Σήμερα μπορεί να ήταν μια ζήλια που ένιωσες απέναντι σε κάποιον που θεωρείς ότι τα έχει καταφέρει καλύτερα από σένα. Άλλοτε ίσως να είναι ο θυμός ότι δε σε σέβονται ή ότι δε λαμβάνουν σοβαρά τις επιθυμίες σου. Υπάρχει μια αστείρευτη ροή συναισθημάτων που προκαλείται από την ίδια σκέψη και είναι όλα συναισθήματα δύσκολα, που θέλεις ν’αποφύγεις να έχεις. Ούτε η η θλίψη λείπει από αυτά τα συναισθήματα. H θλίψη που μπορεί να σου προκαλεί η σύγκριση με αυτό που θα ήθελες να έχεις και να είσαι με αυτό που έχεις και είσαι τώρα. Το άγχος, να φτάσεις εκεί που σου υπαγορεύουν τα εσωτερικά σου κριτήρια. Ζήλια, θυμός, θλίψη, άγχος.

Μια κοινή σκέψη που συχνά ζει στο υπόγειο των συναισθημάτων αυτών, είναι πως δεν είμαστε αρκετοί. Δεν είμαστε αρκετά καλοί σε σχέση με τους άλλους ή τα εσωτερικά μας κριτήρια. Δεν είμαστε αρκετά ελκυστικοί, αρκετά έξυπνοι, αρκετά επιτυχημένοι, αρκετά σημαντικοί. Δεν είμαστε ευχαριστημένοι με τη δουλειά μας, τους φίλους μας, το σώμα μας, τα επιτεύγματά μας. Έχουμε ένα ελάττωμα που μας εμποδίζει να είμαστε ο ιδανικός μας εαυτός. Η ζωή μας δεν είναι όσο καλή θα έπρεπε ή θα μπορούσε να είναι. Ζούμε σ’ ένα χαώδες κενό ανάμεσα στο ιδανικό και στο πραγματικό.

Η σκέψη «δεν είμαι αρκετός/ή» είναι περισσότερο κοινή απ’ όσο θα περίμενε κανείς. Και έχει τη δύναμη να επηρεάσει τη ζωή μας περισσότερο απ’ ότι ίσως να περιμέναμε. Συχνά ίσως να σκεφτόμαστε «αν δεν κρίνω τον εαυτό μου έτσι, πώς θα μπορέσω να βελτιωθώ;». Πιστεύοντας πως μ’ αυτόν τον τρόπο βελτιωνόμαστε, διατηρούμε αυτή την πεποίθηση μέσα μας, παρατείνοντας τ’ αρνητικά συναισθήματα. Σπανίως, όταν αισθανόμαστε λυπημένοι, απογοητευμένοι με τον εαυτό μας ή αγχωμένοι, μπορούμε να δράσουμε κινητοποιημένα κι αποτελεσματικά. Αυτό που συμβαίνει συνήθως είναι ότι παραλύουμε, χάνουμε τη δύναμή μας και μπαίνουμε σ’ έναν φαύλο κύκλο στασιμότητας.

Φυσικά και είναι απαραίτητο ν’αναγνωρίσουμε πού θέλουμε να γίνουμε καλύτεροι έτσι ώστε να ζούμε επαρκώς τις αξίες μας. Το να γνωρίζω τι θέλω και να κάνω τα απαραίτητα βήματα για να το πετύχω είναι διαφορετικό από το να βυθίζομαι σε συγκρίσεις με τους άλλους, ματαίωσης του εαυτού μου και διαρκούς δυσαρέσκειας.

Το πρώτο βήμα για να μην παρασυρόμαστε από αυτή την σκέψη είναι να μάθουμε να έχουμε επίγνωση της διαρκούς φλυαρίας του μυαλού μας και να μην ταυτιζόμαστε τόσο βαθιά με τα λεγόμενά του. Την επόμενη φορά που το μυαλό σου αρχίζει να σου μιλά για την ανεπάρκειά σου, για το πόσα πράγματα δεν κατάφερες, ή να σε χαρακτηρίζει τεμπέλη, χοντρό, χαζό, εγωιστή, αγχώδη, αδύναμο, ανίκανο, τότε απλά κάνε μια παύση.

Κάνε μια παύση και πάρε μια βαθιά αναπνοή. Κάνε μια παύση, ανέπνευσε και παρατήρησε τι κάνει το μυαλό σου.

Πώς σου λέει την ιστορία του; Χρησιμοποιεί λέξεις, εικόνες ή και τα δύο; Ακούς μια φωνή μες στο μυαλό σου; Αν ναι, από πού έρχεται αυτή η φωνή; Έρχεται από το πίσω μέρος του κεφαλιού σου, από το κέντρο, από τη δεξιά πλευρά; Τι είδους φωνή είναι; Δική σου ή κάποιου άλλου; Είναι δυνατή ή απαλή; Γρήγορη ή αργή; Τι συναισθήματα βιώνει αυτή η φωνή;

Ύστερα προσπάθησε να ονομάσεις την ιστορία που σου λέει. Αν έπρεπε να δώσεις ένα τίτλο στην ιστορία που σου διηγείται το μυαλό σου ποιος θα ήταν; « Η αποτυχημένη» ή « Όχι και τόσο έξυπνος», ή «Χοντρούλα για πάντα».

Τη στιγμή που θα ονομάσεις την ιστορία του μυαλού σου, ίσως να νιώσεις μια αίσθηση ελαφρότητας, σαν να έχεις βγάλει τα μαύρα σου γυαλιά και έχεις αρχίσει να βλέπεις τον κόσμο με μεγαλύτερη ευκρίνεια.

Αυτή η άσκηση στοχεύει στο να μας θυμίσει πού βρίσκεται η πραγματική μας δύναμη: Όχι στο να προσπαθήσουμε να σταματήσουμε αυτές τις ιστορίες, αλλά στο να τις δούμε γι’ αυτό που πραγματικά είναι, αφήνοντάς τες να έρθουν και να φύγουν στο δικό τους χρόνο.

Μπορείς να «παίξεις» όσο θες μ’ αυτήν την άσκηση. Μπορείς αν θες να την κάνεις με χιούμορ. Για παράδειγμα, κάθε φορά που συνειδητοποιείς ότι το μυαλό σου άρχισε πάλι να λέει την ιστορία του, θα μπορούσες να λες: «Αρχίζει η ιστορία «Όχι αρκετά εμφανίσιμος».

Η φύση του μυαλού μας είναι η ασταμάτητη φλυαρία! Δε γίνεται ν’απαλλαγούμε από αυτή, ούτε να την αποφύγουμε. Αντιθέτως, όταν προσπαθούμε ν’αποφύγουμε κάτι με νύχια και με δόντια, συχνά επιστρέφει πιο επιθετικό.

Ας δοκιμάσουμε απλά να παρατηρήσουμε χωρίς επίκριση κατανοώντας πως δεν είμαστε το μυαλό μας. Είμαστε κάτι μεγαλύτερο από αυτό, κάτι ξέχωρο. Έτσι οι ιστορίες που μας λέει δεν είμαστε εμείς, αλλά απλά κρίσεις που έχουμε για τους εαυτούς μας.

Το πρώτο βήμα λοιπόν, είναι να καλλιεργήσουμε την επίγνωση της φύσης του μυαλού μας. Έπειτα, μπορούμε ν’αναγνωρίσουμε αυτό που έχει πραγματική αξία για μας στη ζωή και να κάνουμε τ’ απαραίτητα βήματα για ζήσουμε ολοκληρωμένοι.

 

Επιμέλεια Κειμένου Νάντιας Κοκκίνου: Σοφία Καλπαζίδου