Τις πιο σοβαρές αποφάσεις δεν τις ανακοινώνεις σε κανέναν.

Γραμμένο σε έναν τοίχο, στο τσιμέντο αυτής της μεγαλούπολης αυτό το μήνυμα «Μωρό μου σ’ αφήνω». Τόσο απλό σκέφτομαι, όση ώρα είναι σταματημένο το ταξί στο φανάρι της λεωφόρου στα πρώτα κρύα του χειμώνα.

Μωρό μου σ ‘αφήνω… Και φαντάζομαι αυτόν που ξεστομίζει αυτήν την πρόταση, να τη λέει με τόση ηρεμία, σχεδόν τον ακούω και την ψιθυρίζω και νιώθω καλύτερα, πιο ελαφριά, χωρίς βάρος στους ώμους μου.

Και μοιραία πληγώνομαι που έφτασα ως εδώ, μετά από τόση προσμονή, από τόσα θέλω κι ορθή διαχείριση καταστάσεων μέσα στην τρέλα των συναισθημάτων.

Μωρό μου, σ’ αφήνω…

Και δε θέλω να τρέξεις πίσω μου, δε θέλω να μου πεις καμιά κουβέντα για να με πείσεις να μείνω, κανένα παιδικό τσαλίμι που σε άλλη περίπτωση θα με έλιωνε και θα με έκανε να δεθώ ακόμη πιο σφιχτά πάνω σου.

Καιρό τώρα θέλω να τρέξω μακριά σου. Όχι γιατί δε σε θέλω πια, αλλά γιατί δεν έχω να σου δώσω τίποτε άλλο. Τερμάτισα πρώτη, σε αυτόν τον αγώνα δρόμου, κουράστηκα να ζω σαν αποφυλακισμένος με μέτρα περιοριστικά, όλα να τα σκέφτομαι διπλά ενώ τα ζω μόνη.

Και πριν μόνη μου ήμουν, ναι, μα τώρα η επιθυμία μου για εσένα μου υπενθυμίζει καθημερινά τη μοναξιά μου.  Κι είναι κι αυτό που δεν αντέχω να σε βλέπω να θεωρείς πως όλα πάνε καλά. Και σκέφτομαι πως κάποιο λάθος έχω κάνει, πως κάτι δε σου δίνω να καταλάβεις σωστά και τα βάζω με τον εαυτό μου και τα πιάνω όλα από την αρχή ξανά.

Κι είμαι σαν να με βλέπω στις ίδιες καταστάσεις, αλλά με άλλον άνθρωπο. Και ξέρω το τέλος, Θεέ μου, το ξέρω τόσο καλά. Κι αυτή τη φορά το γράφω εγώ κι ανασάνω με μια ευκολία μεγαλύτερη.

Μωρό μου, μη με κοιτάς με αυτό το βλέμμα. Σε ξέρω, σε διαβάζω σαν ανοιχτό βιβλίο και γνωρίζω πως εγώ απλά σου συμπληρώνω τα κενά. Αυτό κάνω… Ένα ευχάριστο διάλλειμα σε μια καθημερινότητα που τελικά δε χωράω πουθενά. Σε μια συνεπή επικοινωνία, με εμένα να χάνομαι στην μετάφραση.

Μωρό μου, σ’ αφήνω.

Όχι γιατί δε σ’ αγαπάω πια. Σ’ αγαπάω τόσο που σε έβαλα κι από εμένα πιο ψηλά. Δεν είναι λάθος ή σωστό. Το ήθελα κι έχω κάθε ευθύνη για αυτόν τον μικρό Τιτανικό που ζούμε, όμως, όπως σου είπα, είναι ένας Τιτανικός κι όχι αγάπη.

Κι ο χρόνος περνάει, αγάπη μου, κι εγώ φθείρομαι και δεν έχω άλλη δύναμη να παλεύω για δύο. Κατάλαβέ με.

Μωρό μου, σ’ αφήνω… Όσο και να με πονάει, όσο και να με καίει το γεγονός ότι από το επόμενο λεπτό θα ζούμε χωριστά. Σε αφήνω για να είμαι εγώ καλά. Γιατί στα αλήθεια δε θυμάμαι πότε ήταν η τελευταία φορά που ένιωσα ολόκληρη.

Θα συναντάω φίλους και θα το βλέπουν στα μάτια μου το κενό, τον άδειο χώρο που θα σχηματίσει η απουσία σου. Γιατί θα σε κουβαλάω για κάποιο διάστημα μέσα μου, έτσι κάνουν όσοι πόνεσαν από έρωτα.

Αλλά, μωρό μου, σε αυτό το λίγο σου δε χωράει η τόση δική μου χαρά. Με στενεύει όπως εκείνο το ζευγάρι παπούτσια που αγόρασα κι ας ήταν ένα νούμερο μικρότερο.

Μη φοβάσαι. Μη φοβηθείς ούτε ένα λεπτό. Μην κρυφτείς, όπως κάνεις πάντα, ακόμη και από τον ίδιο σου τον εαυτό. Δε θα σε ψάξω.  Δε θα είμαι εδώ να μετρήσω έως το 100. Δε θα σε βρω.  Αυτό το παιχνίδι άλλωστε δεν ήταν ποτέ αρκετό.

Γιατί μωρό μου, δεν ξέρω αν στο είπα… Σ’ αφήνω. Δεν είμαι πια εδώ!

Επιμέλεια Κειμένου: Πωλίνα Πανέρη

 

Συντάκτης: Μαρία Κωφίδου