Είναι σύνηθες πλέον το φαινόμενο. Οι άνθρωποι επιλέγουν να γράψουν τον επίλογο σε μια ιστορία χωρίς να μείνουν να τη γεμίσουν με περιεχόμενο. Δίχως να έχουν σπαταλήσει μια σταγόνα μελάνι επάνω στο χαρτί που απαρτίζει το βιβλίο της ζωής τους.

Είναι εκείνοι που πράττουν βάσει των όσων τους διατάζει ο αυθορμητισμός τους ακόμα κι αν αυτά δεν είναι σε θέση να τα υλοποιήσουν. Και μη έχοντας κάνει την παραμικρή προσπάθεια να γνωρίσουν πόσα είσαι διατεθειμένος να κάνεις γι’ αυτούς, απλά χάνονται. Και μαζί τους παίρνουν κι όλα όσα θα δημιουργούσαν αυτό που λέγεται «αμοιβαίο».

Στην αρχή το αποδοκίμασες. Ήταν κάτι το άγνωστο που έσκασε αυθαίρετα σαν πυροτέχνημα. Μετά τράβηξε το έντονο ενδιαφέρον σου. Μέρα με τη μέρα καταλάμβανε κι ένα μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής σου και χώρο απ’ τη σκέψη σου. Τελικά η επιθυμία σου έσβησε την κάθε σου επιφύλαξη. Αφέθηκες. Φούσκωνε σαν ιδέα στο μυαλό σου κι έπαιρνε τη μορφή που προφανώς τα μάτια σου ήθελαν να δουν. Όταν συνειδητοποίησες πως εισπράττεις όλο και μικρότερη δόση από αυτά που είχες φανταστεί ότι θα σου προσφέρει.

Έτσι, αρχίζεις να αμφισβητείς την ίδια σου την κρίση. Εσένα που δεν μπόρεσες να προβλέψεις και να διαχωρίσεις την υποκρισία απ’ την αλήθεια. Κι αυτό που σου δημιούργησε μεγάλες προσδοκίες, την ίδια στιγμή σου τις πήρε πίσω.

Το μόνο που καταφέρνεις βάζοντας τη φαντασία σου να τρέχει και δημιουργώντας έναν χαρακτήρα που δυνητικά αποτελεί τον κατάλληλο για σένα, είναι να παραπλανείς την καρδιά και το μυαλό σου. Να συγχέεις το λογικό με το παράλογο υιοθετώντας έτσι θεωρίες χωρίς υπόσταση. Και στο τέλος, να προσγειώνεσαι απότομα.

Να πέφτεις απ’ το ροζ συννεφάκι σου συνειδητοποιώντας πως δεν έχεις προνοήσει να πάρεις καν αερόστατο. Κι έτσι σπας τα μούτρα σου. Αναθεωρώντας για ακόμα μια φορά τα γεγονότα κι ερωτώμενος γιατί δεν πήρες τα κατάλληλα μέτρα να προστατεύσεις τον εαυτό σου. Πώς επέτρεψες σε ένα όραμα να κυριέψει τα «θέλω» σου. Γεμίζοντας τη ψυχή σου με απογοήτευση και τον εαυτό σου με αμφιβολίες.

Κι έμεινες να αναρωτιέσαι τι στα κομμάτια φταίει. Εσύ που έπεσες με τα μούτρα σε μια κατάσταση που ένας Θεός ξέρει πόσο μεγάλη ανάγκη είχες να βιώσεις ή ο άλλος που δεν έχει μάθει να τηρεί τις υποσχέσεις του; Ή για τον οποιοδήποτε λόγο ξεκίνησε να έχει μια ιδανική συμπεριφορά προς το πρόσωπό σου και στην πορεία ανατράπηκε ό,τι κι αν σε έκανε να πιστέψεις για εκείνον.

Κι εσύ μπορεί να παραμέρισες το γεγονός ότι δεν κατάφερε να εισχωρήσει στην ψυχή σου, δεν μπορείς, όμως, να εξηγήσεις γιατί δεν είχε την εντιμότητα να είναι ξεκάθαρος ως προς τι αποζητά από σένα. Κι εξετάζεις τις εκδοχές τη μία μετά την άλλη. Σπαταλάς χρόνο να καταλάβεις. Τα σενάρια ανατρέπονται μπροστά στα μάτια σου ώσπου σταματάς να σκηνοθετείς όνειρα γιατί στη πραγματικότητα δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις να πραγματοποιηθούν.

Και κάπου εδώ, δεν έχει καμία σημασία ο λόγος που συμπεριφέρθηκε έτσι απέναντι σου ή το πόσο πολύ σε ήθελε. Αν δείλιασε, αν φοβήθηκε, αν δε γούσταρε αρκετά τελικά ή μέχρι εκεί μπορούσε. Το αποτέλεσμα είναι ένα. Φάνηκε ανάξιος να στηρίξει και το παραμικρό κίνητρο που θα σου έδινε ώθηση να πιστεύεις σε ‘κείνον.

Λένε πως όποιος θέλει, βρίσκει τρόπο κι όποιος δε θέλει, βρίσκει πρόφαση. Κι αν αυτές οι προφάσεις υπερβαίνουν την επιθυμία, τότε δε μένει παρά μονάχα μία λύση: Να του δείξεις την έξοδο. Γιατί μπορεί να επέτρεψες να διαβεί την είσοδο του κόσμου σου, αλλά η παραμονή στη ζωή σου κοστίζει. Και το αντίτιμο είναι ο βαθμός κατά τον οποίο στάθηκε άξιος να σε κερδίσει. Να σε κάνει ευτυχισμένο και να δείτε μαζί πού μπορεί να σας οδηγήσει αυτό που αισθάνεστε.

Έτσι γκρεμίζεις ένα-ένα τα κατά φαντασίαν προτερήματα που γεννήθηκαν απ’ το όμορφο μυαλουδάκι σου. Ερμηνεύεις όσο πιο λογικά μπορείς την κάθε μικρή απογοήτευση που παίρνεις από εκείνον καθημερινά. Παύεις να δικαιολογείς την κάθε του πράξη. Δεν υπάρχουν πια ελαφρυντικά. Μόνο αλήθειες που πονάνε. Λόγοι που ρίχνουν τον άλλο στα μάτια σου κι αρχίζει η καθοδική του πορεία.

Μέρα με τη μέρα κατεβαίνει ένα σκαλοπάτι. Η ζυγαριά έχει αρχίσει να γέρνει πλέον στα μειονεκτήματα. Με ό,τι δύναμη σου απομένει προσπαθείς μέχρι τέλους να βρεις λογικές εξηγήσεις. Είναι, όμως, πλέον αργά. Κάθε του πράξη έχει καθορίσει το αποτέλεσμα και δε μένει άλλη επιλογή απ’ το να καταλάβεις πως άδικα ελπίζεις σε κάτι το οποίο στο οποίο δεν είχαν τεθεί τα σωστά θεμέλια απ’ την αρχή για να στηριχτεί.

Και το παίρνεις απόφαση. Ο μύθος που έπλασες μπορεί να επιβιώσει μόνο στη φαντασία σου –όχι, όμως, στην πραγματικότητα. Γιατί εκεί είναι που απαιτείται καθημερινός αγώνας να πείσεις τον άλλο πως εννοείς αυτά που του λες. Πως οι θεωρίες δεν ευσταθούν μπροστά στις πράξεις. Δε χτίζεις μια πηγή στην έρημο που δεν εφοδιάζεις με νερό.

Δώσε στον άλλο ένα λόγο να μην πιστέψει πως εσύ κι ο κάθε υποσχόμενος έρωτας εκεί έξω, θα του συμπεριφερθεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Δειλά κι ανέντιμα. Είναι εύκολο να ονειρεύεσαι. Μείνε όμως και να δώσεις σάρκα. Απέδειξε πως διαφέρεις απ’ τη μάζα της θεωρίας και των ψεύτικων υποσχέσεων.

Ό,τι σε αφήνει, το αφήνεις κ εσύ. Δεν έχει πια σημασία ο χρόνος που αφιέρωσες ούτε το πόσο πολύ μπορεί να το ήθελες μέσα σου. Όσο περνάει ο καιρός χάνεις το ενδιαφέρον σου και μειώνεται κάθε διάθεση να προσπαθήσεις να καταλάβεις. Δε θες πια να τον διεκδικήσεις, δεν έχεις να κερδίσεις το παραμικρό πια. Δεν υπάρχουν στιγμές να ζήσεις μαζί του, μόνο τα λόγια που ειπώθηκαν κι εξανεμίζονται σαν κομματάκια από σκισμένο χαρτί γραμμένο με τις λέξεις αυτές.

Καθεμία λέξη, μία υπόσχεση κι ένας λόγος που αθετήθηκε. Τον ευχαριστείς που σου χάρισε απλά ένα όνειρο και προχωράς παρακάτω. Στην εξέλιξη και στην πορεία των πραγμάτων που αργότερα θα σου φέρουν κάποιον να κάνει πράξη όλα αυτά τα λόγια.

Συντάκτης: Μαίρη Νταουξή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη