Οι πόρτες κι οι κουρτίνες κλείνουν, ο φωτισμός στο δωμάτιο χαμηλώνει, γλυκαίνοντας αισθησιακά την ατμόσφαιρα. Μουσική, ήρεμη κι απαλή, χαλαρώνει, σχεδόν μαγεύει. Φώτα, κάμερα, πάμε! Απόψε θα τολμήσει να κάνει boudoir φωτογράφιση!

Ποζάρει, παίζοντας με το φωτογραφικό φακό αισθησιακά, φορώντας συνήθως σέξι εσώρουχα. Ο φωτογράφος αναλαμβάνει να καθοδηγήσει σωστά και φυσικά να κάνει το μοντέλο του να αισθανθεί ασφαλές. Αυτό είναι το boudoir, ένα είδος φωτογραφικής τέχνης που προσεγγίζει τη σεξουαλικότητα.

Αλήθεια, πόσοι από εμάς θα το έκαναν; Περιλαμβάνει επαγγελματικές φωτογραφικές λήψεις γυναικών (και σπανιότερα ανδρών) της διπλανής πόρτας κι όχι μόνο, συνήθως με εσώρουχα ή και χωρίς, με σκοπό είτε ένα δώρο που θα εξιτάρει τη φαντασία του παραλήπτη, ή απλούστερα μια προσωπική αφιέρωση ως ενθύμιο στο μελλοντικό εαυτό μας.

Ο φωτογράφος, σωστός καλλιτέχνης με συνέπεια κι επαγγελματισμό, σέβεται τη σεξουαλικότητά της μούσας, την καθοδηγεί και την συμβουλεύει, φροντίζοντας ώστε το αποτέλεσμα να αναδεικνύει την κλασάτη αισθησιακή πλευρά της. Τίποτα πρόστυχο, ούτε ίχνος πορνό! Μόνο η τέχνη της φωτογραφίας κι η πανέμορφη γύμνια ενός θνητού σώματος που παρά τις ατέλειές του, σε οποιαδήποτε ηλικία κι υπό οποιεσδήποτε αναλογίες, παραμένει ανέλπιστα ερωτεύσιμο…

Ο φωτογράφος θα εκμεταλλευτεί το φως, το σέξι ντύσιμο, το μακιγιάζ και θα δημιουργήσει την τέχνη του boudoir, την έκφραση της κρυμμένης σεξουαλικότητας όπως την αιχμαλωτίζει ο φωτογραφικός φακός. Επιλέγοντας και κατευθύνοντας τη μούσα στις κατάλληλες πόζες, θα καταφέρει, παρότι ημίγυμνη, να αφήσει τα περισσότερα επίμαχα σημεία της στη φαντασία του θεατή και ταυτόχρονα να αναδείξει πτυχές της που ένα ερωτευμένο μάτι  παρατηρεί και συγχωρεί, κατορθώνοντας να μετατρέψει κάθε καμπύλη, κάθε ουλή και κάθε ψεγάδι σε ατού που θα εξυπηρετεί μόνο ένα σκοπό, να την κολακεύει και να την αναδεικνύει.

Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα, περίπου έναν αιώνα πριν, σε μια παλιά γειτονιά του Παρισιού, όταν ο Γάλλος καλλιτέχνης Albert Arthur Allen, εκστασιασμένος απ’ την ομορφιά που έκρυβε ένα (προφανώς μη αψεγάδιαστο) γυναικείο σώμα, βγήκε στους δρόμους της συνοικίας δηλώνοντας ερωτευμένος με τη σεξουαλικότητα της ανθρώπινης φύσης. Στο ατελιέ που βρισκόταν στο τέλος του πέτρινου δρόμου συνεπαρμένος απ’ την αγάπη του για το γυναικείο φύλο (ιδίως μεγαλύτερης ηλικίας), ο Albert δημιούργησε τα πρώτα αριστουργήματα που στάθηκαν θεμέλια στην εξέλιξη του boudoir παγκοσμίως ­–καθώς μέχρι τότε οποιαδήποτε γυμνή παρουσία απαγορευόταν σε φωτογραφικό υλικό– και πρωτοπόρησε απενοχοποιώντας τη θέα του γυμνού σώματος μπροστά από μια φωτογραφική μηχανή.

Μιμούμενος τον ιδρυτή αυτού του ιδιαίτερου είδους φωτογράφισης, λοιπόν, με ανάλογες μεθόδους, ο σύγχρονος επαγγελματίας θα τοποθετήσει το μοντέλο του σε ρομαντικό πλαίσιο με περίτεχνα σκηνικά που εγείρουν τη φαντασία και ξυπνούν τον ερωτισμό. Θα δει τη μούσα του ως αντικείμενο πόθου, σφοδρού έρωτα∙ θα παρατηρήσει  λεπτομέρειες στις οποίες μόνο ένας ερωτευμένος δίνει σημασία και θα τις αναδείξει.

Θα ανακαλύψει όλες τις αδυναμίες και τις ατέλειες που μόνο ένας ερωτοχτυπημένος μπορεί να αποθεώσει και θα τις μεταφράσει σε αυτοπεποίθηση, αγκαλιά, αποδοχή. Η πλειοψηφία όσων επιλέγουν να κάνουν το βήμα –να λάβουν την απόφαση αρχικά να πληρώσουν επαγγελματία που θα τους εξασφαλίσει ελκυστικές πόζες επαγγελματικού επιπέδου κι αργότερα να μπουν στη διαδικασία και να στηθούν αισθησιακά μπροστά στη μη οικεία παρουσία του, να ανταποκριθούν δηλαδή στην πρωτόγνωρη εμπειρία που εκτυλίσσεται στο όλο σκηνικό– νιώθει τις περισσότερες φορές άβολα κι αμήχανα.

Στη συνέχεια ωστόσο και κυρίως κατά τη διάρκεια της φωτογράφισης, η εμπιστοσύνη κι η άνεση ανάμεσα στους δύο χτίζεται απ’ την αμφίδρομη επικοινωνία και τις συμβουλές, ώσπου τελικά επικυρώνεται με την επιβράβευση και τις αμέτρητες ευχαριστίες. Όσο για τα αποτελέσματα των boudoir φωτογραφίσεων συνήθως εκπλήσσουν, όχι μόνο το ίδιο το μοντέλο που ξεγυμνώνεται στην κάμερα με ψυχή και σώμα αλλά συχνά και τον παραλήπτη του «δώρου» ή ακόμη και τον ίδιο το φωτογράφο, που αναζητά μυστικά και κρυφά νοήματα απ’ το εκάστοτε βλέμμα, ώστε να μπορέσει να εντοπίσει και να αιχμαλωτίσει την αυθεντικότητά του σε μια φωτογραφία.

Κι έτσι λοιπόν, με αυτή τη διακριτικότητα που υπόσχονται οι κλειστές κουρτίνες κι ο χαμηλός φωτισμός, την εχεμύθεια και την εμπιστοσύνη που εμπνέει ο επαγγελματίας φωτογράφος, κάποιος βρίσκει ή ενισχύει την αυτοπεποίθησή του και κάποιος άλλος απολαμβάνει τα αποτελέσματα χαζεύοντας τις φωτογραφίες.

Συντάκτης: Σπυριδούλα Κακαβά
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη