Όλοι είμαστε αστέρια και φωστήρες να λύνουμε τα ερωτικά και τα ψυχολογικά των άλλων. Για τα δικά μας, όμως; Μπορεί να είμαστε εξπέρ στις αερολογίες και στις θεωρίες περί ανέμων κι υδάτων, αλλά μένουμε εκεί. Στις θεωρίες. Για πράξεις ούτε λόγος.

Μένεις στο ψυχανέμισμα κι έχεις γίνει εξπέρ στο να καταλαβαίνεις τι θέλει κάποιος, αλλά ξεχνάς πως όλα αυτά για να έχουν νόημα πρέπει να πραγματώνονται σε μία πράξη. Αν θέλεις να έρθεις κοντά με κάποιον δε χρειάζονται στρατηγικές, θεωρίες και τακτικές, ή ατελείωτες συζητήσεις με τον περίγυρό σου για να δεις τι θέλει ο άλλος από εσένα. Πράξεις χρειάζονται και μάλιστα δραστικές γιατί αλλιώς υπάρχει κι ο κίνδυνος της εμμονής και του ότι μένεις σε κάτι γιατί απλά σου είναι απωθημένο και δεν το τόλμησες ποτέ.

Κι είμαστε τώρα για απωθημένα; Η ζωή είναι πολύ μικρή γι’ αυτά. Καλύτερα να έχεις τύψεις γιατί δοκίμασες κάτι και δε σου βγήκε, παρά γιατί δεν προσπάθησες ή δεν τόλμησες καν. Στην πρώτη περίπτωση μαθαίνεις, στη δεύτερη χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο. Έχει γεμίσει ο τόπος ανθρώπους που φοβούνται, ανθρώπους εγωιστές, ανθρώπους μόνους. Γιατί περιμένουν την κατάλληλη στιγμή για να δράσουν, η οποία δεν έρχεται ποτέ. Κι αν έρθει, δε θα κάνουν τίποτα. Γιατί όταν γυρίζει κάτι τόσο πολύ στο μυαλό σου, μετά κομπλάρεις και δεν μπορείς να το χειριστείς, γιατί το έχεις μεγαλοποιήσει εσύ από μόνος σου.

Το να σκέφτεσαι και να καταλαβαίνεις μια κατάσταση γύρω σου, καλό είναι, δεν είναι κακό. Απλά η καλύτερη στρατηγική για να κερδίσεις τον πόλεμο είναι μία: να δείξεις, να προσπαθήσεις, να κάνεις. Δεν έχει νόημα να κολλάς και να ψάχνεις να βρίσκεις  λύσεις στο μυαλό σου. Οι λύσεις έρχονται απ’ την ουσιαστική συναναστροφή σου με τον άλλο.

Κι απ’ την άλλη, μέσα σε μία κατάσταση, είτε σχέση είτε σχεδόν σχέση, ψάχνεις λύσεις δεξιά κι αριστερά, συζητάς με τις ώρες γιατί έκανε αυτό, γιατί έγινε έτσι, κλπ, κλπ. Ό,τι ψάχνεις, όμως, να βρεις μόνο εσύ μπορείς να το βρεις.  Μόνο εσύ ξέρεις ουσιαστικά τον άνθρωπο απέναντί σου, κανείς άλλος με καμιά θεωρία δεν μπορεί να έχει δίκιο, εκτός από εσένα. Θέλεις να μάθεις κάτι; Ρώτα. Θέλεις να δείξεις κάτι;  Δείξ’ το. Τόσο απλό.

Έχουμε χτίσει θεωρίες επί θεωριών πάνω στον έρωτα. Προσπαθούμε να τον βάλουμε σε κουτάκια, να τον χωρίσουμε σε κατηγορίες, αλλά γίνεται αυτό; Όλοι καλοί είμαστε στο να κρίνουμε, να βγάζουμε συμπεράσματα και να κάνουμε στρατηγικές, αλλά πολλές φορές τα λογαριάζουμε όλα χωρίς τον ξενοδόχο κι εκεί έγκειται το πρόβλημα. Σε όλες τις συναναστροφές θέλει δύο. Όλα τα άλλα είναι μισές καταστάσεις κι εσύ είσαι ένας ολόκληρος άνθρωπος, που θέλεις μία ολόκληρη, γεμάτη ζωή.

Μη δέχεσαι τη μισή λύση του προβλήματος. Κι αν ακούσεις κάποιον πάλι να σου αραδιάζει θεωρίες για το πώς πρέπει να κάνεις κάτι, ρώτησε τον αυτός τι κάνει από όλα αυτά; Αδιαμφισβήτητα οι φίλοι μας μπορούν να δουν πιο καθαρά από εμάς κάποιες φορές, γιατί εθελοτυφλούμε, αλλά και πάλι αυτό θα είναι η μισή αλήθεια, μόνο η αλήθεια σύμφωνα με τον εαυτό μας. Η άλλη μισή βρίσκεται στον άλλο.

Κι εσύ μετά με τη σειρά σου, κάθε φορά που κρίνεις κάποιον για μια επιλογή του και του κάνεις κήρυγμα για το τι θα έπρεπε να κάνει, σκέψου ότι γενικό θεώρημα στον έρωτα δεν υπάρχει κι ότι η λύση της εξίσωσης είναι η αναγωγή στη μονάδα.

Οπότε ας αφήσουμε την πολλή θεωρία κατά μέρους κι ας αρχίσουμε να προσπαθούμε να κάνουμε και να ζούμε λίγο πιο πολύ. Κι ας σταματήσουμε να σκεφτόμαστε και να αναλύουμε τα πάντα. Έτσι πληγώνουμε -και πολλές φορές χωρίς λόγο- τη δική μας καρδιά.

Συντάκτης: Σοφία Μπουμπάρη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη