμε στην εκλεκτή κάστα ομοϊδεατών, σε μια ομήγυρη που εξερευνά τον ουρανό με το δικό μας τηλεσκόπιο. Καθώς η οικογένεια αποτελεί την παρθενική μορφή κοινωνίας στην οποία εντασσόμαστε, καθίσταται αντιληπτή η κολοσσιαία επίδρασή της στη διαμόρφωση του ψυχισμού. Αγάπη άνευ όρων επιζητά ο άνθρωπος για ν’ ανθίσει σαν λουλούδι στον κήπο του πεπρωμένου του και μέσα στα πλαίσια ενός υγιούς συστήματος μοιάζει να επιτυγχάνει το σκοπό του.

Τι συμβαίνει όμως με τους διαφορετικούς, τους επαναστάτες, όσους αμφισβητούν τις νουθεσίες των γονιών και σαλπάρουν για κόσμους που οι πρόγονοί τους δεν εντόπισαν καν στο χάρτη; Αυτοί, φίλε μου, προκαλούν συχνά τρόμο, καθώς η γέννησή τους δε συνοδεύεται απ’ το απαραίτητο manual. Mε λίγα λόγια, ελεύθεροι κι αντισυμβατικοί όπως είναι, αναδεικνύουν με φωνή σταθερή κι επίμονη τα δυσλειτουργικά μοτίβα του στενού τους περιβάλλοντος.

Ποιος όμως επιθυμεί να βρεθεί αντιμέτωπος με τη σκιά του, μ’ έναν κακό λύκο που διαλύει την ψευδαίσθηση της αδιαμφισβήτητης αθωότητας των προβάτων; Μονάχα οι γενναίοι ασφαλώς. Οι υπόλοιποι περνούν ευθύς αμέσως στην αντεπίθεση, κλείνουν τα παντζούρια της συνείδησης και καταδιώκουν την επικίνδυνη ακτίνα ηλίου.

Το μαύρο πρόβατο μεγαλώνει σε μια οικογένεια που το αντιμετωπίζει ως απειλή και συνεπώς δεν το αγκαλιάζει ποτέ για την ιδιαίτερη φύση του. Σταδιακά αναπτύσσει συναισθήματα ενοχών, ακόμη και κατωτερότητας, αφού αισθάνεται πως ενδεχομένως στερήθηκε μια αγάπη που εξαρχής δεν άξιζε. Στο στίβο της πραγματικής ζωής αγωνιά για την επιδοκιμασία, συλλέγει τρόπαια και διεκδικεί χειροκροτήματα, μα κάπου-κάπου σαμποτάρει τα ίδια του τα επιτεύγματα με την τελειοθηρία του. Αγωνίζεται όμως. Αγωνίζεται για να ζεστάνει μια καρδιά που χλευάστηκε, για να ορθώσει τον πύργο μιας αξιοπρέπειας που λαβώθηκε.

Την πιο σπουδαία μα και σκληρή μέρα, τα άλλα πρόβατα τον εγκαταλείπουν αβοήθητο στο δάσος, εύκολη λεία για τα άγρια θηρία. Το σκοτάδι πέφτει πυκνό και το κορμί τρέμει ολόκληρο. Μπορεί ν’ αφουγκραστεί τα βήματα του λύκου, ακούει ακόμη και το βρυχηθμό του, μα τελικά στέκεται ακριβώς απέναντι απ’ το επικίνδυνο ζώο. Και τότε καταλαβαίνει.

Εκείνος ο παλιός εαυτός του έκλεισε κάποτε τ’ αυτιά στις σειρήνες των σφυριγμάτων και βάλθηκε να εξερευνεί ανενόχλητος το δάσος του πεπρωμένου του. Θα μπορούσε να χαθεί μέσα σ’ αυτό, δε θα τ’ αρνηθώ. Μα για κοίτα το τώρα. Φιλίες έπιασε με τον κακό το λύκο και μέχρι και το αρχοντικό λιοντάρι έπεισε να τον χρίσει βασιλιά. Εξάλλου όποιος επιβίωσε μονάχος στη ζούγκλα, τι στ’ αλήθεια του απομένει να φοβηθεί;

 

Συντάκτης: Κατερίνα Τσιτούρα
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου