Δε μου λείπεις εσύ, αλλά αυτές οι στιγμές που μου χάρισες. Δε σε θέλω στη ζωή μου, αλλά δεν μπορώ να διαγράψω αυτές τις νύχτες που περάσαμε να γελάμε, να συζητάμε και να κάνουμε έρωτα σαν έφηβοι.

Δε ξέρω τι είναι αυτό που με κάνει να θυμάμαι εσένα. Ίσως ήταν εκείνες οι στιγμές, που είχα την ανάγκη να αφεθώ. Δεν ήταν ότι ήρθες σε μια περίοδο στη ζωή μου, που όλα ήταν στρωτά κι εύκολα. Ήρθες όταν μόλις είχα βγει από μια νεκρωμένη κατάσταση κι τόσο απλά με έκανες να νιώσω. Να νιώσω πεταλούδες στο στομάχι, να γελάω με όλη μου την καρδιά, να είμαι πλήρης.

Μου πρόσφερες, το αυτονόητο, αυτό που είναι τόσο απλό και δεν είναι πολύπλοκο. Δε με ένοιαζε που κυλούσε χαλαρά. Δε με ένοιαζε, που την επόμενη μέρα δε θα ανταλλάσσαμε κουβέντα. Κοίταζα την ποιότητα της στιγμής και με γέμιζε, με πλημμύριζε χαρά κι ενέργεια για την επόμενη. Κάθε φορά που σε αντίκριζα, είχα ένα  χαμόγελο στα χείλη. Ανεξήγητο, γιατί δεν ήξερα αν ήταν επειδή ήσουν εσύ δίπλα μου ή απλά οι ώρες που θα ζούσαμε θα είχαν άλλο νόημα.

Δεν υπήρχαν άλλες σκέψεις στο μυαλό μου, δε σκεφτόμουν τους προβληματισμούς μου κι όλα αυτά που με απασχολούσαν. Λειτουργούσες σαν παυσίπονο στις σκέψεις μου. Το συνειδητοποιούσα πάντα ετεροχρονισμένα, δεν ένιωθα τη στιγμή εκείνη, αλλά στην απουσία σου ένιωθα τα συναισθήματα που μου είχε προκαλέσει η δική μας συνάντηση. Τότε καταλάβαινα την διαφορά, τότε ανακάλυπτα πως σε ήθελα κοντά μου.

Σκληραγωγημένη στην απουσία, εκτίμησα να περιμένω την επόμενη στιγμή, εκείνη που θα μου επιτρεπόταν σε αυτό το πλαίσιο να ξεδιπλώσω όλα αυτά που ένιωθα στην ερωτική μας επαφή δίχως να καταλάβεις τι διακυβεύεται. Προσπαθούσα με τη διακριτικότητά μου, να σου δώσω αυτά που μου έβγαζες στη στιγμή που γινόμασταν ένα. Σ’ εκείνη τη στιγμή που η ψυχή είναι γυμνή, όλα επιτρεπτά κι άκρως δικαιολογημένα. Έπειτα, όλα επανέρχονταν σε κανονικούς ρυθμούς, σαν να μην υπήρξε αυτή η στιγμή που διστακτικά σου κατέθετα όλο αυτό που ένιωθα, που εισέπραττα από σένα.

Είναι σημαντικό να νιώθεις πως είσαι ζωντανός μετά από χρόνια, όταν πλέον τα έχεις ισοπεδώσει κι εκμηδενίσει όλα μέσα σου. Να νιώθεις, να νοιάζεσαι για έναν άνθρωπο και να έχεις τη λογική με το μέρος σου να μην τον πνίξεις, να μη δείξεις αδυναμία. Να στέκεσαι στο ύψος σου και να αφήνεις τα πράγματα να παίρνουν την τροπή τους.

Ήσουν εκεί, πληγωμένος μεν αλλά σου αναγνωρίζω, δε, την προσπάθειά σου, ότι είχες εστιάσει το ενδιαφέρον σου σε μας. Το έζησες κι εσύ, το απόλαυσες αυτό το ταξίδι κι ας ήξερες ότι δεν οδηγεί κάπου. Ήξερες ότι είχε μια καταλυτική ημερομηνία που όλα αυτά θα λάμβαναν τίτλους τέλους.

Αυτό το καλοκαίρι θυμίζει εσένα. Μια ανύπαρκτη φιγούρα πια, σε βλέπω να κάθεσαι στο γνωστό σημείο στο μπαλκόνι, να με κοιτάς και να μιλάς. Να μοιράζεσαι σκέψεις, λόγια για έρωτες, για δουλειά κι όνειρα. Το χαμόγελό σου, ήταν αυτό που λάτρευα να βλέπω και να χαίρομαι μαζί σου για τα μάτια σου που έλαμπαν από ευτυχία. Μια ευτυχία για λίγους, με μικρή διάρκεια. Δίπλα σου κι εγώ, να ακούω τη φωνή σου και να γαληνεύω. Είχε μια όμορφη μελωδία η χροιά της φωνής σου, τόσο χαρακτηριστική και τόσο διαπεραστική που ακόμα κι αυτήν ερωτεύθηκα.

Ήσουν δίπλα μου, μου έδινες ασφάλεια και σιγουριά. Ήξερα ότι θα χαθούμε στη ρουτίνα μας και σε λίγες μέρες θα μοιραστούμε στιγμές μοναδικές. Κατεβάζαμε το διακόπτη από όλα αυτά που μας χαλούσαν κι αναλύαμε, φιλοσοφούσαμε τα πάντα. Ήσουν ένα γλυκό και τρυφερό  «παρεάκι» που μου ομόρφαινες τα βράδια. Αυτές τις ζεστές καλοκαιρινές νύχτες, που θες να απολαύσεις την ησυχία στο μπαλκόνι, με χαμηλό φωτισμό και μουσική. Αυτό ήταν το πιο ερωτεύσιμο, η συντροφιά κι ο έρωτας να σε απογειώνει.

Σε ερωτεύτηκα, τόσο απλά, τόσο χαλαρά. Υπήρξαν στιγμές που σου έδωσα αγάπη κι ίσως κάποια στιγμή να ένιωσα ότι σε αγαπάω, αλλά ήταν εκείνη τη δεδομένη στιγμή. Δεν καλλιεργήθηκε, δεν αναπτύχθηκε. Έμεινε εκεί στο χρόνο μετέωρη. Σε μια όμορφη ανάμνηση, σε μια επιβεβαίωση ότι υπήρξες, ότι δεν ήταν όνειρο αλλά μια πραγματικότητα.

Κάτι που κανείς δεν μπορεί να σου το στερήσει, ένα δικό μας βίωμα κι είμαι ευτυχισμένη που το έζησα μαζί σου. Είμαι ευγνώμων που το μοιράστηκες μαζί μου, χωρίς ανασφάλειες κι έννοιες. Χωρίς να αισθάνομαι απειλή πως θα υπάρξει κάτι να σε διεκδικήσει για να με γεμίσει αρνητικές σκέψεις. Ήσουν εκεί, ολόκληρος, συγκροτημένος και το έζησες με όλο σου το είναι.

Δεν υπάρχεις πια, όλα ανήκουν σε εκείνο το καλοκαίρι. Ίσως να ήταν ένας έρωτας του καλοκαιριού, που απλά ήταν καρμικό να συμβεί για να εξελιχθούμε και να προχωρήσουμε στο επόμενο στάδιο, σε αυτό που ονομάζουμε «παρακάτω». Ένα όνειρο που ξημέρωσε και δε θυμάσαι τίποτα, μόνο τη γλυκιά γεύση που σου έχει αφήσει.

Σ’ αυτή τη στιγμή, επέστρεψα να ζήσω στο μυαλό μου και να σ’ ευχαριστήσω που υπήρξες συνταξιδιώτης και μου χάρισες ένα απόσπασμα του εαυτού σου. Ένα όμορφο δώρο, άυλο, γεμάτο έρωτα και τρυφερά λόγια, εσύ!

Συντάκτης: Αλεξάνδρα Τσότσου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη