Υπάρχουν οι ντόμπροι. Αυτοί που θα έρθουν και θα σου πουν τα πράγματα με τ’ όνομά τους, χωρίς μισόλογα. Σταράτα, το και το. Δε θ’ αφήσουν τίποτα στη μέση ούτε θα σ’ έχουν στο περίμενε γεμάτο αγωνία. Είναι κι εκείνοι οι άλλοι, που αρέσκονται να σε παιδεύουν λιγάκι. Δε στα λένε όλα με τη μία. Θέλουν να σε τυραννήσουν, να σε βάλουν να σκεφτείς και να το ψάξεις λίγο.

Θα ξεκινήσουν μια κουβέντα και θα την αφήσουν στη μέση. Θα πετάξουν ένα υπονοούμενο και θα το αφήσουν να πλανάται στον αέρα φεύγοντας, ρίχνοντάς σου μια πονηρή ματιά. Στο χέρι σου είναι να το πιάσεις ή να τ’ αφήσεις να πέσει κάτω.

Αλλά είμαστε απ’ αυτούς που τους αρέσει να παιδεύονται. Μόλις αντιληφθούμε ότι κάτι υπονοείται θα σπάσουμε το κεφάλι μας να βρούμε τι είναι αυτό που κρύβεται πίσω απ’ τα λόγια εκείνων που μας άναψαν τη φωτιά. Τη βρίσκουμε με τις σπαζοκεφαλιές που ακονίζουν το μυαλό μας.

Αφού λατρεύουμε τα υπονοούμενα. Και πώς να μην το κάνουμε; Μας ιντριγκάρουν, μας καλούν ν’ ανακαλύψουμε και ν’ αποκαλύψουμε όσα οι άλλοι γνωρίζουν και κρατούν κρυμμένα, περιμένοντας από μας να τα φέρουμε στην επιφάνεια. Για όλα φταίει αυτή η έξαψη που νιώθουμε, όταν σαν μικροί εξερευνητές πρέπει ν’ ακολουθήσουμε τα σημάδια που θα μας οδηγήσουν στη λύση του μυστηρίου. Και ποιος δεν αναστατώνεται όταν πρόκειται για μυστήριο;

Οι κεραίες μας τεντώνονται και το μυαλό μας παίρνει στροφές, βάζοντας στη σειρά τα κομμάτια. Νιώθουμε το αίμα να φέρνει χρώμα στα μάγουλά μας, καθώς ερεθίζεται η περιέργειά μας. Οι προκλήσεις πάντα μας ενεργοποιούν, ωθώντας μας στη δράση.

Αυτές οι σπόντες είναι ικανές να διεγείρουν τη φαντασία μας και να μας κάνουν να αισθανόμαστε ότι θα σκάσουμε, αν δεν καταφέρουμε να βρούμε τι εννοούσε αυτός που πέταξε το υπονοούμενο.

Βέβαια, ίσως ο ένοχος να μην είχε το θάρρος να πει αυτό που ήθελε να πει και μας το φέρνει πλαγίως, ρίχνοντας το μπαλάκι σε μας. Μετά είναι δική μας υπόθεση αν θα το ψάξουμε ή όχι. Εκείνος δε φέρει πλέον καμία ευθύνη κι έχει τη συνείδησή του ήσυχη, ειδικά σε περίπτωση που το υπονοούμενο αφορούσε κάποιο καλά κρυμμένο μυστικό, το οποίο δε θα έπρεπε να μοιραστεί. Όπως και να ‘χει, καταφέρνει να μας κεντρίσει το ενδιαφέρον και να μας ξεσηκώσει.

Αρκεί, φυσικά, όλες αυτές οι υπόνοιες να έρχονται με μέτρο και να μην είναι κακοπροαίρετες. Διότι όλα θέλουν τη σωστή ποσότητα, αλλιώς κουράζουν. Αν συμβαίνει κάθε μέρα, τ’ αποτελέσματα θα είναι αντίθετα απ’ τ’ επιθυμητά, γιατί η υπερβολή είναι κουραστική και το ενδιαφέρον χάνεται εύκολα.

Επίσης αν οι σπόντες είναι κακεντρεχείς, δε θ’ ασχοληθούμε ιδιαίτερα κι αυτός που τις πετάει θα μπει στη μαύρη λίστα, αφού κανένας δεν επιθυμεί να έχει πάρε-δώσε με κάποιον που δε θα ήθελε να τον πιάσει στο στόμα του.

Τα υπονοούμενα είναι ωραία όταν έρχονται ως πειράγματα. Μας τσιγκλάνε χωρίς να νιώθουμε ότι μας κοροϊδεύουν. Φέρνουν μια παιχνιδιάρικη διάθεση κι ένα πλατύ χαμόγελο, απ’ τα αληθινά, αυτά που τραβούν λίγο παραπάνω τα χείλη και φανερώνουν τα δόντια. Αυτά είναι που μας αρέσουν και μας δένουν, γιατί μοιάζουν λίγο με τα εσωτερικά αστεία των φίλων κι οι στιγμές αυτές είναι που μας κάνουν να εκτιμούμε την ευεργετική επίδραση της παρέας.

 

Συντάκτης: Μαρία Βαή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη