Να βρεις τον άνθρωπό σου, να καταλαγιάσει επιτέλους η ψυχή σου, να αγριέψουν τα πάθη σου, να ηρεμήσουν οι φόβοι σου. Στο τόσο αλλότριο του κόσμου τους, κάποιοι ακόμα νιώθουν. Να βρεις τον άνθρωπό σου. Καταναγκαστική προϋπόθεση, ο ενικός, ο ένας ο άνθρωπος.

Φτάσαμε στο εξευτελιστικό σημείο να διαπραγματευόμαστε τα αυτονόητα, ακόμα κι εκείνα τα ελάχιστα που θεωρούνται με αντικειμενικό τρόπο, ορθά. Για χάρη ενός κόσμου που προχωρά, ενός φιλελευθερισμού που δε φτάνεις ούτε με συνεχή αυξημένη ταχύτητα, καταλήξαμε να σωπαίνουμε μπροστά στις αηδίες του ανθρώπινου αρρωστημένου μυαλού. Ε λοιπόν η σταθερότητα φαντάζει πολύ πιο τίμια κι ας διαφωνώ κάθετα με τις καλουπωμένες θεωρίες περί τιμιότητας.

Δεν πρόκειται ούτε περί ηθικής ούτε περί τιμιότητας. Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, άλλωστε, ορίζεται απ’ τον καθένα ξεχωριστά με κριτήριο το πώς νιώθουμε καλά με τον εαυτό μας, τις πράξεις μας, τα λόγια μας, την ύπαρξή μας κάθε λεπτό. Στην πραγματικότητα, όλα ξεκινούν απ’ την αγάπη για τον εαυτό σου, απ’ την τροφή που επιλέγεις να σου δώσεις μέσω των επιλογών σου. Αυτό που για ‘σένα είναι δεδομένο κι επιλέγεις να το καταχραστείς κιόλας, για άλλους αποτελεί πολυτελής και δυσεύρετη διέξοδο, για άλλους απορία ζωής, για άλλους θαύμα επίγειο.

Επιλέγοντας λοιπόν δύο ανθρώπους για τη ζωή σου, αυτόματα υποτιμάς την ύπαρξή σου την ίδια. Δε σε αγαπάς, σε χαραμίζεις, σε σκορπάς μα κυρίως σου στερείς την υπέρτατη και πολύτιμη ευκαιρία να δώσεις και να πάρεις μερίδιο απ’ το μερίδιο ουρανού που ίσως δικαιούσαι. Διώχνεις την ευτυχία αποφασίζοντας να παίξεις με τρεις ανθρώπους, με τον εαυτό σου να μην εξαιρείται ποτέ!

Δε σε αγαπάς και κάθε φορά σε διαλύεις προσφέροντάς σου κάτι που δε σε πληροί. Κι αν επικαλείσαι το αδιέξοδο, τον ξαφνικό έρωτα, τα ανεξέλεγκτα συναισθήματα, υπάρχει μία λέξη που διαχρονικά θα επεμβαίνει σαν εμπόδιο επισκιάζοντας τα πάντα: Ειλικρίνεια. Δυο μάτια καθαρά που κοιτάζουν δυο άλλα και λένε ακριβώς όσα ισχύουν.

Στην περίπτωση που επιλέγεις να μοιραστείς το «είναι» σου με περισσότερο από έναν άνθρωπο, αντιλαμβάνεσαι πως ουσιαστικό «είναι» δεν μπορεί να υφίσταται. Μοιράζεις, ή μάλλον διαμελίζεις το σώμα σου χωρίζοντάς το σε μέρη στιγμών, σε κομμάτια με ημερομηνία λήξης, σε καταστάσεις με χρονοδιαγράμματα. Σε ταλαιπωρείς ανελέητα κι αυτό να ξέρεις, η φωνή μέσα σου, αυτή η άλλοτε σιωπηρή κι άλλοτε κραυγαλέα, αυτή, δε στο συγχωρεί. Αποκόπτεις απ’ τον εαυτό σου την ευλογία να ζήσεις απλά. Γιατί τα απλά είναι κι αυτά που θα σε λυτρώσουν που θα σου προσφέρουν την ηρεμία που ζητάς πριν τη ζητήσεις.

Κι εσύ που τα αποδέχεσαι, εσύ που αρκείσαι να είσαι ο τρίτος ή απλούστερα να μην είσαι ο ένας, επιεικώς αηδιάζεις το τι είσαι. Πώς αλλιώς να εξηγήσεις το ότι σου δίνεις απειροελάχιστα σε σχέση με τα όσα αξίζεις; Και δε χωρίζουν εύκολα οι άνθρωποι, μάτια μου! Κι αν χωρίσουν, όταν δε γίνει με αμερόληπτη κι αδιαπραγμάτευτη δόση ευθύτητας κι εξηγήσεων, οι εκκρεμότητες έχουν αντίκτυπο στο μέλλον. Ίσως όχι με τη μορφή απιστίας, αλλά πώς μπορείς να εμπιστευτείς έναν άνθρωπο που κατορθώνει να παίζει με ζωές, αισθήματα και συναισθήματα που δημιουργούνται κι αναπτύσσονται; Να φεύγεις για να αποδεικνύεις σε σένα πως η υπόστασή σου αξίζει.

Δημιουργηθήκαμε μονάδες για να ολοκληρωνόμαστε δυάδες, κατ’ επιλογήν. Όρος αδιάλλακτος, διαχρονικά. Να σε σέβεσαι λοιπόν όσο μπορείς. Μην ξεχνάς ποτέ, άλλωστε, πως όλα κάποια στιγμή φανερώνονται. Κι αν δε φανερωθούν, ο εαυτός σου, η κρυμμένη σου συνείδηση, κάποια στιγμή θα ξυπνήσει κι οι τύψεις σου έχουν δείξει πολλές φορές πόσο αμείλικτες μπορούν να γίνουν.

Συντάκτης: Ήβη Παπαϊωάννου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη