Ωραίος ο έρωτας. Σε γεμίζει, σε ανανεώνει, δίνει μια άλλη νότα στη ζωή σου. Γι’ αυτό εξάλλου δεν τη φαντάζεσαι χωρίς αυτόν. Τι γίνεται όμως όταν τελικά, έρχεται ο χωρισμός; Όταν βλέπεις εκείνον που θεωρούσες άνθρωπό σου μετά από καιρό; Και τι κυριότερο; Πώς ξέρεις τι νιώθει αυτός όταν σε βλέπει;

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα απ’ την αρχή. Ζεις τον απόλυτο έρωτα, γίνεσαι το οξυγόνο του άλλου. Έρχεται όμως η στιγμή που κάτι σπάει, κάτι χαλάει και δίνετε κι οι δύο ένα τέλος. Κι ας υποθέσουμε πως το τέλος που δώσατε δεν ήταν αυτό που άρμοζε σε μια τόσο ωραία σχέση. Ας πούμε πως τελειώσατε άσχημα με φράσεις τύπου «δε θέλω να σε ξαναδώ μπροστά μου, εξαφανίσου».

Κάπως έτσι λοιπόν έληξε μια ωραία σχέση. Περνάνε μέρες, κι εσύ σκέφτεσαι πως είναι οριστικό. Η επιβεβαίωση έρχεται και λίγους μήνες αργότερα όταν βλέπεις το νέο πρόσωπο στη ζωή του. Σε πόνεσε μεν, μα σκέφτηκες πως έπρεπε να προχωρήσεις κι εσύ, να συνεχίσεις τη ζωή σου.

Η μοίρα όμως πάντα θα έχει άλλα σχέδια. Μετά από καιρό, συναντιέστε εντελώς τυχαία. Μια συνάντηση που τόσο καιρό την αποφεύγατε, μα εκείνη τη μέρα δεν μπορούσατε. Η τύχη σας έφερε απέναντι. Και κάπου εδώ αρχίζει το γλέντι των εσωτερικών σκέψεων. Εκείνο το γλέντι που άλλα σκέφτεσαι, άλλα κάνεις κι άλλα εννοείς.

Αυτός σε βλέπει σαν μια οφθαλμαπάτη μπροστά του, λες και πέρασαν αιώνες απ’ την τελευταία φορά που σε είδε. Εσύ αντικρίζεις το βλέμμα του και μέσα σου κάτι σκιρτάει και σκέφτεσαι αν νοιάζεται ακόμη για σένα. Προσπαθείς όμως να μην το δείξεις και βάζεις ένα λαμπερό χαμόγελο στο πρόσωπό σου χωρίς ίχνος νευρικότητας.

Βλέποντάς σε έτσι ο απέναντι, πιστεύει πως φαίνεσαι πολύ καλύτερα χώρια του, γι’ αυτό και δε χάνει την ευκαιρία κι έρχεται να σου μιλήσει. Όχι για να διεκδικήσει κάτι, απλά επειδή δεν μπορεί να μη σου μιλήσει. Κι εσύ αμέσως να του κόψεις τη φόρα ρωτώντας τον τι κάνει το καινούριο του αμόρε κι ας καιγόσουν μέσα σου.

Πού να ‘ξερες όμως πως αυτός προτιμάει να είναι με σένα και μόνο, γιατί για αυτόν είσαι η μία. Εσύ βλέπεις το αντίθετο. Σκέφτεσαι πως είναι πολύ καλύτερα με την καινούρια του σχέση και δείχνει πολύ πιο χαρούμενος από ό,τι με σένα.

Αυτός χαμηλώνει το βλέμμα. Όχι γιατί σε ντρέπεται όπως νομίζεις, αλλά επειδή του λείπεις. Δε σε μισεί όπως νομίζεις ούτε σκέφτεται πως ήσουν ό,τι χειρότερο για αυτόν. Γιατί αυτά περνάνε τώρα απ’ το μυαλό σου.

Και τότε είναι που ξεστομίζει ένα «Μου λείπεις» και όντως το εννοεί. Βέβαια ο διάολος έχει πολλά ποδάρια και δε σε αφήνει να τον πιστέψεις. Σκέφτεσαι πως απλά το είπε, αν και κατά βάθος εύχεσαι να ήταν αλήθεια όλο αυτό. Μέσα του οι δαίμονες του άλλου παλεύουν γιατί σε αγαπάει όσο τίποτα άλλο, ενώ εσύ πιστεύεις πως αγαπάει την άλλη περισσότερο από σένα.

Ήρθε το τέλος αυτής της συνάντησης και δε θα μπορούσε να κλείσει χωρίς μια αγκαλιά. Αυτός σε αγκαλιάζει σφικτά για τελευταία ίσως φορά γιατί του έχει λείψει να σε κρατάει, να σε νιώθει, να σε μυρίζει. Κι εσένα όμως σου έχει λείψει αυτό, κι ας λες στον εαυτό σου πως είναι μια απλή φιλική αγκαλιά ενώ μέσα σου εύχεσαι να ήταν κάτι περισσότερο.

Η παράσταση τελειώνει. Βρίσκεστε κι οι δύο στο σπίτι εκνευρισμένοι ενώ δάκρυα αρχίζουν και κυλάνε απ’ τα μάτια σας. Ο ένας κατάλαβε πως τελικά την έχασε για πάντα, ενώ η άλλη συνειδητοποίησε πως τελικά τον αγαπάει ακόμη και δεν τον έχει ξεπεράσει.

Βλέπετε, πολλές φορές όταν συναντάμε μετά από καιρό ένα άτομο που έχουμε αγαπήσει όσο τίποτα άλλο, πιστεύουμε πάντα τα χειρότερα. Κανείς μας όμως δεν ξέρει πώς αισθάνονται όντως αυτοί. Φταίμε κι εμείς που κρίνουμε χωρίς να ξέρουμε τι πραγματικά νιώθει ο άλλος. Φταίμε που δε σκεφτόμαστε πως ίσως τελικά αυτός ο άνθρωπος, να μας θέλει πίσω στη ζωή του.

Συντάκτης: Μαρία Τσίβικου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη