Πέφτουμε μέσα στα κύματα. Στην αρχή, οι δυνάμεις μας είναι ακέραιες και κολυμπάμε χωρίς καμιά δυσκολία. Με την ώρα, όμως, όσο αυξάνονται και τα κύματα, η δύναμή μας εξαντλείται κι η απόδοσή μας, αναπόφευκτα, ολοένα και μειώνεται. Τότε, μπορεί κάποιος να καιροφυλακτεί και να πιαστεί απ’ την αδύναμη στιγμή μας, για να πει πως δεν είμαστε αρκετά ικανοί, ώστε να επιβιώσουμε στα κύματα. ‘Ισως, όμως, κι εμείς οι ίδιοι να κάνουμε την ίδια άδικη διαπίστωση για τον εαυτό μας.

Στην πραγματικότητα, το μόνο που μας χρειάζεται είναι ένας βράχος, πάνω στον οποίο θα ξαποστάσουμε για λίγη ώρα, προκειμένου να επανακτήσουμε τη δύναμη και κυρίως την επίγνωση της δύναμής μας, για να ριχτούμε ξανά μέσα στα κύματα.

Ο βράχος, λοιπόν, είναι το μέρος όπου βρίσκουμε ξανά τις δυνάμεις μας, ύστερα απ’ τ’ αλλεπάλληλα κύματα της καθημερινότητας που δεχόμαστε και την αμφισβήτηση που, ενδεχομένως, να δημιουργηθεί προς τις δυνατότητές μας.

Σε μια σχέση μπορούμε να πάρουμε το ρόλο του «βράχου» και ν’ αποτελέσουμε για το σύντροφό μας το μέρος, όπου θα του προσφέρουμε την επίγνωση των δυνάμεών του, που θα χάνονται ή που θ’ αμφισβητούνται, στην πάλη του με τα «κύματα». Έτσι, λοιπόν, η σχέση μας, δε θα μπορεί παρά να λειτουργεί επικουρικά πάνω του.

Αν πάρουμε το ρόλο του βράχου, τότε ο σύντροφός μας θα ξέρει πως ό,τι κι αν γίνει, θα μπορεί να φτάσει ανά πάσα στιγμή κοντά μας. Η βεβαιότητα πως θα είμαστε αμετακίνητοι, όπως ο βράχος μέσα στα κύματα, θα τον ανακουφίζει και θα ξέρει, έτσι, πως θα μπορεί ν’ απευθυνθεί πάντα κάπου, για να πάρει μια ανάσα, ή ακόμη και για να βρει λύση σ’ αυτό που τον απασχολεί.

Ύστερα από μια αμφισβήτηση, ο σύντροφός μας θα φτάσει μέχρι το βράχο του, προκειμένου ν’ αποκτήσει τη χαμένη επίγνωση των δυνάμεών του. Υπενθυμίζοντάς του την πραγματικότητα και αναιρώντας την αμφισφήτηση που δέχτηκε, με επιχειρήματα που θα στηρίζονται στην αλήθεια, ο σύντροφός μας δε θα μπορεί παρά να πειστεί πως άδικα δέχτηκε την προσβολή, ή ό,τι άλλο μείωσε την αυτοεκτίμησή του.

Ως βράχος, όμως, θα είμαστε και το μέρος όπου θα επιστρέφει για να χαλαρώσει και για ν’ αποκτήσει, έτσι, τις δυνάμεις που έχασε κολυμπώντας μέσα στα «κύματα». Η δυνατότητα που θα του προσφερθεί μέσα στη σχέση ν’ αποδεσμευτεί από τις έγνοιες της καθημερινότητάς του, θα τον αναζωογονήσει και θα τον προετοιμάσει για την επόμενη, δύσκολη βουτιά που θα κάνει.

Σε πολλές σχέσεις, όμως, δεν αρνούμαστε να λειτουργήσουμε ως βράχοι, αλλά δρούμε, άθελά μας, με τον αντίστροφο τρόπο. Δηλαδή, αντί να είμαστε το μέρος όπου θ’ ανακουφιστεί ο σύντροφός μας απ’ τα προβλήματα, γινόμαστε ο βράχος που τον γδέρνει και τον ταλαιπωρεί, ενισχύοντας την κούραση που υφίσταται μέσα στα κύματα. Έτσι, δε θα μπορεί παρά να πέφτει ακόμη πιο επιβαρυμένος μέσα σ’ αυτά κι, αναπόφευκτα, ν’ αποφεύγει να επιστρέφει σ’ εμάς.

Βλέπουμε, λοιπόν, πως αν γίνουμε ο βράχος μέσα σε μια σχέση, βοηθάμε το σύντροφό μας να πατήσει σε στέρεο έδαφος και ν’ ανακτήσει τις χαμένες δυνάμεις του. Κι οι ίδιοι, όμως, αποκτούμε ένα σημαντικό ρόλο, καθώς γινόμαστε χρήσιμοι στο σύντροφό μας κι έτσι, δεν παύουμε ποτέ να νιώθουμε απαραίτητοι, στη συνύπαρξή μας μαζί του.

 

Συντάκτης: Δημήτρια Κουρίδη
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου