Απιστία, o μοναδικός ατέρμονα αμφιλεγόμενος όρος σε μια αδιάκοπη διαμάχη μεταξύ των δύο φύλων για το τι είναι τελικά απιστία -ενίοτε και τι μας βολεύει να είναι. Σε μια εποχή όπου καθετί βρίσκεται διαθέσιμο με το πάτημα ενός κουμπιού και τα πάντα παίρνουν σάρκα κι οστά μέσα από μερικά pixel, εξακολουθεί τελικά να απαιτείται σωματική επαφή για να θεωρηθεί απιστία ή αρκεί οποιουδήποτε άλλου είδους επαφή;

Δεν είμαι εδώ για να σου κουνήσω επιδεικτικά το χέρι. Όλοι μας το έχουμε κάνει κι ας φορέσαμε την ίδια στιγμή τη δειλή δικαιολογία «έλα μωρέ, για την καυλάντα», ώστε να καθησυχάσουμε τη συνείδησή μας που έκρουε περίτρανα τον κώδωνα κινδύνου.

Το διαδίκτυο, όχι απλά σου λύνει τα χέρια προσφέροντάς σου ανθρώπους –κάθε γκάμας– σε διαθεσιμότητα, αλλά κάνει και το φλερτ να φαντάζει «ευκολάκι», αφού το ότι είναι απρόσωπο το κάνει και πιο αυθόρμητο. Άλλωστε, ξέρεις και πως αν δε συμβαδίσει με τις προσδοκίες σου, με ένα delete καθάρισες και χωρίς να το μάθει κανείς, πέρα από εσένα, τον συνομιλητή σου και τα πληκτρολόγιά σας.

Πώς να το κάνουμε, βρε αδερφέ; Η πληθώρα επιλογών δε γίνεται να μην είναι δελεαστική, ιδίως όταν η σχέση σου δε σε γεμίζει στον βαθμό που θα ήθελες. Σε ακριβώς αυτό το σημείο είναι που το διαδίκτυο ίσως να λειτουργεί κι ως μία τεράστια πρόκληση για τα ζευγάρια, ώστε να δουν αν τελικά η επιλογή τους αξίζει να υπερέχει έναντι όλων των υπολοίπων. Βέβαια, πολλοί είναι εκείνοι που καταφεύγουν στη διαδικτυακή απιστία θεωρώντας πως έτσι κερδίζουν τον ιδιωτικό χώρο και χρόνο που τους λείπει.

Θα ήταν ακραίο να υποστηρίξει κανείς πως απιστία θεωρείται ακόμη και το να παρακολουθήσεις μία αισθησιακή ταινία. Όσον αφορά, όμως, στο κομμάτι του sexting, το σεξ είναι σεξ. Το μυαλό μπορεί να πηδηχτεί πολύ καλύτερα απ’ ό,τι το κορμί και για να σε προλάβω, μη διανοηθείς να πεις ότι μέσα από μία οθόνη δεν υπάρχει συναίσθημα. Κι η καύλα συναίσθημα είναι κι ας μην αναφερθούμε στο πόσα σπίτια έχει κλείσει.

Κάπως έτσι, έρχονται οι αλλόκοτες συμπεριφορές και τα ξαφνικά εργασιακά ξενύχτια πάνω απ’ το λάπτοπ, ενώ εσύ κοιμάσαι κυριολεκτικά τον ύπνο του δικαίου. Έπειτα, το κάθε επικοινωνιακό μέσο αποκτάει κωδικό με τη φτηνή δικαιολογία ότι «έκλεψαν το κινητό ενός παιδιού στη δουλειά» και τον οποίο δεν τολμάς να ρωτήσεις, αφού για ένα πρεστίζ ζούμε, αλλά ξέρουμε κιόλας πως σύντομα θα τον κρυφοκοιτάξεις. Κι είναι κι αυτές οι μεταμεσονύχτιες δονήσεις που τάχα προέρχονται από ομαδική συνομιλία με τις κολλητές της κι είναι πιο εκνευριστικές κι απ’ το ξυπνητήρι των έξι.

Εσύ που διαβάζεις, προς Θεού, άσε κάτω το τηλέφωνο και τις δηλώσεις χωρισμού. Η πιθανότητα σφάλματος είναι πάντα υπαρκτή κι οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις είναι συμπτωματική.

Τώρα μπαίνουν τα μεγάλα μέσα. Βάζεις κάτω αστρολογικούς χάρτες και τους αλλάζεις τα φώτα, τουτέστιν «έφαγα τον χάρτη να σ’ αναζητάω» και τσουπ, να και το τρίτο πρόσωπο! Συνωμοτείς ακόμη και με τ’ άστρα για να μάθεις ποιος είναι ο εισβολέας στη σχέση σου και πώς κατάφερε να σου κρυφτεί, αφού περνάτε σχεδόν όλη τη μέρα στον ίδιο χώρο. Σωματικά, γιατί νοητά είναι σε μια άλλη πραγματικότητα στην οποία σου απαγορεύτηκε η πρόσβαση, χωρίς καν να ξέρεις ότι υπάρχει, κι ας βρέθηκες πολλάκις στο κατώφλι της.

Σιγά να μη σε παρατούσε την ύστατη στιγμή το χαιρέκακο σύμπαν, μη κι έχανε τέτοιο σόου! Έρχεται κι η ευλογημένη στιγμή που μπαίνει για ντους και ξεχνάει το λάπτοπ ανοιχτό. Τώρα δε θα τα τινάξει όλα στον αέρα το κόκκινο το lipstick που βρήκες μες στο αμάξι, αλλά η άτιμη κόκκινη ειδοποίηση σε ένα παραθυράκι συνομιλίας που δεν είχες ματαδεί και που αν τολμήσεις να κοιτάξεις πίσω από αυτό θα ξανοιχτεί διάπλατα εμπρός σου ένας κόσμος στον οποίο δε σου επιτρέπεται να υπάρχεις ούτε σαν παρατηρητής.

Έπειτα η ζυγαριά δεν ισορρόπησε ποτέ. Στο ένα άκρο το «μα δεν έγινε και τίποτα, δυο φορές μιλήσαμε» και στο άλλο το «αγάπη μου, δεν είναι αυτό που νομίζεις». Τι εννοείς, μιλήσατε δυο φορές; Εμείς, φίλτατε, μιλάμε μία φορά κι αυτή για να πούμε καληνύχτα λίγο προτού αλλάξεις πλευρό και βάλεις μπρος το γεωτρύπανο! Που αν κοιτάξεις γύρω σου θα βρεις όχι ένα, αλλά δέκα ζευγάρια, ζωή να ’χουν, που δυο φορές μίλησαν και τώρα πάνε για δεύτερη βάφτιση.

Μετά στήνουμε στον τοίχο και πυροβολούμε. Θα ’θελες, αλλά αυστηρά όχι. Για να είμεθα κι ειλικρινείς, δεν ευθύνεται πάντα μόνο ο «αμαρτωλός», αλλά κι αυτός που τον ώθησε στην αμαρτία. Βλέπεις, μεγάλο πράγμα οι προτεραιότητες και σπανίως τις έχουμε στη σειρά που πρέπει.

Ίσως εκείνο που διεκδικεί αυτός που καταφεύγει στη διαδικτυακή απιστία είναι το δικαίωμα σε μία παράλληλη ζωή, προκειμένου να επιβιώσει στην ήδη υπάρχουσα που μοιράζεται μαζί σου κι απ’ την οποία ίσως λείπει η επιβεβαίωση, η ίντριγκα, το φλερτ.

Γι’ αυτό χρειάζεται πάντα μια εφεδρική βαλεριάνα, για να έχεις την ψυχραιμία να δεις και την άλλη πλευρά λίγο προτού πιάσεις το δίκανο. Γιατί αυτό, ναι, κακά τα ψέματα, έστω για το μελοδραματικό της υπόθεσης, δεν το γλυτώνουμε.

Μία σχέση δεν πρέπει να έχει όρια, αλλά ήθος. Το καλύτερο, λοιπόν, θα ήταν να βρεις κάποιον που θα έχετε κοινό ηθικό κώδικα. Άλλωστε, στις σχέσεις δεν υπάρχει εξαρχής σωστό και λάθος, το καθορίζουν κι οι δύο με από κοινού άγραφους κανόνες.

Η καταστροφή των σχέσεων έγκειται στην ανικανότητα των ανθρώπων να δοθούν όπως, όταν κι όπου πρέπει. Μπορείς να δώσεις όσα θέλεις σε έναν άγνωστο που περιμένει το «πληκτρολογεί» σου στη comfort zone σου, την εικονική πραγματικότητα, αλλά όχι όσο υπάρχει ένας άλλος άνθρωπος στο διπλανό δωμάτιο που σε περιμένει να γεμίσεις την κενή θέση στο κρεβάτι του.

Αυτό που έχει σημασία τελικά είναι να ξεχωρίζεις με τη δική σου επιλογή. Δώσε βάση στον ενικό. Κι αν η διαδικτυακή απιστία είναι μία πολυφορεμένη δήθεν γουστόζικη μάρκα, καλύτερα κακόγουστος!

 

Συντάκτης: Σοφία Μιχοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη