Αδέλφια, αλήτες, πουλιά. Ουσιαστικά ενικού και πληθυντικού αριθμού, θηλυκού κι αρσενικού γένους, κλιτά και άκλιτα, μονοσύλλαβα και πολυσύλλαβα. Όλα στο τέλος ουσιαστικά, με την αρχή άγνωστη και μετέωρη στην ευτυχία.
Άνθρωποι-δεσμοί που ξέρουν να πνίγουν και να ελευθερώνουν την ψυχή, το μυαλό και το συναίσθημα. Δεσμοί που γίνηκαν για να σε δέσουν με πρόσωπα και στιγμές κι άλλοι να σε λύσουν από αλήτες που γρήγορα έγιναν πουλιά. Απ’ όλους σίγουρα έμαθες. Για σένα όλοι δάσκαλοι καθώς η ζωή ένα μεγάλο σχολείο. Σχολείο με καλούς, κακούς κι αδιάφορους μαθητές όπως έχει μάθει να ορίζει ο δάσκαλος!

Η δική σου διαφορά; Όχι να ορίζεις, μα να αισθάνεσαι τα αδέλφια, τους αλήτες και τα πουλιά. Σίγουρα όλοι τους άνθρωποι με φτερά. Ήρθαν ξαφνικά, απρόσμενα, τυχαία σχεδόν μαγικά. Οι πιο πολλοί σου έδωσαν και φόρεσες κέρινα φτερά και πετώντας έπεσες. Η πτώση όμως παρά τις γρατσουνιές, τα χτυπήματα και τις πληγές σου δίδαξε πολλά. Σου έμαθε για λίγο να πετάς, να παίξουν τα φτερά με τον αέρα σου, να ανεβαίνεις πάνω απ’ τα σύννεφα και να κοιτάς τη ζωή για λίγο από ψηλά.

Ήταν αυτό το ψηλά που σου ψιθύρισε πως η διαδρομή ήταν μοναδική, γεμάτη περιπέτεια και γνώση για να ανακαλύψεις ένα ακόμη νέο κομμάτι απ’ το παζλ της ζωής σου. Ήρθαν όμως λίγοι, τόσοι λίγοι που έφτανες να μετράς μέχρι το ένα κι αν ο δάσκαλός θέλησε να γίνεις καλύτερος από αυτόν άντε να μέτρησες μέχρι το δύο. Ένας ή δύο δεν έχει σημασία. Τυχερό σε λέω που μαζί φτιάξατε τα φτερά.

Μαζί πήγατε να πάρετε τα υλικά. Πρώτες ύλες απ’ τα έγκατα της ψυχής η εμπιστοσύνη, η ειλικρίνεια, ο σεβασμός, η πίστη κι η ακατέργαστη αγάπη. Γυρίσατε πολύ, βόλτες με το αυτοκίνητο στις 3 τα χαράματα για να ξεπεράσετε έναν έρωτα. Κουβέντες που ακόμη δεν τελειώσατε. Ματιές που συναντήθηκαν κι είπαν τόσα πολλά χωρίς να ακουστεί κουβέντα.

Αγκαλιές που έσφιξαν πρώτα τις καρδιές και μετά τα χέρια. Δάκρυα που δεν τα άφησαν να κυλήσουν κρατώντας σε δυνατά απ’ το χέρι και κλάματα που τα άφησαν να μουσκέψουν τα μάγουλά σου από ένα απλό μήνυμά τους. Κι εκείνα τα γέλια, αχ εκείνα τα γέλια που δε σου έδιναν λεπτό για ανάσα κι έκαναν τους κοιλιακούς σου να πονάνε.
Όλες στιγμές μοναδικές κι ανεπανάληπτες όπως και εσείς. Στιγμές που δε χώρεσαν σε καμία οθόνη και δεν απαθανατίστηκαν από κανέναν φακό. Τα pixels, η εστίαση κι η ανάλυση πάντα θα προσεγγίζουν την πραγματικότητα γιατί τη λάμψη των ματιών μόνο μάτια θα τη βλέπουν.

Και γίνηκαν αδέλφια άνθρωποι που δε χρειάστηκαν κοινή καταγωγή γονιδίων για να νιώσουν τον σφυγμό της χαράς και της λύπης. Απλά γέλασαν δυνατά μαζί σου για σένα, έκλαψαν βουβά μαζί σου για σένα, πάλεψαν σκληρά μαζί σου για σένα, στάθηκαν απέναντί σου για σένα και φτάσατε να αγαπηθείτε όπως αδέλφια για σας. Αδέλφια που άργησαν να γίνουν πουλιά.

 

Συντάκτης: Τζούλια Ρακογιάννη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη