«Τα ετερώνυμα έλκονται και τα ομώνυμα απωθούνται». Χρόνια ολόκληρα προετοιμαζόμαστε για την εφαρμογή στην πράξη του νόμου αυτού, ελπίζοντας πως η φυσική θα δώσει χώρο σωστής επιλογής και στις σχέσεις μας, προεπιλέγοντας ποιους θα απωθήσουμε ή ποιους θα ελκύσουμε, γλυτώνοντάς μας έτσι απ’ τον κόπο του να υποστούμε τα επακόλουθα ενδεχόμενης λανθασμένης επιλογής μας.

Και καθώς αυταπατόμαστε πιστεύοντας πως θα έχουμε ένα εγχειρίδιο χρήσης/αντιμετώπισης της κατάστασης και θα ξέρουμε τι να κάνουμε, σε σχεσιακό επίπεδο, παρατηρούμε πως τελικά κάτι πάει λάθος με τον συμπαντικό νόμο της έλξης που (λειψό) μας δίδασκαν στο σχολείο. Η αλήθεια είναι πως, ναι, στη φυσική, πράγματι τα ετερώνυμα έλκονται. Η ιστορία, όμως, δεν τελειώνει εδώ για τις ανθρώπινες σχέσεις

Η βασική αλήθεια για την οποία κανείς δεν μας προετοίμασε είναι πως τα ετερώνυμα έλκονται με τόσο ισχυρές δυνάμεις και τόσο μεγάλες ταχύτητες, που όταν συναντηθούν η αναπόφευκτη σύγκρουση μεταξύ τους είναι μετωπική κι ολέθρια! Έλκονται, συγκρούονται, καταστρέφονται. Διαλύονται. Πώς θα ήταν ποτέ δυνατόν ένας νόμος της φυσικής να χωράει έστω και σαν συμβουλή στον τρόπο που θα ερωτευτούμε! Πώς θα μπορούσε έστω και να αποτελεί κανόνα όταν ο ίδιος ο ορισμός του έρωτα σημαίνει το ακριβώς αντίθετο!

Ο αληθινός έρωτας ξεχύνεται επαναστάτης κι ορμητικός, προς απρόβλεπτες κατευθύνσεις και με αυθόρμητο ρυθμό, τόσο παθιασμένα που όχι η φυσική αλλά ούτε το ίδιο το σύμπαν δε θα μπορούσε να τον ελέγξει! Πώς θα γινόταν να παίξουν κατευθυντήριο ρόλο τέτοιες λέξεις, που και μόνο στο άκουσμα του «έρωτα» θα υποκλίνονταν, θα παραμέριζαν για να περάσει, θα του παραχωρούσαν την πίστα και την αποθέωση για τη μεγαλειώδη παρουσία του.

Όσο επιδέξιος χορευτής κι αν είναι ο εκάστοτε καβαλιέρος, όταν πρόκειται για το χορό του έρωτα, η ετερώνυμη ντάμα θα τον αφήνει αδιάφορο, ενώ η ομώνυμη θα ζαλίσει το μυαλό του, θα μεθύσει τις αισθήσεις του, θα τον μυήσει στα μυστικά του. Κι αυτό, γιατί αν και πράγματι και σε σχεσιακό επίπεδο τα αντίθετα έλκονται αρχικά, τα όμοια είναι αυτά που καταφέρνουν να δεθούν.

Σε μια σχέση, είναι σημαντικό να υπάρχει κοινό πεδίο αντίληψης κι ενδιαφερόντων ανάμεσα στους συντρόφους. Αυτός ο ίδιος τρόπος σκέψης αυξάνει την κατανόηση και την επικοινωνία, την ενσυναίσθηση, καθώς έκαστος απ’ τους συντρόφους βλέπει τον εαυτό του να καθρεφτίζεται μέσα απ’ τον άλλο, κατανοεί τις κινήσεις του κι ασπάζεται ήδη τη νοοτροπία του.

Ζητούν τα ίδια πράγματα, πορεύονται και παλεύουν για τα ίδια, βρίσκονται στην ίδια πλευρά της μάχης, κάνουν «ομάδα», ένα αχτύπητο δίδυμο όπου καλύπτει ο ένας τα νώτα του άλλου. Αυτή η ανακάλυψη μιας άλλης πλευράς μας, μιας πιο ερωτεύσιμης εκδοχής μας μάς φέρνει σε βαθύτερη επαφή και κατανόηση, όχι μόνο του ετέρου ημίσεως, αλλά και του ίδιου του «εγώ» μας, παρατηρώντας τις αντιδράσεις του.

Το ξένο –δηλαδή, το εντελώς αλλιώτικο από εμάς, το άκρως διαφορετικό– εκπλήσσει κι εξιτάρει αρχικά χάρη στην ανθρώπινη περιέργεια για το άγνωστο, τη λαχτάρα μας να ζήσουμε κάτι που δεν έχουμε ξαναβιώσει, κάτι νέο, διαφορετικό και σπάνιο. Γλυκαίνει πρόσκαιρα, αλλά δεν μπορεί να διατηρήσει τη διαχρονικότητα και τον μακροπρόθεσμο εκατέρωθεν θαυμασμό μεταξύ των δύο συντρόφων, καθώς μετέπειτα ανακαλύπτουν (προς δυσάρεστη έκπληξη και των δύο) πως δεν έχουν ιδιαίτερα κοινά σημεία, πως τα ενδιαφέροντα του πρώτου δεν αρέσουν στον δεύτερο, πως, κατ’ επέκταση, δε βρίσκει ο ένας τον άλλο ενδιαφέρων.

Ο ενθουσιασμός της πρώτης εξερεύνησης του άγνωστου έχει περάσει, η σχέση βαλτώνει, τα νεύρα αυξάνονται. Αυτοί οι δύο άνθρωποι μπορούν να αγαπηθούν ή να εκτιμηθούν, να διδάξουν πολλά καινούργια ο ένας στον άλλο, αλλά δε διαθέτουν τα βασικά κοινά χαρακτηριστικά που θα τους θέσουν στην ίδια γραμμή πλεύσης, ώστε να θεμελιώσουν μια επιτυχημένη σχέση. Το ακριβώς ίδιο που συμβαίνει και με τους ανθρώπους που πέφτουν σε ταίρια πανομοιότυπα με τους ίδιους.

Πόσο βαρετό είναι στ’ αλήθεια να γνωρίζεις την κάθε επόμενη κίνηση του συντρόφου σου, να μην έχεις κανένα ενδιαφέρον να τον μάθεις, γιατί ήδη τον ξέρεις απέξω κι ανακατωτά, αφού είστε ίδιοι; Μα και πόσο εξαντλητικό να διαβάζεις έναν άνθρωπο, ένα ζωντανό βιβλίο και να μην καταλαβαίνεις τι προσπαθεί να σου πει, να μην ταιριάζει καθόλου στη δική σου βιβλιοθήκη;

Χρειάζεσαι κάποιον αρκετά διαφορετικό από εσένα ώστε να σε προκαλεί την κάθε ξεχωριστή μέρα να ανακαλύψεις κι άλλη μια πτυχή του αλλά όχι τόσο ώστε να σου είναι εντελώς άγνωστος κι άπιαστος. Κάποιον αρκετά αντίθετο ώστε να εξισορροπεί τις αδυναμίες σου και να συμπληρώνεις τα κενά του αλλά όχι τόσο ώστε να μη βρίσκετε κανένα κοινό σημείο να πορευτείτε.

Χρειάζεσαι στη ζωή σου κάποιον που, ακόμη κι αν μοιάζετε ετερώνυμοι στους γύρω σας, όταν βρίσκεστε οι δυο σας η σάρκα και το μυαλό του ενός θα ταιριάζουν τέλεια με του άλλου.

Συντάκτης: Σπυριδούλα Κακαβά
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη