Έρωτας. Συναίσθημα μαγικό, μεθυστικό, για άλλους βαθύ, για άλλους ρηχό, για άλλους ευχή, για άλλους κατάρα. Κι όμως, η ζωή δε θα άξιζε το ίδιο αν δεν υπήρχε ο έρωτας. Αυτός επιλέγει για σένα πριν από σένα και δε σε προειδοποιεί για όσα μπορεί να ακολουθήσουν.

Βλέπεις, όσο γλυκός και αν είναι, υπάρχουν στιγμές που μπορεί να γίνει σκληρός, αδυσώπητος  κι εγωιστής. Μπορεί τη μία στιγμή να σε ανεβάζει στον έβδομο ουρανό και την άλλη να σε προσγειώνει απότομα στη γη κι όχι πάντα ομαλά. Αυτό κάνει τον έρωτα τόσο ξεχωριστό, η υπερβολή του. Γιατί έρωτας χωρίς υπερβολές κι ακραία συναισθήματα δεν είναι έρωτας.

Όσο λογικός κι αν είσαι, λοιπόν, ως άνθρωπος, έρχεται μια μέρα στη ζωή σου που σου ανατρέπει όλη την κοσμοθεωρία σου. Φτάνει ένα βλέμμα, ο καθρεφτισμός των δικών σου ματιών μέσα στα δικά του για να ταρακουνηθεί κάτι μέσα σου, για να χάσεις τη γη κάτω απ’ τα πόδια σου, για να ξεχάσεις το όνομά σου, για να νιώσεις όπως δεν είχες ξανααισθανθεί ως τώρα.

Γιατί είναι σπάνιο να ερωτεύεσαι με αυτόν τον τρόπο κι όταν αυτό συμβεί, θες να το ζήσεις άνευ όρων, θες να παραδοθείς σε αυτήν την ακαταμάχητη έλξη που νιώθεις, θες για μία φορά να αφεθείς απόλυτα σε αυτό που αισθάνεσαι. Και κάπου εκεί τα πρώτα σημάδια του έρωτα κάνουν την εμφάνισή τους.

Χάνεις ξαφνικά την όρεξή σου, χάνεις τον ύπνο σου, ενώ για συγκέντρωση ούτε λόγος. Με λίγα λόγια χάνεις για λίγο τον ίδιο σου τον εαυτό. Μέσα σου κυριαρχεί το χάος, αγωνία, λαχτάρα, ένταση, φόβος. Φόβος γιατί δε θες να τελειώσει αυτό που νιώθεις, φόβος γιατί δεν ξέρεις τι νιώθει κι η άλλη πλευρά, φόβος γιατί οι λέξεις μοιάζουν πολύ μικρές για να περιγράψεις τι γίνεται μέσα σου, φόβος γιατί δεν ξέρεις πώς να το διαχειριστείς.

Δε γεννιούνται όλοι οι έρωτες κάτω απ’ τις πιο ευνοϊκές συνθήκες. Κάποιες ιστορίες, ίσως είναι απ’ την αρχή καταδικασμένες να μη γραφτούν, να μη συνεχίσουν, να μην ανθίσουν. Ίσως να είναι οι λεγόμενες ιστορίες πυροτέχνημα, που έρχονται να σου ταράξουν τα νερά, να σε βγάλουν απ’ τη ρουτίνα στην οποία είχες υποπέσει και να αφυπνίσουν μέσα σου ένα κομμάτι που για καιρό βρισκόταν σε χειμερία νάρκη.

Η καρδιά μπαίνει και πάλι σε λειτουργία, χτυπώντας δυνατά και κάνοντάς σε να νιώσεις δυνατός και ταυτόχρονα μικρός και ανίσχυρος, γιατί όταν αυτή αποφασίζει, εσύ δεν μπορείς να κάνεις τίποτα άλλο πέρα απ’ το να την ακούσεις και να χορέψεις στο ρυθμό που σου επιτάσσει.

Κι όταν δεις, επιτέλους, ότι υπάρχουν δείγματα κι απ’ την άλλη πλευρά, καθώς στον έρωτα τίποτα δεν είναι σίγουρο, εκεί η κατάσταση σοβαρεύει, γιατί κάποιος πρέπει να κάνει την αρχή, κάποιος πρέπει να είναι ο δυνατός που θα τολμήσει να αποκαλύψει την αλήθεια του, όντας έτοιμος να δεχτεί οποιαδήποτε απάντηση ή συνέπεια.

Κι εκεί ακριβώς μπορεί να ξεκινήσει ένας φαύλος κύκλος συναισθημάτων κι αντιδράσεων, ο οποίος τα περιέχει όλα: βλέμματα μαχαίρια, σκληρές άμυνες, στιγμές αμηχανίας, στιγμές έντασης, έντονες διαφωνίες, δειλία, φόβο, αναποφασιστικότητα, εγωισμό, άρνηση, εσωτερικές συγκρούσεις, μα και μικρές στιγμές ευτυχίας και γλύκας.

Περίεργο πράγμα ο έρωτας, διώχνεις τον άλλο από δίπλα σου, όταν θες να του φωνάξεις με όλη σου τη δύναμη να μη φύγει, να μείνει δίπλα σου, να σου πει αυτά που έχεις ανάγκη να ακούσεις. Έτσι είναι ο έρωτας, όμως, δεν είναι λογικός, μας κάνει να παραφερόμαστε, να αντιδρούμε σπασμωδικά ακολουθώντας το ένστικτό μας και να μην παίρνουμε πάντα τις πιο σωστές αποφάσεις.

Κι εκεί έρχεται το μεγάλο ερώτημα: Αντέχεις να ρισκάρεις τα πάντα για να το ζήσεις; Είσαι πρόθυμος να απαρνηθείς την πραγματικότητα που έχεις χτίσει;  Είσαι έτοιμος να αναλάβεις την ευθύνη της απόφασής σου; Έχεις το θάρρος να πληγώσεις ανθρώπους για κάτι που δεν ξέρεις αν καταλήξει κάπου, για κάτι που δεν είναι σίγουρο κι ασφαλές;

Γιατί η πικρή αλήθεια είναι πως στον έρωτα συνεχίζουν οι δυνατοί, εκείνοι οι γενναίοι που ξέρουν πώς είναι να βγαίνεις μπροστά, να αναλαμβάνεις την ευθύνη των πράξεών σου, να δέχεσαι με αξιοπρέπεια τα πυρά της απόφασής σου, αλλά παρ’ όλα αυτά να κλείνεις τα μάτια και να ακολουθείς το μονοπάτι που διάλεξε η καρδιά σου.

Ακόμα κι όταν ο άλλος κάνει πίσω, αποφασίζει να σε αδειάσει και να απομακρυνθεί ατάκτως σαν φυγάς, χωρίς εξηγήσεις και χωρίς μια συγγνώμη και να υιοθετήσει μια ψυχρή και παγερή στάση υποκρισίας, εσύ το δέχεσαι. Πονάς, θυμώνεις, απογοητεύεσαι, αλλά το δέχεσαι και απομακρύνεσαι κι εσύ, γιατί προσπάθησες, όσο σου επέτρεψαν οι αντοχές κι η αξιοπρέπειά σου.

Θα μπορούσε, λοιπόν, η δική σας ιστορία, αν γραφόταν ποτέ, να ήταν ωραία και ξεχωριστή. Εσύ θα ήσουν το συναίσθημα κι αυτός η λογική, εσύ θα του έβγαζες έναν καλύτερο κι ευγενικότερο εαυτό κι αυτός μια πιο ήρεμη και γλυκιά πλευρά σου. Μπορεί όμως κι όχι. Κανείς δε θα μάθει τι πραγματικά ένιωσε ο ένας για τον άλλο, τι σκέφτηκε ο ένας για τον άλλο. Η ιστορία χάθηκε στη σιωπή, γιατί τελικά δεν το ‘χε η μοίρα σας.

 

Συντάκτης: Αλεξάνδρα Γεώργα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη