Η πρώτη επαφή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αδιάφορη, μερικά βλέμματα, ένα «χαίρω πολύ» κι ίσως κάποιο αστείο να σπάσει ο πάγος. Η νέα γνωριμία δε θα σου έμενε στο μυαλό αφού δε σε είχε εντυπωσιάσει ιδιαίτερα, μπορεί να σε κοίταζε, να χαμογέλαγε κιόλας, αλλά μέχρι εκεί. Ώσπου μίλησε, εξέφρασε απόψεις, διέκρινες μια αυταρέσκεια και μια κάποια αυτοπεποίθηση που δεν τη περίμενες κι ένιωσες το κοντέρ της αντιπάθειας να ανεβαίνει επικίνδυνα.

Η αλήθεια είναι πως δε σου είχε ξανατύχει και σου άρεσε που βρήκες ένα μυαλό στα κυβικά σου, να μπορείς να κάνεις παιχνίδι. Κάποιον που καταλάβαινε τα υπονοούμενά σου κι ήξερε να ελίσσεται. Εκεί όμως ήταν το πρόβλημα, επειδή ακριβώς δε σου είχε ξανασυμβεί, δεν ήξερες πώς να διαχειριστείς την όλη κατάσταση κι η πρώτη σου αντίδραση απέναντι στο άγνωστο που σε ενθουσίαζε ήταν η αντιπάθεια. Ακόμη η όλη στάση του έδειχνε πως πρόκειται για έναν εξαιρετικά δυνατό αντίπαλο και το χαρτί της αδιαφορίας το έπαιζε καλύτερα από σένα.

Δε μοιάζατε ιδιαίτερα κι ήταν εμφανές απ’ την αρχή. Εκείνος μίλαγε όπου χρειαζόταν, θεωρούσε τη σιωπή προτέρημα καθώς γνώριζε τη δύναμη των ματιών, εσύ απ’ την άλλη ήσουν απίστευτα κοινωνική και γέλαγες έντονα με τα αστεία των γύρων σου, τον αντιπάθησες όμως όχι γιατί πράγματι το άξιζε, αλλά γιατί σε εκνεύριζε που έβλεπε πίσω απ’ το προσωπείο σου. Ένα προσωπείο που έχτισες με μεγάλη μαεστρία, έρχεται κάποιος ξένος με αέρα νομίζοντας ότι μπορεί να σε αποκωδικοποιήσει καταλαβαίνοντας πότε ειρωνεύεσαι πίσω απ’ τις λέξεις κι απαντώντας σου καταλλήλως.

Για αυτό ζορίζεσαι, εκνευρίζεσαι κι αντιπαθείς. Αντιπαθείς έντονα και σκέφτεσαι πολλές διαφορετικές απαντήσεις για να τον αποστομώσεις. Μερικές φορές το πετυχαίνεις, μερικές όχι κι αυτό ακριβώς σε ιντριγκάρει ακόμη περισσότερο. Έτσι η φαινομενική αντιπάθεια που έπεισες τον εαυτό σου ότι νιώθεις δεν είναι παρά τίποτα άλλο από ένταση, πάθος κι ίσως -πού ξέρεις- στην πορεία εξελιχθεί και σε έρωτα.

Γιατί είναι μαγεία να βρεις ένα μυαλό που θα σε καταλαβαίνει κι ας κοντράρει, έναν άνθρωπο έξυπνο που θα ξέρει να σε παίξει και να μη νιώθεις ότι παίζεις μονόπρακτα όλη την ώρα. Να διατηρεί την ένταση μες στην ατμόσφαιρα και να τη μεγεθύνεις χωρίς να επιτρέπει σε άλλους να αντιληφθούν το παραμικρό.

Ε τώρα αν τύχει αυτό το συγκεκριμένο τυπάκι να το αντιπαθήσεις στην αρχή, είσαι πολύ τυχερός γιατί έμαθες από πρώτο χέρι πώς είναι να κοντράρεσαι με έναν άνθρωπο και να σου αρέσει. Να αντιλαμβάνεται πίσω απ’ τις λέξεις και να γελάτε με τα ίδια -ανύπαρκτα για τους άλλους- αστεία.

Όποιον αντιπαθήσεις, έχει συμβεί για κάποιο συγκεκριμένο λόγο, είτε γιατί τον θεώρησες κάθαρμα, υπερόπτη ξιπασμένο είτε γιατί φάνηκε εξαρχής σημαντικός κι επικίνδυνος αντίπαλος με την ευκολία που σου έσπαγε τα νεύρα, που σου ήταν αδύνατον να μην τον αντιπαθήσεις.

Άνθρωπος που δε σε ξέρει κι αντιλαμβάνεται τόσο εύκολα τα κουμπιά σου, να τον φοβάσαι και να τον αντιπαθείς. Έτσι έμαθες κι ευτυχώς που άλλαξες τακτική γιατί ακριβώς το γεγονός ότι σε κατάλαβε τόσο εύκολα, έπρεπε αντί να φοβίσει, να σε ενθουσιάσει και να γουστάρεις περισσότερο.

Όταν ο άλλος σε τσαντίζει, τον βλέπεις και νευριάζεις, θες να του βγάλεις τα μάτια, μήπως φιλαράκι την πάτησες; Μήπως στην τελική ο λόγος που θέλεις να του βγάλεις τα μάτια είναι άλλος;

Συντάκτης: Βέρα Πάρδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη