Κρεβατομουρμούρα. Μία λέξη, χιλιάδες πονοκέφαλοι. Ο πολυλογάς θυμάται ό,τι δεν είπε μες στη μέρα την ώρα που ξαπλώνει με το σύντροφό του κι ο άλλος, ο έρημος, που θέλει να κοιμηθεί ήσυχα κι ωραία φτύνει τον κόρφο του. Παράπονα και γρίνιες, ανεξαρτήτως φύλου, καθώς αυτό δεν είναι παρά ένα ξεπερασμένο στερεότυπο.

Φυσικά, το καλύτερο μέρος για κουβεντούλα είναι το κρεβάτι. Όλοι έχουμε ανάγκη να βγάλουμε ό,τι κρατάμε στο μυαλό μας και λίγο πριν τον ύπνο είναι η απόλυτη στιγμή χαλάρωσης κι υπερανάλυσης. Τι, δεν είμαστε μαζί για να λέμε ό,τι βλακεία μας έχει κολλήσει, ακόμα κι αν είναι τελείως άκυρη; Με ποιον θα συζητήσουμε ό,τι μας κατέβει στο κεφάλι; Ποιος θα μας δώσει καλύτερη συμβουλή αν όχι ο άνθρωπος που μας αγαπάει; Άσχετο που το καίμε πολλές φορές και δημιουργούνται ημικρανίες απ’ το τίποτα. Όσο πιο πολύ σκέφτεσαι κι αναλύεις κάτι, τόσο πιο πολύ πονοκεφαλιάζεις κι εσύ κι ο σύντροφος σου. Άλλο θέμα, όμως, αυτό.

Ας σταθούμε λίγο και στα θετικά της μουρμούρας γενικά και της κρεβατομουρμούρας ειδικά. Όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται, είναι μικρή καθημερινή συνήθεια μέσα στη σχέση κι όπως καθετί που επαναλαμβάνεται και γίνεται γλυκιά ρουτίνα, δένει το ζευγάρι. Αρνητικό και κουραστικό καταντά αν λέγονται διαρκώς τα ίδια. Αν πετάμε μπηχτές και δε λέμε ξεκάθαρα τι θέλουμε, τότε, ναι, θα καταλήγουμε όχι μόνο να έχουμε γκρίνια, αλλά και νεύρα.

Συνήθως στη λεγόμενη κρεβατομουρμούρα, αρχίζεις και μιλάς και μιλάς και μιλάς μέχρι που κάποια στιγμή ο άλλος δεν απαντά, γιατί αποκοιμιέται. Όχι ότι αυτό θα σε σταματήσει κιόλας. Κι ας μιλάς στον τοίχο δε σε ενδιαφέρει, απλώς θέλεις κάπου να το πεις αυτό που σου ήρθε στο μυαλό γιατί θα σκάσεις. Οπότε είναι η κατάσταση win-win κι αυτός κοιμάται κι εσύ τα είπες και ξέσπασες για να σου φύγουν απ’ το μυαλό.

Ένα άλλο καλό της κρεβατομουρμούρας, επίσης, είναι ότι μπορεί να προκύψουν και σοβαρές συζητήσεις. Πόσες φορές απ’ το τίποτα, μπορεί να βγει κάτι σημαντικό στην επιφάνεια; Δεν είναι, λοιπόν, απαραίτητα κουραστική, μπορεί να γίνει κι ενδιαφέρουσα κι εξομολογητική. Εκτονώνει τα άγχη, την υπερένταση κι ανακαλύπτεις λίγο ακόμα τον άνθρωπό σου.

Ποια είναι η καλύτερη ώρα, για όλους, για να πουν όσα σκέφτονται, για να γκρινιάξουν, να παραπονεθούν, να τα πουν για να ξεσπάσουν; Το βράδυ, ασυζητητί. Τότε που κλείνουν τα φώτα κι ανάβουν τα λαμπάκια του εγκεφάλου, ο οποίος δουλεύει ασταμάτητα προσπαθώντας να λύσει τα προβλήματά σου, από υπαρξιακά μέχρι κουτσομπολιά. Απ’ το τι φαγητό να φτιάξουμε να φάμε αύριο, μέχρι το πού πάμε και γιατί υπάρχουμε.  Και φυσικά, όταν έχεις τον άνθρωπό σου δίπλα σου, την ώρα που η σκέψη τρέχει με διακόσια, θα θέλεις να τα μοιραστείς μαζί του.

Γενικά, το να μοιράζεσαι τα παράπονά σου και τις ανησυχίες σου είναι κάτι υγιές. Εκτονώνονται, δε σου γίνονται εμμονές, δε δημιουργούνται παρεξηγήσεις για κάτι που εσύ κατάλαβες λάθος, μιλάς, συζητάς και προσπαθείς να το ξεπεράσεις. Είτε έχει να κάνει με τον άνθρωπό σου είτε με κάτι άλλο, έξω από αυτόν. Όλα είναι στο παιχνίδι.

Η κρεβατομουρμούρα –η νυχτερινή συζήτηση θα το πω  εγώ, εσείς όπως θέλετε πείτε το– δεν καταλήγει πάντα σε τσακωμό, όπως μπορεί να νομίζουμε συνήθως, αλλά και σε μεταμεσονύκτιες εξομολογήσεις που καταπολεμούν την αϋπνία και τα νεύρα. Τώρα αν κοιμηθείτε τελικά ή όχι, δεν το ξέρω, αλλά όλο και κάτι καλό  θα βγει στο τέλος.

 

Συντάκτης: Σοφία Μπουμπάρη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη