Εν αρχή ην ο λόγος· ίσως το σημαντικότερο αγαθό που διαθέτει ο άνθρωπος, καθώς έτσι επικοινωνεί και σχετίζεται. Πολλοί μιλούν, μα στην ουσία λίγοι έχουν το χάρισμα του λόγου και ξέρουν πώς να το χειριστούν στις επαφές τους.

Σίγουρα, ο προφορικός λόγος είναι πιο εύκολος απ’ το γραπτό, με άμεσο τρόπο απευθυνόμαστε στο συνομιλητή μας κι εκφραζόμαστε με βοηθό τη γλώσσα του σώματος, πέρα απ’ τις τόσες λέξεις. Όσο καλά κι άμεσα όμως κι αν επικοινωνείς προφορικά και κατ’ ιδίαν, τόσο εύκολο είναι να παρεξηγηθείς στο γραπτό λόγο, καθώς η επικοινωνία από απόσταση δεν επιτρέπει στις εκφράσεις μας να προδώσουν ένα χρωματισμό –θετικό ή αρνητικό– στα λεγόμενά μας. Με λίγα λόγια συχνά άλλα λέμε κι άλλα καταλαβαίνουν, αλλά μας απαντούν κι άλλα νομίζουμε και κάπως έτσι καταλήγουμε μαλλιά κουβάρια.

Πολλές οι αμήχανες στιγμές που άλλο ήθελες να δώσεις στον άλλο να καταλάβει και τελικά αλλιώς το διάβαζε, άλλο νόημα έπιανε κι έτσι απ’ το πουθενά δημιουργούνταν μια ωραιότατη παρεξήγηση. Και δεν είναι και λίγες φορές που αυτές οι παρεξηγήσεις κατέληξαν σε γερούς τσακωμούς που άντεξαν στο χρόνο κι έγιναν η αιτία να καταστρέψουν μια όμορφη σχέση ή ακόμα χειρότερα μια μακροχρόνια φιλία.

Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια η αδιακρισία των social media έχει επιφέρει φθορά στην ανθρώπινη επικοινωνία, καθώς δε μιλάμε ούτε εκφραζόμαστε ελεύθερα πίσω από οθόνες, με συμβολάκια και μπλε χεράκια, ενώ μάλιστα σχεδόν χρονομετρούν τις αντιδράσεις μας και τις απαντήσεις μας κάνοντας τις παρανοήσεις κανόνα και το να γράψουμε ένα απλό μήνυμα, για παράδειγμα, στον κολλητό μας, έχει γίνει επικίνδυνη αποστολή, αφού πολλές φορές μπορεί να οδηγήσει σε μία παρεξήγηση που δύσκολα λύνεται, αν δεν υπάρχει καλή πρόθεση κι απ’ τις δύο πλευρές.

Είναι η πραγματικότητα· πόσες φορές σου έχει τύχει να παρεξηγηθείς απ’ το πουθενά με κάτι απλό που ήθελες να μεταφέρεις, αλλά τελικά κατέληξε σε κάτι ακραίο κι εντελώς άσχετο με αυτό που εννοούσες; Σίγουρα, πολλές. Ο γραπτός λόγος στερείται το πλεονέκτημα της γλώσσας του σώματος και δεν μπορείς να γνωρίζεις εξ αρχής αν το μήνυμα που λαμβάνεις στο κινητό σου έχει ύφος επικριτικό ή όχι. Δεν μπορείς ν’ ακούσεις τον τόνο της φωνής του συνομιλητή σου και διάφορες σκέψεις περνούν απ’ το μυαλό σου· συνήθως αρνητικά προκατειλημμένες.

Η έννοια κι η ουσία, όμως, παραμένει η ίδια. Απλά δεν υπάρχει η πραγματική ανθρώπινη επαφή, που θα ξεχωρίσεις τι εννοεί κάποιος και μόνο απ’ το βλέμμα. Θ’ ακούσεις έναν ήρεμο ή ανήσυχο τόνο απ’ το συνομιλητή σου και θα ξέρεις πώς ν’ αντιδράσεις. Το μήνυμα, βλέπεις, δεν έχει τόνο, χαρακτήρα ή ηχόχρωμα. Αν εγώ σου πω «Αλήθεια τώρα;» μπορεί εσύ να νομίζεις ότι σε ειρωνεύομαι, ενώ, στην ουσία θέλω να σου πω πολύ απλά «Αλήθεια τώρα; Δεν κατάλαβες αυτό που ήθελα να σου πω;».

Πολλές φορές ο τρόπος που χρησιμοποιούμε τις λέξεις και δένουμε τις προτάσεις παίζει σημαντικό ρόλο. Οι ειδικοί λένε ότι τη στιγμή που γράφουμε ένα μήνυμα περνούν απ’ τον εγκέφαλό μας χιλιάδες πληροφορίες κι αμφιβολίες για το πώς θα το εκλάβει ο αποδέκτης του μηνύματος. Είναι καλό η επικοινωνία να εκφράζεται σ’ όλες τις εκφάνσεις τις, όπως κι η αλήθεια, ωστόσο ας είμαστε λιγάκι προσεχτικοί στον τρόπο αυτών που θέλουμε να πούμε, αν δε θέλουμε να βρεθούμε μπλεγμένοι σε ένα κουβάρι παρεξηγήσεων.

Ο γραπτός λόγος, όμως, μας δίνει κι ένα σπουδαίο πλεονέκτημα, την ανάλυση και τη δεύτερη σκέψη, καθώς και τις όποιες τροποποιήσεις πριν την τελική μας απάντηση. Από ‘κει και πέρα, σίγουρα, οι λέξεις μας κουβαλούν την προσωπικότητά μας. Αν εγώ στη ζωή μου διακατέχομαι από κυνισμό, κάθε γραπτή μου απάντηση θα περιέχει κι ένα κομμάτι του. Δεν το θέλεις, αλλά έτσι σου βγαίνει, διότι ο γραπτός λόγος δεν είναι απλά μια σπαζοκεφαλιά· είναι παιχνίδι για δυνατούς λύτες.

 

Συντάκτης: Ανδρέας Πετρόπουλος
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη