Βγαίνεις ραντεβού, αράζεις με φίλους και γνωστούς, πηγαίνεις σε συνεντεύξεις για δουλειά, μιλάς με γείτονες και συγγενείς. Μπορεί η κάθε μία απ΄ αυτές να είναι και μια διαφορετική περίπτωση, υπάρχει όμως σχεδόν πάντα μια ίδια συνισταμένη, η προσπάθειά σου να δείχνεις τον καλύτερο εαυτό σου. Ή μάλλον εκείνο που φαίνεται πως είναι πιο άνετος με τα πράγματα και τις καταστάσεις, αυτόν που είναι ευχαριστημένος με τη ζωή του κι έχει μάθει να περνάει τις μέρες του στο έπακρο.

Κι ας είναι εν μέρει ψέματα όλα αυτά που τους αραδιάζεις με ευκολία, ή έστω μια ωραιοποιημένη εικόνα της πραγματικότητας που ζεις. Φοβάσαι να εκτεθείς και να εξομολογηθείς όλα εκείνα που σε ανησυχούν και σε αγχώνουν. Κάτι μέσα σου σε κρατάει πίσω απ’ το να δώσεις σε κάποιον τρίτο ακόμα και για λίγο το ελεύθερο να σουλατσάρει μέσα στα πιο κρυφά σημεία του μυαλού σου.

Στην αρχή σκέφτεσαι πως μόλις αρχίσεις να μιλάς για όλα αυτά που σε κρατούν ξάγρυπνο το βράδυ, αυτά ξαφνικά θα είναι σαν να παίρνουν σάρκα κι οστά. Και έτσι σίγα-σιγά από μακρινές απωθημένες σκέψεις που καταπιέζεις τα πρωινά, θα γίνουν υπαρκτά προβλήματα, που θα ζητούν πλέον απαιτητικά τις λύσεις και τις απαντήσεις που τόσο καιρό για κάποιο λόγο αρνείσαι να δώσεις.

Φοβάσαι να πεις και να δείξεις ότι δεν είσαι ο χαλαρός και γαμάτος τύπος που προσπαθείς να πουλήσεις, γιατί τρέμεις ότι οι άλλοι θα σε βλέπουν διαφορετικά μετά απ’ όλα αυτά. Σιχαίνεσαι την πιθανότητα ότι κάποιοι μπορεί και να σε λυπηθούν, να σε κοροϊδέψουν ή ακόμα χειρότερα να σε υποτιμήσουν.

Ύστερα με το να μιλήσεις σε άλλους για τις αδυναμίες σου, για όλα εκείνα τα μικρά ελαττώματα σου είναι και κατά κάποιον τρόπο σαν να τα κάνεις ορατά σε αυτούς. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερος σου φόβος απ΄ αυτόν, πως θα έρθει κάποτε η στιγμή που θα μπορέσουν να τα χρησιμοποιήσουν εναντίον σου. Να προσπαθήσουν να σε βλάψουν με όπλα όλα εκείνα που τους εκμυστηρεύτηκες σε μια στιγμή αδυναμίας.

Μα πάνω απ΄ όλα φοβάσαι και την οικειότητα, το δέσιμο που θα έρθει με αυτόν τον άνθρωπο μετά απ΄ τις αποκαλύψεις που θα του κάνεις. Φοβάσαι ότι θα αρχίσει να σου κάνει ερωτήσεις, θα θέλει να μάθει λεπτομέρειες. Θα ρωτάει για τα αίτια, τις αφορμές και τις αντιδράσεις. Κι όταν κάτι σε πονάει, αυτό που θες είναι να ξεχνάς τον πόνο που σου προκαλεί, να μάθεις να ζεις μαζί του. Έτσι το μόνο που θα πετύχεις είναι να ξύσεις νωπές πληγές και να τις κάνει να ματώσουν.

Μετά θα εμφανιστούν κι οι παντογνώστες. Οι κριτές που θα σου καταδεικνύουν ένα ένα τα λάθη που έκανες και πώς θα έπρεπε να έχει γίνει εκείνο και το άλλο. Αυτοί που θα σε πιέζουν να πάρεις τελειωτικές αποφάσεις για πράγματα που ακόμα μέσα σου είναι μετέωρα, αυτοί που θα σε σπρώχνουν να κάνεις κινήσεις που δεν είσαι εκατό τοις εκατό σύμφωνος, αυτοί που θα λειτουργούν αφοριστικά σε ανθρώπους, έρωτες, δουλειές, καταστάσεις, που έχει όμως επιλέξει η δική σου καρδιά.

Γι΄ αυτό και εσύ προτιμάς να μη μιλάς, να δείχνεις σε όλους ότι είσαι κάτι παραπάνω από καλά. Επιτυχημένος, ευτυχισμένος, πλήρως ικανοποιημένος με κάθε σου επιλογή.

Αυτό που πρέπει να κάνεις όμως είναι να βγάζεις πού και πού τον μανδύα του υπερήρωα και να δείχνεις στους άλλους εκείνο που πραγματικά είσαι: Ένας απλός άνθρωπος με μειονεκτήματα. Κι ύστερα να τους αφήνεις να σε αποδεχτούν και να σε αγαπήσουν μαζί μ’ αυτά.

Συντάκτης: Μαρία Τριγώνη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη