Βάζουμε ένα τεράστιο φορτίο στις πλάτες μας, με τη θέλησή μας. Έχουμε να περπατήσουμε πολλά χιλιόμετρα κουβαλώντας το, όμως, όταν αποδεσμευτούμε απ’ αυτό στο τέλος της διαδρομής, μπορεί να συναντήσουμε κάτι όμορφο και να ανταμειφθούμε για το σκληρό κουβάλημά μας. Πολύ πιθανόν, όμως, να αποδειχτεί ότι κουβαλούσαμε χωρίς νόημα όλο αυτό το βάρος και να μη μας περιμένει, τελικά, καμιά σημαντική ανταμοιβή.

Το τέλος της διαδρομής ας πούμε ότι είναι η μορφή που θα πάρει μια σχέση που δοκιμάζεται. Η πορεία σημαίνει την υπομονή που θα πρέπει να κάνουμε γι’ αυτή τη σχέση, προκειμένου να πάρει την τροπή που επιδιώκουμε, ενώ το βαρύ φορτίο, είναι η επιβάρυνση που θα έχουμε απ’ την υπομονή που εμείς επιλέγουμε να κάνουμε.

Τότε, πολύ πιθανόν να ανταμειφθούμε για την υπομονή μας και για την επιβεβαίωση της πεποίθησης που είχαμε, ότι θα μπορούσαν να αλλάξουν τα πράγματα και να πάρουμε, τελικά, αυτό που θέλουμε απ’ το σύντροφό μας. Μπορεί, όμως, να διαψευστούν οι προσδοκίες μας κι η υπομονή που κάναμε να μη φέρει κανένα αποτέλεσμα. Όπως και να έχει, όμως, το να κάνουμε υπομονή για να αλλάξει ο σύντροφός μας, είναι κάτι που μας επιβαρύνει έτσι κι αλλιώς, ανεξάρτητα απ’ το αποτέλεσμα που μπορεί να φέρει.

Καταρχάς, χάνουμε χρόνο περιμένοντας ότι κάτι θ’ αλλάξει. Αν δεν πάρουμε αυτό που επιδιώκουμε, τότε όλος ο καιρός που «κουβαλούσαμε», θ’ αποδειχτεί χωρίς νόημα. Η επιλογή που κάναμε να επενδύσουμε σ’ αυτόν τον σύντροφο και να αφιερώσουμε το χρόνο μας για να τον φέρουμε πιο κοντά μας, εκτός από κοπιαστική θα είναι και καθαρό χάσιμο χρόνου, αφού δε θα έχει κανένα αποτέλεσμα.

Κάνοντας υπομονή, εξαντλούμε σε μεγάλο βαθμό τον εαυτό μας. Θέλουμε κάτι, το οποίο δεν έχουμε και περιμένουμε να το πάρουμε, μένοντας κάπου όπου υποφέρουμε. Το φορτίο που επιλέξαμε να κουβαλήσουμε μας επιβαρύνει, έτσι, γιατί σε όλη τη διάρκεια της υπομονής μας, υποβόσκει η αγωνία, για το αν θα τα καταφέρουμε τελικά να έχουμε αυτό που θέλουμε απ’ το σύντροφό μας.

Το γεγονός ότι σε μια τέτοια προσπάθεια δίνουμε πιο πολλά απ’ όσα παίρνουμε είναι κάτι ακόμη που καθιστά την υπομονή ανεπανόρθωτα βαριά. Παραμένοντας με ένα σύντροφο που είναι φειδωλός μαζί μας, επειδή ευελπιστούμε ότι κάποτε θα μας δώσει κάτι παραπάνω, τότε δημιουργούμε μια άνιση συμβίωση, απ’ την οποία εμείς βρισκόμαστε στη μειονεκτική θέση.

Επιμένοντας με τόσο μονόδρομο τρόπο σε έναν άνθρωπο, αναπόφευκτα, τότε διώχνουμε άλλα άτομα απ’ τη ζωή μας, που ενδεχομένως να μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες μας, σε μεγαλύτερο βαθμό. Το ν’ αποσκοπούμε να αλλάξουμε τον τρόπο που μας βλέπει κάποιος, είναι ένα πολύ πιο αόριστο κι ασταθές ενδεχόμενο, απ’ το να υπάρξουμε με έναν άλλο, που θα θέλει απ’ την αρχή περισσότερα πράγματα από εμάς.

Τέλος, αν βάλουμε το «φορτίο» στις πλάτες μας και τελικά συντριβούν οι ελπίδες μας, τότε θα πληγούμε πολύ βαθιά. Σε όλη τη διαδρομή μας, δε θα μπορούμε παρά να πειστούμε κάποια στιγμή πως όντως ο σύντροφός μας θα ενδιαφερθεί περισσότερο για εμάς. Έτσι, όσο και να μην μπορούμε να είμαστε απόλυτα βέβαιοι για την πεποίθησή μας, θα την υιοθετήσουμε παρ’ όλα αυτά και θα πιστέψουμε ότι υπάρχουν ελπίδες.

Αντιλαμβανόμαστε, επομένως, πως το να κουβαλάμε ένα τόσο μεγάλο φορτίο στους ώμους μας, μην ξέροντας αν θ’ ανταμειφθούμε στο τέλος της διαδρομής μας είναι μια πέρα για πέρα επώδυνη διαδικασία, που, ωστόσο, μόνοι μας επιλέγουμε να βάλουμε τον εαυτό μας σ’ αυτήν.

Συντάκτης: Δημήτρια Κουρίδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη