Ο γάμος είναι μια κοινωνική σύμβαση που είτε είσαι ένθερμος υποστηρικτής της είτε απλά τον αποστρέφεσαι. Έτσι, άλλοι θέλουν να παντρευτούν κι άλλοι όχι. Άλλοι ονειρεύονται προετοιμασίες, γάμους, νυφικά, κουστούμια, πάρτι και πολλά άλλα σχετικά. Απ’ την απέραντη όχθη, είναι κι εκείνοι που στην ιδέα του βγάζουν φλύκταινες και τρέχουν μακριά, λες και τους κυνηγάνε δέκα λιοντάρια.

Σε κάθε σχέση, λοιπόν, θα βρεις ένα έτερον ήμισυ που θα αντιστοιχεί σε μια απ’ τις δύο παραπάνω κατηγορίες. Κι ωραία, πες ότι θέλει να σε παντρευτεί. Κι αν δε θέλει; Αν τα όνειρά σας για ένα κοινό μέλλον έχουν εντελώς διαφορετική χροιά κι είναι δυο ευθείες παράλληλες που δεν τέμνονται στον αιώνα τον άπαντα;

Τι θα κάνεις εκεί; Πώς θα το αντιμετωπίσεις είναι εντελώς δικό σου θέμα. Υπάρχουν τρεις λύσεις. Καμία σαφώς δε θα ‘ναι κι η ιδανική, δεδομένου πως εσύ θες κάτι που ο άλλος δε δέχεται. Ο αγώνας είναι μεγάλος κι εσύ ή θα κερδίσεις ή θα νικηθείς κατά κράτος, τρώγοντας κουφέτα με γεύση στρατσιατέλα, έτσι για την αλητεία.

Το πρώτο, λοιπόν, σενάριο είναι να αποδεχτείς την πραγματικότητα. Να συμβιβαστείς με το γεγονός πως ο γάμος σας θα υπάρχει μόνο ως φανταστικό γεγονός, που θα είναι μεν τέλειο στη σφαίρα του φαντασιακού, ανύπαρκτος όμως δε. Εκεί διαπραγματεύεσαι ξεκάθαρα με τα όνειρα και τις επιθυμίες σου. Αν είσαι έτοιμος να τα απαρνηθείς πολλά για κάποιον που αγαπάς ή όχι. Το δίλημμα είναι ξεκάθαρο και μόνο εσύ ξέρεις την απάντηση.

Πάμε στο δεύτερο σενάριο. Λίγο πιο κουτοπόνηρο, λίγο δε σε τιμάει και τόσο, λίγο δικαιολογημένο βέβαια, καθώς όπως λέει κι η λαϊκή ρήση στον έρωτα και στον πόλεμο όλα επιτρέπονται. Το πρόγραμμα έχει ως εξής: επιμένεις με όποιον τρόπο εσύ διαλέξεις να αλλάξεις στον άλλον απόψεις και μυαλά. Επιστρατεύεις φίλους, κυρίως παντρεμένους, να μιλήσουν στον άλλον για τις χαρές του έγγαμου βίου, βρίσκεις δικαιολογίες πως σε πιέζουν οι δικοί σου, λες το κλασικό μα τόσο αληθινό «εγώ πότε θα γίνω γονιός επιτέλους;» και φυσικά βάζεις τελεσίγραφο. Εκεί ή ο άλλος θα απηυδήσει και θα ενδώσει στις πιέσεις ή θα πάει για τσιγάρα και δε θα γυρίσει ποτέ. Η δεύτερη εναλλακτική, λοιπόν, τοποθετεί το όλα ή τίποτα σε πρώτη βάση. Όταν, όμως, οι εναλλακτικές είναι δύο και σε συμφέρει μόνο η μια, τότε να είσαι προετοιμασμένος πως πιθανότατα να τα χάσεις όλα.

Το τρίτο και τελευταίο σενάριο σχετίζεται τρόπον τινά με την αξιοπρέπεια. Διότι αφού εσύ σκέφτεσαι εντελώς διαφορετικά απ’ τον σύντροφό σου κι οι απόψεις σας δεν ταυτίζονται, παίρνεις την αγαπημένη βαλιτσούλα σου και φεύγεις. Οι εκπτώσεις για σένα δε χωράνε στη ζωή, παρά μόνο στα μαγαζιά. Δε γουστάρεις να συμβιβαστείς και να ζήσεις μια ζωή που δεν είναι η ιδανική για σένα αφενός, αφετέρου δε θες να είσαι κι ο καημένος στη σχέση, γιατί το ρεζιλίκι πολλοί εμίσησαν, την αξιοπρέπεια ουδείς. Αποδέχεσαι λοιπόν το σκεπτικό του άλλου απ’ τη μια, αλλά από την άλλη αφού δεν ταυτίζεται με το δικό σου, ο άλλος δε σου κάνει.  Σε αυτή την περίπτωση, λοιπόν, η φυγή είναι μονόδρομος.

Ποιον δρόμο θα ακολουθήσεις, το ξέρεις μόνο εσύ. Πολλές φορές κάνουμε σκόντο στις επιθυμίες μας για χάρη ενός έρωτα κι είναι φυσικό. Το όριο, όμως, τον θυσιών το θέτεις εσύ.  Η ζωή σου είναι στα χέρια σου∙ πάρ’ τη και φτιάξε την όπως νομίζεις καλύτερα.

 

 

Συντάκτης: Εύα Αροτσίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη