Βλέπουμε το βάζο που ψάχναμε εδώ και καιρό. Το αγοράζουμε. Δεν ξέρουμε, όμως, πού να το βάλουμε. Το παίρνουμε και το φέρνουμε άσκοπα μέσα στο σπίτι, χωρίς να είμαστε προσεκτικοί, το κρατάμε με το ένα χέρι, δε διστάζουμε ακόμη και να το κουβαλήσουμε υπό μάλης. Δεν αργεί, έτσι, να συμβεί το αναπόφευκτο. Το βάζο πέφτει από τα χέρια μας και σπάει.

Μόλις μαζεύουμε με βαριά καρδιά τα κομμάτια του και το πετάμε, καταλαβαίνουμε, έστω κι αργά, πού έπρεπε να το βάλουμε. Βρήκαμε την ιδανική θέση για το βάζο, που τώρα, όμως, έσπασε. Αγοράζουμε ξανά, λοιπόν, το ίδιο βάζο, το κρατάμε πιο προσεκτικά αυτή τη φορά και με τα δύο μας χέρια και το τοποθετούμε στο ασφαλές μέρος που σκεφτήκαμε. Τότε, όχι μόνο δεν πρόκειται να σπάσει, αλλά μπορεί να μείνει στην κατοχή μας, ακόμη και για πάντα.

Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, μπορεί να διαχειριστούμε και μια σχέση και την πρώτη φορά που θα συνυπάρξουμε με έναν άνθρωπο, οι συνθήκες που θα δημιουργήσουμε να είναι τέτοιες, που θα κάνουν τη σχέση μας χίλια κομμάτια και θα μας χωρίσουν. Με πιο προσεκτική, συνειδητοποιημένη κι άρα πιο σωστή τοποθέτηση της σχέσης μας, όμως, μπορεί όχι μόνο να ξαναβρεθούμε για δεύτερη φορά με τον ίδιο άνθρωπο, αλλά κι η συμβίωσή μας, ενδεχομένως, να έχει μεγάλη διάρκεια.

Όταν λέμε πως μεταχειριζόμαστε επικίνδυνα και ριψοκίνδυνα τη σχέση μας, εννοούμε πως προβαίνουμε σε επιπόλαιες ενέργειες, που κλονίζουν την ακεραιότητά της. Δηλαδή, κάνουμε συνειδητά λάθη, ακόμη κι ασυγχώρητα πολλές φορές, που γνωρίζουμε ότι θα πλήξουν τη σχέση, ή δεν ξέρουμε τι ακριβώς θέλουμε από τον άνθρωπο που επιλέξαμε και τον γυροφέρνουμε άσκοπα μέσα στο σπίτι. Τότε, η σχέση θα πέσει και θα γίνει κομμάτια.

Όμως, παρόλα αυτά, με τη διάλυσή της μπορεί να συνειδητοποιήσουμε τελικά τι ήταν για μας εκείνη η σχέση και τι ακριβώς θέλαμε απ’ αυτήν. Θ’ αντιληφθούμε, έτσι, πως κρατούσαμε με επιπόλαιο τρόπο το σύντροφό μας κι ότι δεν τον προσέξαμε όπως έπρεπε. Πιο συνειδητοποιημένα, τότε, θα πάμε να αγοράσουμε ξανά το «βάζο». Θα μπούμε για δεύτερη φορά σε σχέση με τον ίδιο άνθρωπο και θα ξέρουμε πολύ καλά πού να τον «τοποθετήσουμε» και πώς να τον «κρατήσουμε» στα χέρια μας αυτήν τη φορά. Για να επιτύχει, όμως, η δεύτερη ευκαιρία που θα δώσουμε στη σχέση μας, πρέπει να προσέξουμε μερικά πράγματα.

Καταρχάς, πρέπει να μιλήσουμε ανοιχτά με το σύντροφό μας για το «πού θα βάλουμε το βάζο» και να ξεκαθαρίσουμε, δηλαδή, τι ακριβώς ζητάμε από τη σχέση μας. Αν ταυτιστούν οι επιθυμίες κι οι προσδοκίες που έχουμε κι οι δύο γι’ αυτήν και ξέρουμε από την αρχή ότι ζητάμε το ίδιο πράγμα, τότε, θα εξοστρακίσουμε την αμφιβολία από τη συνύπαρξή μας και θα μπορέσουμε να είμαστε μαζί, χωρίς την επιβάρυνσή της.

Είναι επίσης σημαντικό, να μην υπενθυμίζουμε τα λάθη και τις επιπόλαιες ενέργειες που έγιναν στο παρελθόν κι έσπασαν τη σχέση μας. Αφού αποφασίσαμε να δώσουμε δεύτερη ευκαιρία στον άνθρωπό μας, πρέπει να απαλλαγούμε από τις επιφυλάξεις μας, ή να τις κρατήσουμε, τουλάχιστον, μόνο για τον εαυτό μας. Ανασκαλεύοντας τα λάθη που έγιναν, δε θα επιτύχουμε τίποτα άλλο από την αναβίωσή τους κι αυτό δε θα επιτρέψει στην ευκαιρία που δώσαμε, να ευδοκιμήσει.

Τέλος, δεν πρέπει να σκεφτούμε πως, αφού έσπασε το πρώτο βάζο, θα σπάσει και το δεύτερο. Θα ‘ναι μεγάλο σφάλμα αν προδικάσουμε τη δεύτερη ευκαιρία κι αν θεωρήσουμε «ξοφλημένο» το τέλος της. Μπορούμε να κρίνουμε εάν μπορεί να επιτύχει η δεύτερη ευκαιρία, μόνο όταν βελτιώσουμε κι οι δύο τη συμπεριφορά μας και δούμε τα αποτελέσματα από την καλυτέρευσή μας.

Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, πως το «λάθος» δεν υπάρχει τόσο στον άνθρωπο αλλά στον τρόπο που επιλέγουμε να τον διαχειριστούμε. Όπως το βάζο θα έσπαγε αν το κρατούσαμε με το ένα μας χέρι και δεν ξέραμε πού να το βάλουμε, αλλά θα κρατούσε ακόμη και για πάντα, αν ήμασταν προσεκτικοί στη μετακίνηση και την τοποθέτησή του.

 

Συντάκτης: Δημήτρια Κουρίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου