Έχεις μπροστά σου τον άνθρωπο που εσύ επέλεξες να βαδίσετε για όσο αντέξετε συνοδοιπόροι στη ζωή. Το άτομο που όταν τον γνώρισες ξόδεψες βράδια ολόκληρα να σκέφτεσαι πώς θα ήταν η ζωή σας ως ζευγάρι και τα όνειρα έδιναν κι έπαιρναν. Το χαμόγελό σου πλησίαζε απειλητικά τ’ αυτιά σου και η αισιοδοξία σε ανέβαζε στο πέμπτο σύννεφο.

Όμως, θες οι συνθήκες, θες οι χαρακτήρες, θες ο καιρός που πέρασε κι ίσως τα μικρά και μεγάλα προβλήματα της καθημερινότητας, σε έφεραν σε μια κατάσταση που νιώθεις σαν ένα καλά κουνημένο μπουκαλάκι αναψυκτικού με οριακά λασκαρισμένο το καπάκι. Ασφυκτιάς απ’ όσα δεν είπες την ώρα που έπρεπε, τα κράτησες μέσα σου και τώρα συσσωρεύτηκαν και νιώθεις παγιδευμένος σε σκέψεις και συναισθήματα.

Κάπου εκεί λοιπόν, το καπάκι αυτό που άντεξε πολλά εκσφενδονίζεται και το αναψυκτικό γίνεται σαμπάνια. Ύβρεις, κατηγορίες και βαριά λόγια ξεστομίζονται. Μαζεμένος πόνος, οργή και αγανάκτηση, ένα κοκτέιλ που μόνο όμορφη γεύση δεν αφήνει. Κοιτάς το σύντροφό σου στα μάτια και μόνο αγάπη δε νιώθεις εκείνη τη στιγμή. Το βλέμμα αλλάζει, το στόμα ανοίγει κι η ένταση ανεβαίνει.

Ξέρεις ποιον έχεις απέναντί σου. Το ξέρεις πολύ καλά. Ξέρεις τι του αρέσει, τι αγαπά, τι φοβάται, τι απεχθάνεται, τι δράκους έχει μέσα του και τους παλεύει. Όλα αυτά μπορούν να γίνουν ένα υπερδύναμο όπλο στα χέρια σου κι εσύ νιώθεις ότι τώρα ήρθε η στιγμή να στρέψεις το όπλο απέναντι στο σύντροφό σου. Μήπως να πω καλύτερα απέναντι στον εχθρό σου;

Μάλλον δε θα σου αρέσει αυτή η τοποθέτησή μου, σωστά; Κι όμως, αυτή είναι η λεγόμενη τοξικότητα σε μια σχέση. Χρησιμοποιώντας βαριές εκφράσεις και βρίζοντας το έτερόν σου ήμισυ, μάλλον δε θέλεις απλώς να βρεις το δίκιο σου, αλλά να βγεις νικητής από μια διαμάχη που με τον τρόπο που γίνεται μόνο ηττημένους μπορεί να έχει. Τι κάνω λάθος; Αν δε θέλεις να υποδουλώσεις τον αντίπαλό σου ποιος ο λόγος να το κάνεις; Επειδή απλώς θύμωσες κι ένιωσες ότι αδικήθηκες; Και γιατί δεν επέλεξες το διάλογο, έστω έναν υψηλό τόνο φωνής κι αντ’ αυτού επέλεξες να μιλήσεις χειρότερα και από νταλικιέρη σε παρολίγον ατύχημα μεσάνυχτα στην εθνική;

Τα πραγματικά δεμένα ζευγάρια συζητούν, μαλώνουν και βελτιώνονται. Συζητούν σημαίνει κάθονται μαζί σε μια ήρεμη στιγμή της ημέρας και ψάχνουν να βρουν λύσεις. Μαλώνουν σημαίνει διαφωνούν επιχειρηματολογώντας μέχρι να βρεθεί η χρυσή τομή. Βελτιώνονται σημαίνει ότι προσπαθούν καθημερινά να μην επαναλάβουν τα ίδια λάθη, που τους έφεραν σε ρήξη και αντιλαμβάνονται τις ανάγκες και τα συναισθήματα του ανθρώπου τους.

Αν, πάλι, δε σε ενδιαφέρει, αν θα πληγώσεις το ταίρι σου, σημαίνει ότι η σχέση θα πρέπει να τελειώσει. Δεν έχει νόημα να επικρατήσεις έτσι κι αλλιώς σε μια διαμάχη που εξ αρχής δε σε νοιάζει πού θα καταλήξει. Δε χρειάζεται λοιπόν πίσω σου ν’ αφήσεις καμένη γη. Ο σύντροφός σου δεν είναι αντίπαλος, ούτε αντίδικος σε κάποια αίθουσα δικαστηρίου. Έχει ψυχή, η οποία, όσο κι αν δεν το καταλαβαίνεις εκείνη τη στιγμή δέχεται τις επιπτώσεις και πονάει πολύ.

Κι όχι, όσο και να προσπαθήσεις αφού εκτονωθεί η κατάσταση, να τα πάρεις πίσω, δε θα το καταφέρεις. Είναι σαν να έχεις στα χέρια σου ένα κομμάτι χαρτί. Αν το τσαλακώσεις, όσο και να το τεντώσεις μετέπειτα, τίποτα δε θα μπορέσει να το επαναφέρει στην αρχική του κατάσταση.

Το να χρησιμοποιείς τα τρωτά σημεία του συντρόφου σου δε σε καθιερώνει ως νικητή στον πόλεμο που εσύ ξεκίνησες. Τουναντίον, σε καθιστά δειλό και χειριστικό, άξεστο κι εκδικητικό, εγωιστή και μικρόψυχο. Σ’ αυτόν τον καβγά ο άλλος έχει ήδη συνειδητοποιήσει τη γνώμη που καλά έκρυβες για εκείνον. Κι επειδή έχεις έναν άνθρωπο με ψυχή απέναντί σου τον πληγώνεις βαθιά, ακόμη κι αν δεν ήταν ο αρχικός σκοπός σου.

Μέσα σου φαίνεται πως αυτό ακριβώς ελλόχευε ως σκοπός: να τον πονέσεις, να τον πληγώσεις, να του «χτυπήσεις» πράγματα και καταστάσεις που πονούν, καθώς το εγώ σου έγινε ανώτερο απ’ το εμείς.

Ο άνθρωπος αυτός ήταν συνειδητή επιλογή σου. Κάτι βρήκες σ’ αυτόν απ’ όσα έψαχνες. Κάτι σε κέρδισε, κάτι σε τράβηξε, ρε παιδί μου, κάτι σε έκανε να νιώσεις πως αξίζει να μπεις στα μονοπάτια μιας σχέσης. Αυτομάτως όταν βρίζεις, κατηγορείς, εξευτελίζεις, χειραγωγείς και πληγώνεις, είναι σαν να τα κάνεις όλα αυτά απέναντι στον ίδιο σου τον εαυτό. Ήταν επιλογή σου ο άνθρωπος αυτός. Κάπως, κάπου, κάποτε, πρόσφατα ή όχι, επέλεξες αυτή τη σχέση.

Δεν είσαι μωρό. Αν δε σου αξίζει ή διαπιστώνεις ότι δεν είναι για σένα, απλώς φύγε. Αθόρυβα, διακριτικά κι όσο γίνεται πιο ομαλά. Πρώτα από σεβασμό απέναντι στον ίδιο σου τον εαυτό κι έπειτα από σεβασμό στο άτομο που έχεις απέναντί σου. Ήσυχος στη συνείδηση, τίμιος και σωστός. Άνθρωπος, όχι ανθρωπάκι.

Το θέμα είναι λοιπόν να μην το κάνεις. Να μη φτάσεις σ’ αυτό το σημείο. Μίλα εξ αρχής για όσα σε απασχολούν ή σε ενοχλούν. Μίλα με συζήτηση, ενσυναίσθηση, έπειτα από ώριμη σκέψη και με γνώμονα το κοινό σας καλό. Με την επιθυμία να λυθούν τα προβλήματα ένα-ένα, όχι να διογκωθούν. Μίλα σκεπτόμενος ότι απέναντί σου έχεις τον άνθρωπο που θες, γουστάρεις ή αγαπάς, όχι έναν εχθρό που θέλεις να καταρρίψεις. Μίλα με ειλικρίνεια, έτοιμος ν’ ακούσεις και ν’ ακουστείς, με ηρεμία και ευγενικό λόγο. Λόγο ψυχής κι όχι λιγοψυχίας. Λόγο αγάπης κι όχι οργής. Χωρίς εγωισμό κι άλλα ενστικτώδη συναισθήματα που δεν αρμόζουν σε τέτοιες καταστάσεις.

Θα δεις πως έτσι είναι πιο εύκολο τελικά. Θέλει προσπάθεια στην αρχή, αλλά αξίζει τον κόπο. Γιατί μετά όλα μοιάζουν πιο εύκολα, τα προβλήματα μικρότερα, η προσπάθεια θα είναι συνειδητή και απ’ τις δυο μεριές και το σημαντικότερο: δε θα πέφτετε ματωμένοι για ύπνο, ούτε με δεύτερες σκέψεις, αλλά αγκαλιά με την καρδιά ξαλαφρωμένη.

Κι η μέρα που θα ξημερώσει θα είναι καλύτερη απ’ την προηγούμενη.

 

Συντάκτης: Μαρία Χαρδαλιά
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου