Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια μαμά που όσο το παιδί της πήγαινε λύκειο, εκείνη συνέχεια του φώναζε και το μάλωνε γιατί χρησιμοποιούσε πολύ το κινητό του και δεν το άφηνε απ’ τα χέρια του. Μετά από χρόνια το παιδί πήγε πανεπιστήμιο και πέταξε μακριά απ’ το σπίτι αφήνοντάς την πίσω. Η μαμά μόνη της πλέον νιώθει μοναξιά και δεν ξέρει τι να κάνει για να γεμίσει τη μέρα κι ακόμα γκρινιάζει στο παιδί της. Αυτό ήταν το σενάριο νούμερο 1.

Σενάριο νούμερο 2. Μια φορά κι έναν καιρό ένας πατέρας μετά από 40 χρόνια δουλειάς φτάνει επιτέλους στο σημείο της πολύ αναμενόμενης συνταξιοδότησης. Χαρούμενος περνάει τις πρώτες του εβδομάδες χωρίς δουλειά χαλαρώνοντας, μετά όμως η μέρα του είναι πολύ άδεια, δεν έχει πώς να την περάσει και να τη γεμίσει και νιώθει μόνος, με μια μοναξιά που δεν έχει βιώσει ξανά.

Σενάριο νούμερο 3. Μια φορά κι έναν καιρό ένα ζευγάρι παντρεμένο σχεδόν 30 χρόνια αποφασίζει να χωρίσει. Δυο άνθρωποι που είχαν μάθει να περνάνε την ημέρα τους με κάποιον άλλο, να έχουν πάντα κάποιον δίπλα τους να ασχολούνται –γιατί ακόμα και όταν μάλωναν είχαν κάτι να κάνουν– μένουν ξαφνικά μόνοι τους χωρίς κάποιον να γεμίζει τις ώρες τους.

Δεν υπάρχουν μόνο τρία σενάρια αλλά χιλιάδες, μοναξιά είναι δύσκολο πράγμα ειδικά για τις μεγάλες ηλικίες. Και κάπου εκεί, το συνειδητοποιείς, όταν βλέπεις τον γονιό σου να ταλαιπωρείται και να στεναχωριέται, αποφασίζεις να τους εντάξεις στον κόσμο της τεχνολογίας και πιο συγκεκριμένα να τους κάνεις προφίλ στο Facebook έτσι ώστε να έχουν κάτι να ασχολούνται και να περνάνε την ώρα τους.

Ναι, εντάξει καταλαβαίνω τα κίνητρά σου και τους λόγους που το σκέφτηκες, αλλά είναι χειρότερο κι απ’ το να άνοιγες το κουτάκι της Πανδώρας. Οδήγησες τους γονείς σου στη χώρα του Ποτέ, τους έδωσες ο ίδιος στα χέρια του Πίτερ Παν και μην περιμένεις να τους πάρεις πίσω ποτέ. Να σου πω και κάτι άλλο; Τα ήθελες και τα έπαθες. Σιγά μην ξεκολλήσουν τώρα.

Βέβαια, δε φτάνει μόνο αυτό, είναι οι ατέλειωτες ερωτήσεις, τα τηλεφωνήματα στις 3 το βράδυ για να σε ρωτήσουν γιατί δεν μπαίνει το κινητό στην εφαρμογή και τι κάνουν λάθος -λες κι είσαι εκεί και μπορείς να ξέρεις–, εννοείται πως δεν το καταλαβαίνουν αυτό γιατί υποτίθεται ότι τα ξέρεις όλα ή ότι έχεις μαντικές ικανότητες -σε περίπτωση που όντως έχεις, θα σε παρακαλούσα να μοιραστείς μαζί μου πέντε νουμεράκια.

Η κάτω βόλτα δεν έχει σταματημό, δε μαγειρεύουν, δεν πλένουν, δεν αφήνουν το κινητό απ’ τα χέρια τους κι εννοείται πως κοιτάνε ήδη για καινούριο κινητό γιατί πρέπει να έχουν την καλύτερη δυνατή συσκευή. Μια φάση είναι, μην πανικοβαλλόμαστε. Θα περάσει και θα επιστρέψουμε όλοι στην καθημερινότητά μας. Είναι για καλό σκοπό, πρέπει να το αποδεχτούμε.

Οι γονείς μας μεγαλώνουν κι οι δικές μας οι υποχρεώσεις αυξάνονται με συνέπεια να μην μπορούμε να αφιερώσουμε τον χρόνο που πρέπει σε εκείνους∙ είναι λυπηρό, αλλά κι αλήθεια. Δεν πειράζει, μπορούν να κάνουν παρέα με τον Παν κι ας μας ταλαιπωρούν όταν μπλοκάρουν τις συσκευές τους ή όταν θέλουν να μάθουν τι είναι το Instagram την ίδια ώρα που εσύ σιδερώνεις.

Η αγάπη μας για τους γονείς μας δεν εξαντλείται, το ίδιο θα έπρεπε να κάνει κι η υπομονή μας. Δεν πειράζει που για εκατοστή φορά θα τους πεις να μην ανεβάζουν προσωπικές φωτογραφίες χωρίς να ρωτήσουν ή να μη σχολιάζουν τα πάντα, κάποια στιγμή θα το καταλάβουν!

Μην ξεχνάς κάποτε κι εκείνοι έκαναν υπομονή όταν εσύ δεν μπορούσες να μάθεις να συλλαβίζεις ή ξεχνούσες το μάθημα της ιστορίας ένα τέταρτο αφού το είχες διαβάσει. Δούναι και λαβείν είναι αυτά. Παιδιά είναι, θα μάθουν.

Συντάκτης: Λαμπρινή Ζεϊμπέκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη