Δένεις τα κορδόνια των παπουτσιών σου, σηκώνεσαι στον καθρέφτη και βλέπεις ότι είσαι ένα κουκλί ζωγραφιστό, έτοιμο να σαγηνέψει κάθε παρουσία εκεί έξω. Αφού ακόμη δεν ήρθε η αναθεματισμένη στιγμή των διακοπών, ας κάνουν λίγο υπομονή οι συγχωριανοί με την παρουσία σου. Κοιτάς το πρόσωπό σου στον καθρέφτη, ρίχνεις κι ένα «φτου σου, μωρό μου, φωτιά και λάβρα είσαι» και πηγαίνεις προς την εξώπορτα. Κλειδιά, τσεκ. Κινητό, τσεκ. Κολόνια; Πω. Μυρίζω τέλεια. Τσεκ.

Πιάνεις το πόμολο της πόρτας, το τραβάς προς τα κάτω και την ανοίγεις όλο αυτοπεποίθηση. Δεν έγιναν πολλά, ώσπου να την τραβήξεις ξανά, για να την κλείσεις αυτή τη φορά. Γυρνάς την πλάτη προς την πόρτα, κλείνεις τα μάτια και φωνάζεις με απελπισία: «Τιναφτόρε; Παιδιά, τι ζέστη είναι αυτή;». Μια βόλτα ως το κατώφλι αρκεί για να αισθανθούμε την ξενέρα εκτός σπιτιού. Έτοιμος για βολτάρα και χαμό και να ενημερωθείς τελικά από έναν τρίτο ανεξάρτητο παράγοντα ότι το μέσα είναι καλύτερη επιλογή, είναι χειρότερο συναίσθημα κι απ’ το να ακούς πως στο σπίτι έχετε μπάμιες.

Αρκετά. Κάθε χρόνο τα ίδια. Φέτος το μαρτύριο αυτό θα τελειώσει. Δεν τραβάει και πολύ η παρέα με το κλιματιστικό. Αρπάζεις την υδρόγειο και την αφήνεις στο τραπέζι. Τραβάς την καρέκλα προς τα έξω, κάθεσαι και μπλέκεις τα δάχτυλά σου μεταξύ τους για να ακούσεις εκείνο το πολυπόθητο «κρακ». Θες να πας κάπου πιο δροσερά. Τι φάση; Κάποια γωνιά πάνω στη Γη θα υπάρχει που να μην έχει τόση ζέστη. Μέρος; Άντε τώρα να αποφασίσεις.

Ευρώπη ή Αμερική; Βορρά ή Δύση; Έτσι, γιατί είμαστε κι αποφασιστικοί χαρακτήρες, ρε παιδάκι μου. Δε βαριέσαι. Κλείνεις μάτια, γυρίζεις τη σφαίρα και τρέχεις πάνω της, δείχνοντας με το δάχτυλο τυχαία ποιο μέρος θα είναι ο επόμενος προορισμός που θα σε ανεχτεί. Ζιμπάμπουε; Πού είναι αυτό, ρε παιδιά; Ζιμπά…; Ζει μπα; Η λέξη λέει από μόνη της ότι δεν μπορείς να ζήσεις εκεί. Λογικά, γιατί θα έχει κι εκεί άπειρη ζέστη.

Πφφ. Βάζεις το χέρι κάτω απ’ το πηγούνι για να στηρίζει το κεφάλι, κοιτάς προς τα πάνω, σκεπτόμενος τι να κάνεις και σηκώνεσαι ξεφυσώντας. Πιάνεις ξανά το πόμολο της πόρτας και κλείνεις τα μάτια εκπνέοντας σιγά-σιγά για να γεμίσεις με ηρεμία γι’ αυτό που πρόκειται να αντιμετωπίσεις. «Όλα καλά θα πάνε. Όσο υπάρχουν αποσμητικά υπάρχει ελπίδα». Κι εκείνη τη στιγμή περνάνε μπροστά απ’ τα μάτια σου όλες οι εικόνες κι οι εμπειρίες που ζεις κάθε καλοκαίρι, το λες κι εφιάλτη.

Βλέπεις το λεωφορείο να έρχεται πίτα στον κόσμο. Λες: «Εντάξει, θα έχει κλιματισμό, οπότε όλα καλά». Κάνεις σήμα στον οδηγό κι οι πόρτες ανοίγουν για να επιβιβαστείς. Μεγαλύτερη απογοήτευση δεν μπορούσες να ζήσεις. Όχι μόνο δεν έχει κλιματισμό και δεν μπορείς να αναπνεύσεις με ευκολία, αλλά νιώθεις πως είσαι σαν αντζούγια μέσα σε κονσέρβα που εξάγεται στη Δυτική Ευρώπη. Το μεγαλύτερο θέμα σ’ αυτή την περίπτωση είναι ότι οι υπόλοιπες αντζούγιες της κονσέρβας στην οποία βρίσκεσαι δε σου κάνουν τόσο εύκολη τη διαδρομή.

Ο ιδρώτας ζει και βασιλεύει. Ειδικά η στιγμή που κάποιος θα σε ακουμπήσει είτε κατά λάθος είτε λόγω χώρου θα πρέπει αναγκαστικά να ενώσετε τις δυνάμεις της εφίδρωσή σας. Κάνεις το κεφάλι προς τα δεξιά για να φορέσεις τη φάτσα της ξενέρας με την ησυχία σου και πετυχαίνεις ένα χέρι να κρατιέται απ’ τη λαβή του λεωφορείου. Μάντεψε; Όλες οι ευωδιές φόρα παρτίδα μπροστά σου. Σηκώνεις το κεφάλι ψηλά, ρωτώντας «γιατί» με απόγνωση κι αποφασίζεις να κατέβεις στην επόμενη στάση.

«Να ‘χα δύο μολότοφ με αποσμητικό να τις πετάξω μέσα με τόση μανία να σωθούν όσοι ταλαιπωρούνται», σκέφτεσαι από μέσα σου. Παιδιά, μην ξεχνάτε να ψεκάζεστε με τα αποσμητικά σας. Μην τα χρησιμοποιείτε μόνο στα ραντεβού σας, που εύχομαι δηλαδή να τα χρησιμοποιείται έστω εκεί. Θέλουμε να ζήσουμε ελεύθερα κι όχι να μετράμε τις αναπνοές που θα πάρουμε.

Και δε μας έφταναν όλα αυτά, φυσικά τα ΜΜΕ είναι ένας ακόμη παράγοντας για να μας ανεβάσουν την πίεση στο κεφάλι. Ακούς το μεσημεριανό δελτίο καιρού να λέει πως οι θερμοκρασίες θα είναι χαμηλές και καταλήγεις να τριγυρνάς έξω ανέμελος μέχρι να φας την ξενέρα στην πρώτη σταγόνα ιδρώτα που στάζεις. Το περίεργο της κατάστασης αυτής είναι ότι δεν έχει καμία σωτηρία. Όσα παγωμένα μπουκαλάκια νερό κι αν καταναλώσεις μέσα στην ημέρα ή έστω ρίξεις λίγο πάνω στα μούτρα σου για λίγη ανακούφιση δεν υπάρχει ελπίδα. Πάλι θα θέλεις απεγνωσμένα να φτάσουν οι μέρες των διακοπών σου ή έστω να αλλάξεις πλανήτη μέχρι να τελειώσει το καλοκαίρι στη Γη, αν είναι να απαλλαγείς απ’ τον απελπιστικό αυτό καύσωνα.

Ξέρεις κάτι, όμως;  Όσο ζέστη κι αν κάνει κι ας είσαι διαρκώς σε ετοιμότητα να βγάλεις ό,τι φοράς και να μείνεις με το βρακί, τη γλυκιά αυτή εποχή του χρόνου δε θα την άλλαζες με τίποτα. Ο λόγος; Είναι γεμάτη τρέλες, γι’ αυτό ζήσε την, έστω και σαν ένας υπερήρωας Fantastic Four.

Συντάκτης: Βάιολετ Τζιβρά
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη