Θυμάσαι πόσο ανυπόμονος ήσουν, όταν βρήκες το σπίτι που θα έμενες τα φοιτητικά σου χρόνια. Πόσο χαρούμενος που θα είχες την ελευθερία σου. Τίποτα και κανένας, πάνω απ’ το κεφάλι σου. Ανεξάρτητος, όλα θα τα έκανες εσύ και δε θα χρειαζόσουν βοήθεια από κανέναν. Έτσι έγινε, ξεκίνησες τα μαθήματά σου, τις βόλτες σου. Γνώρισες καινούργιο κόσμο, άρχισες να βγαίνεις, να ξενυχτάς, να κάνεις παρέες. Έμαθες να μαγειρεύεις ή κάποιες φορές έτρωγες από έξω, ήσουν ένας περήφανος ενήλικας πλέον, που αναλαμβάνει τη δική του ζωή.

Όλα υπέροχα, αλλά κάτι είναι που σου λείπει, κάτι που σε κάνει να μη νιώθεις καλά. Είναι εκείνη η μελαγχολία για το σπίτι σου, για ένα ζεστό πιάτο φαΐ. Έτσι σηκώνεις το τηλέφωνο και παίρνεις τη μαμά σου, της λες πως έχεις πεθυμήσει τα φαγητά της κι εκείνη ετοιμάζει ολόκληρο εστιατόριο, για να σου στείλει. Δεν μπορεί να διανοηθεί πως το παιδί της είναι νηστικό κι έχει ήδη μάθει τα δρομολόγια των λεωφορείων, τρένων κι ό,τι μεταφορικό μέσο υπάρχει για να σου στείλει τα ταπεράκια της, που είναι γεμάτα με τα λαχταριστά φαγητά της.

Διότι ξέρεις πως σαν το φαγητό της μαμάς δεν έχει. Μπορεί να μαλώνετε σαν τον σκύλο με τη γάτα, αλλά πάντα θα είναι ο πιο σημαντικός άνθρωπος στη ζωή σου. Εκείνης τα φαγητά θα είναι τα πιο νόστιμα και κανένας δεν μπορεί να της πάρει την πρωτιά. Είναι εκείνη που μαγειρεύει πιο καλά κι απ’ τους καλύτερους μάγειρες του κόσμου. Μπορεί να σου φέρουν το καλύτερο πιάτο απ’ το πιο ακριβό εστιατόριο, εσύ θα συνεχίσεις να ζητάς το φαγητό της. Κανένας δεν μπορεί να φτάσει το ταλέντο στη μαγειρική της.

Μπορεί πολλές φορές να σου φαίνεται γελοίο και να κορόιδευες όλους εκείνους τους φίλους ή τους γνωστούς που έφευγαν απ’ το σπίτι φορτωμένοι με τα τάπερ της μαμάς τους. Αλλά να που ήρθε η ώρα κι εσύ ο ίδιος να το κάνεις γιατί δεν υπάρχει πιο γευστικό φαγητό απ’ της δικής σου μαμάς. Κι είναι το νοστιμότερο διότι είναι φτιαγμένο με πολλή αγάπη. Την αγάπη που έβαλαν μέσα τα χέρια της μαμάς σου, για σένα και μόνο. Γι’ αυτό και δεν το αλλάζεις με τίποτα στο κόσμο. Ναι, καλό και το βρόμικο, αλλά για πόσο; Θα παραγγείλεις δυο-τρεις φορές αναγκαστικά, αλλά πάντα θα λησμονείς ένα κομμάτι παστίτσιο απ’ τη μαμά. Για αυτό και δε θα ξεχάσεις την επόμενη φορά να πάρεις τάπερ μαζί σου.

Απ’ την άλλη μπορείς να μαγειρεύεις εσύ, αλλά και πάλι το ταλέντο της μαμάς σου δεν το έχεις. Πώς τα καταφέρνει, αναρωτιέσαι, κι είναι τόσο γευστικά ό,τι και να κάνει, ενώ τα δικά σου, αποτυχία ή σκέτη καταστροφή. Προσπαθείς να μάθεις τα κόλπα της, άλλα ξέρεις ότι κανένας δεν μπορεί να την ξεπεράσει. Γι’ αυτό η λύση είναι μία, να έρθει να σου μαγειρέψει ή να σου στείλει τα αγαπημένα λαχταριστά φαγητά της.

Γι’ αυτό μη διστάσεις την επόμενη φορά να γεμίσεις το σακίδιο με τάπερ της μαμάς, διότι αν δεν το κάνεις, θα μετανιώσεις. Υπάρχουν πολλές απολαύσεις σε αυτήν την ζωή και το φαγητό των μαμάδων είναι μία απ’ τις μεγαλύτερες.

Συντάκτης: Σταυρούλα Τζουβάνη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη