Ήταν οι συνθήκες που σε διέλυσαν, ήταν οι δυσκολίες που πέρασες ήταν όλα όσα σε χαράκωσαν και σε άλλαξαν κι έγινες άλλος άνθρωπος. Μέχρι και το πρόσωπό σου έχει αλλοιωθεί. Σου έχουν πέσει τα μαλλιά, έχουν ασπρίσει και το κάποτε άψογο δέρμα σου έχει γεμίσει εξανθήματα και σπυράκια απ’ το άγχος και την αγωνία. Αλλά το χειρότερο έχεις χάσει τον εαυτό σου.

Ό,τι ήσουν με λίγα λόγια, χάθηκε κι αντικαταστάθηκε από μια σκιά του εαυτού σου που κι εσύ ο ίδιος απεχθάνεσαι. Έχεις απομακρύνει τους πάντες κι έχεις κλειστεί πίσω από ένα τείχος το οποίο όλο και ψηλώνει για να μην μπορεί κανείς να το διαπεράσει. Σφράγισες και την πόρτα για να μην μπορούν ούτε καν αυτοί που είχαν το κλειδί να περάσουν μέσα.

Ξέχασες ποιος ήσουν λίγους μήνες ή λίγα χρόνια πριν. Τι σου συνέβη, τι σε τάραξε, τι σε τρόμαξε, τι σε εξώθησε να παραιτηθείς; Δε σε νοιάζει. Είναι πια η δικαιολογία σου και κρύβεσαι πίσω από αυτή για να δικαιολογείς την απραξία σου και την εγκατάλειψη του εαυτού σου.

Εσύ ο δυναμικός, ο ίσιος, ο ατάραχος, ο ψύχραιμος, ο ευγενικός, ο γλυκός έγινες ένα πράμα τρομαγμένο και παρατημένο. Ελπίδα μέσα σου καμιά. Δε θυμάσαι καν ποιος ήσουν. Ξέρεις μόνο ποιος είσαι τώρα και δε σε νοιάζει να κάνεις τον κόπο να ξαναβρείς τον εαυτό σου.

Οι φίλοι σου ανησυχούν, οι γονείς σου χειρότερα. Προσπαθούν να σου μιλήσουν, να σε καταλάβουν, να σε φροντίσουν να σε βγάλουν απ’ το βάλτο και να σε τραβήξουν μη φτάσεις τέρμα στην κατρακύλα, αλλά εσύ κόβεις επαφές χωρίς να τηρείς καν τα προσχήματα.

Κοιτάς παλιές σου φωτογραφίες με το χαμόγελο μέχρι τα αφτιά, με βλέμμα καθαρό και χαρούμενο κι απορείς πώς έγινες έτσι κι αν θα ξανανιώσεις ποτέ όπως τότε. Κι όμως ξέρεις πολύ καλά την απάντηση. Από σένα εξαρτάται κι εσύ δε θυμάσαι πώς να κυνηγήσεις τον χαμένο σου εαυτό.

Το βλέπεις και το αναγνωρίζεις, αλλά έχεις ξεχάσει ποιος είσαι. Έχεις αποδώσει στον εαυτό σου μόνο μία ιδιότητα και με βάση αυτή λειτουργείς. Άλλοτε το θύμα κι άλλοτε ο θύτης. Ό,τι άλλο κι αν έκανες πριν χάθηκε μαζί με σένα.

Κι όσο εσύ χάνεσαι τόσο χάνεις κι αυτούς που σε αγάπησαν για όλα όσα είσαι. Πόσο καιρό να αντέξει ο άλλος το κλάμα και τα δάκρυά σου; Πόσο να αντέξει να σε βλέπει να υποφέρεις και τον έχεις εντελώς στην απέξω για το τι σου συμβαίνει;

Κι αφού ξέχασες ποιος είσαι, ξεχνάς κι αυτούς σε ήθελαν γι’ αυτό που είσαι. Η δημιουργικότητά σου έχει πάει στράφι και μπορείς να επικεντρωθείς σε ένα μόνο πράγμα. Λειτουργείς κατά κύριο λόγο μηχανικά και σπασμωδικά και κάθε ένδειξη στοργής είναι αιτία να ξεσπάσεις γι΄ αυτό και την αποφεύγεις και την τρέμεις.

Κι έρχεται η ώρα που κάποιος θα αποφασίσει να σε ταρακουνήσει. Θα σου δείξει σε τι μαλθακό, μαλακισμένο και κενό άτομο έχεις εξελιχθεί και θα σε βάλει ξανά σε τροχιά. Θα σου δώσει δύναμη και θα αποτελεί τη δύναμή σου. Θα αρχίσεις να κάνεις βήματα και θα κοιτάς μονίμως προς τα εκεί να βεβαιωθείς ότι προχωράς καλά και δεν ξανακυλάς, διότι όσο οι άλλοι απομακρύνονταν από σένα εκείνος βρήκε τον τρόπο να τρυπώσει κι όσο πληγωμένος και χαμένος κι αν ήσουν δε σε λυπήθηκε, αλλά στην είπε στα ίσια. Χωρίς λύπηση και φραγμούς.

Όσο εσύ ξεχνούσες τον εαυτό σου, ξεχνούσαν κι οι άλλοι εσένα, επειδή εκείνοι ήξεραν ποιοι είναι και δε θα ανάλωναν τον χρόνο τους κάπου που δεν ήταν ευπρόσδεκτοι. Εκείνοι κυνηγούσαν τα όνειρα και τις προσδοκίες τους, όσο εσύ μιζέριαζες πίσω από γελοίες δικαιολογίες. Προσπάθησαν να σε βοηθήσουν πολλές φορές, δεν το επέτρεψες κι αποχώρισαν.

Αλλά εκείνος ο ένας που βρήκε τον τρόπο κι αντιμετώπισε το φοβισμένο παιδί που κρυβόταν πίσω από μάσκες τεράτων, εκείνος θα είναι ο φάρος σου κι όποτε χάνεσαι θα σου δείχνει ξανά το δρόμο. Και βλέπεις ότι αρχίζεις και πάλι να κυνηγάς τα όνειρά σου και να πιστεύεις στις δυνάμεις σου.

Σηκώνεσαι ξανά. Κι η μόνη διαφορά αυτή τη φορά είναι ότι θα βρεις τον εαυτό σου και θα ανακαλύψεις μέσα και δύναμη που δεν ήξερες ότι είχες. Θα σηκωθείς πιο δυνατός και τολμηρός κι όσοι σε λυπήθηκαν, θα σε θαυμάσουν ξανά κι όσοι σ’ αγάπησαν, θα σε καμαρώνουν. Κι εσύ θα είσαι επιτέλους ήρεμος γιατί θα ξέρεις και πάλι ποιος είσαι.

Συντάκτης: Γεωργία Ευστρατίου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη