Τα είπαμε και θα τα ξαναπούμε, πρέπει να γίνουμε περισσότερο επικοινωνιακοί, να ξεκινήσουμε να λέμε όσα νιώθουμε πιο συχνά, να εξωτερικεύουμε όσα μας βασανίζουν και να μοιραζόμαστε την αγάπη μας όπως της πρέπει. Ωστόσο, κάτι που δε λέμε αρκετά συχνά κι οι άνθρωποι πιασμένοι με τις ρουτίνες μας δε σκεφτόμαστε ιδιαίτερα είναι το πόσο πολύ μπορούμε να επηρεάσουμε τις ζωές των άλλων με τις πράξεις και κυρίως τα λόγια μας. Και λέω «κυρίως» γιατί πολλές φορές τα λόγια είναι εκείνα που ξύνουν περισσότερες πληγές, είναι εκείνες οι ανεκπλήρωτες πράξεις που αφήνουν ένα γλυκόπικρο «αν», να μας ζαλίζει για καιρό.

Λείπει απ’ την κοινωνία μας η κατανόηση του πόσο πολύ μπορούν να πονέσουν ή να γλυκάνουν τα σημάδια που αφήνουμε στους άλλους. Απ’ τις πρωινές καλημέρες, στα χαμόγελα στους αγνώστους στο δρόμο, στο χωρίς αντάλλαγμα ενδιαφέρον για το αν κάποιος χρειάζεται τη βοήθειά μας. Ακόμη χειρότερα; Βαρύγδουπες δηλώσεις γιατί έτσι, ζαλισμένα «σ’ αγαπώ», θυμωμένα «μου τελείωσες» και κάτι αναπάντητα ερωτήματα να αιωρούνται μετά στον αέρα. Γιατί τώρα κι όχι τότε; Γιατί τόσα λόγια και τελικά κενό;

Κάπου ανάμεσα στα «η ζωή είναι μικρή», «να λες αυτό που νιώθεις» και πιθανόν ένα-δυο παραπάνω ουίσκια, μερικοί χάσαμε το νόημα για το πότε είναι κοινωνικά αποδεχτό να ανοιγόμαστε και να λέμε αυτά που νιώθουμε. Ξεχνάμε να υπολογίσουμε το άτομο στην άλλη πλευρά της συνομιλίας, καταπατάμε εντελώς τον προσωπικό του χώρο, κρατώντας την εγωιστική μας ανάγκη να νιώσουμε εμείς καλά, να ανοίξουμε ή να κλείσουμε πόρτες, να έχουμε εμείς τον τελευταίο λόγο, να δώσουμε εμείς ελπίδες, γιατί έτσι απλά εκείνο νιώσαμε τη δεδομένη στιγμή. Βαρύγδουπες δηλώσεις για έρωτες ανεκπλήρωτους, για φιλίες που είναι να ξεκινήσουν ή να ξαναζεσταθούν, για συναντήσεις και χαρές που τελικά ποτέ δεν είχαμε σκοπό να κάνουμε.

Να λες αυτά που νιώθεις, όταν ξέρεις ότι ο παραλήπτης είναι έτοιμος να τα ακούσει. Να αντιλαμβάνεσαι το πόσο τεράστιο αντίκτυπο μπορείς να έχεις στις ζωές των άλλων ξεστομίζοντας μόνο δυο κουβέντες. Πόσο πολύ μπορεί να τους στοίχισες ή να τους στοιχίσεις. Πού βρίσκονται στη ζωή τους τη δεδομένη στιγμή κι αν είναι συναισθηματικά έτοιμοι να λάβουν το μήνυμά σου.

Ξέρεις, δε μιλάμε αρκετά για εκείνες τις κουβέντες που ξεστομίζονται σε αδύναμες στιγμές και κατάλληλες ευκαιρίες. Για εκείνες τις φιλίες που υποσχόμαστε να αναζωπυρώσουμε, που μπορεί ο άλλος τόσο πολύ να έχει ανάγκη και να εναποθέτει τις ελπίδες του πάνω τους. Σε εκείνες τις συγγνώμες, που αποφασίζουμε να ρίξουμε εν ψυχρώ και να φέρουμε πίσω αναμνήσεις που, αλήθεια, κανείς δεν αξίζει να θυμάται.

Η κατάλληλη ευκαιρία να εκφραστείς είναι εκείνη που σου δίνει το περιθώριο να μιλήσεις και να κάνεις πράξη όλα όσα έχεις να πεις ταυτόχρονα. Είναι εκείνα τα λεπτά, που όλα είναι όντως συγχρονισμένα και με το μέρος σου, τα συναισθήματά σου αγριεμένα κι οι πόρτες ορθάνοιχτες, χωρίς να σου αφήνουν περιθώριο να διστάσεις ούτε στιγμή.  Όπως σας είπε και ο Πάνος το «ποτέ δεν είναι αργά» είναι μια παπαριά και συμπληρώνω, που την αποφάσισε κάποιος που καθόλου δε σκέφτηκε το αντίκτυπο στις δικές του καθυστερήσεις.

Γιατί, στο τέλος, αν νοιάζεσαι κάποιον τόσο πολύ ώστε να θες να κάνεις κατάθεση ψυχής ή να ανοχτείς και να υποσχεθείς επανασυνδέσεις, ίσως να έπρεπε να είσαι πιο ευαίσθητος για το πώς θα του επηρεάσεις τη δική του ζωή, όταν ρίξεις τη βόμβα και δώσεις τροφή στις προσδοκίες του.

 

Συντάκτης: Χαρά Αναξαγόρα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη