Μικρά ή μεγάλα, ανεπαίσθητα και νοητά ή ρεαλιστικά κι ανόητα, πεισματάρικα ή εγωιστικά, αγάπα με γι’ αυτά. Για εκείνα τα μικρά κι ασήμαντα που μοιάζουν τόσο σπουδαία σε έναν τσακωμό. Έλα να κάνουμε μια συμμαχία, ένα σχέδιο έξυπνης στρατηγικής. Εσύ θα με αγαπάς για τα ελαττώματά μου κι εγώ θα προσπαθώ να απαλλαγώ από αυτά για σένα.

Σε εκείνες τις στιγμές που εγώ θα απορώ με μένα, εσύ να μου θυμίζεις γιατί με ερωτεύτηκες. Να μου μιλάς για εκείνα που σε έκαναν να με πλησιάσεις και τελικά σε έπεισαν να μείνεις. Αυτά να μου θυμίζεις τις στιγμές που θα ξεχνώ και θα χάνω τον εαυτό μου. Όταν θα ταξιδεύω με τρικυμίες εν κρανίω ανάμεσα σε απογοητεύσεις και παραιτήσεις, να μου λες «μην ξεχνάς ποια είσαι».

Εξάλλου, γι’ αυτό δεν είσαι εδώ; Για να συμπληρώνεις τα κενά μου και να μ’ αγαπάς για εκείνα τα κομμάτια που ενώ συμπληρώνουμε παρέα, καμία φορά τα ξεκολλάω απ’ το πείσμα μου; Αφού λες πως μ’ αγαπάς και πως με νοιάζεσαι, τότε θα μ’ αγαπάς ακόμη κι αν θυμώνω και θα με νοιάζεσαι ακόμη κι αν γίνεται δύσκολο να με καταλάβεις.

Να με αντέχεις, γιατί καμία φορά δε με αντέχω ούτε εγώ. Δε με μπορώ κι ούτε ξέρω αν θέλω να με αλλάξω, μα αυτό μην το μεταφράσεις πως παίρνω την αγάπη σου σαν δεδομένη. Το ξέρω πως τα ρημάδια τα ελαττώματα πληγώνουν  και σου το ορκίζομαι πως δεν το κάνω σκόπιμα.  Μια συνήθεια κι ένας ανεξέλεγκτος αυθορμητισμός, μια παθιασμένη παρόρμηση που δε φυλακίζεται.

Μιλάω για εκείνη τη ζήλια μου και την ανασφάλεια. Για ‘κείνες τις σκηνές ή πιο υπερβολικά, ακόμα και για τις παρακολουθήσεις που θα ήμουν ικανή να κάνω. Δε με τιμούν, το αναγνωρίζω. Μα αν δε νοιαζόμουν δε θα φοβόμουν μη σε χάσω, κι ας ξέρω πως δεν περνά για ελαφρυντικό.

Κι όταν με εκνευρίζω κι εγώ η ίδια, εσύ γίνεσαι η αντίστασή μου στην αχώνευτη ελαττωματική μου προσωπικότητα κι αυτό με κάνει να σ’ αγαπώ λίγο περισσότερο. Και ξέρεις γιατί; Επειδή μ’ αντέχεις. Και λίγοι είναι οι άνθρωποι που μ’ αντέχουν. Όχι επειδή είμαι τόσο ενοχλητική, αλλά επειδή δεν είμαι τέλεια.

Κι αν σε αυτό τον κόσμο δεν είσαι τέλειος, είσαι λειψός. Κι αν πάλι είσαι τέλειος, σε αποφεύγουν γιατί τους τρομάζεις. Όμως εσύ διαφέρεις, εσύ με αγαπάς, μ’ αντέχεις μ’ όλες τις υπέροχες κι ατέλειες πτυχές μου. Και μέσα απ’ τη δύναμή σου εγώ παίρνω τη δική μου και την υπενθύμισή μου:  «Μην ξεχνάς ποια είσαι και πώς σε γνώρισε».

Όλοι έχουμε ψεγάδια, έτσι δεν είναι; Κι εσύ θα έχεις κάποιο ελάττωμα, μόνο που εγώ δυσκολεύομαι να το βρω. Ίσως γιατί δε με νοιάζει, ίσως γιατί τα κανείς όλα να χάνονται όταν μου λες «εγώ σε θέλω όπως είσαι» κι εκεί με κανείς να γουστάρω πιο πολύ. Εσένα και το μέσα σου, εμένα και το μέσα μου, το αχώνευτο ελάττωμά μου, τους τσακωμούς, τα πάθη, τα φιλιά μας, όλα.

Όσο δύσκολος άνθρωπος κι αν κάποτε γίνομαι, όσο οξύθυμη κι αν είμαι, όσο σπαστική κι αν μοιάζω καμία φορά, ύστερα το μετανιώνω, εσύ με κάνεις. Να ντρέπομαι για την αδυναμία μου, για τις φωνές και τη ζήλια που σ’ έλουζα όταν με έλουζες καθησύχαση κι αγκαλιές. Ντρέπομαι για τα καμώματά μου και θαυμάζω τα δικά σου, γι’ αυτό σε εκτιμώ.

Να μ’ αντέχεις όταν εγώ δε θα μ’ αντέχω κι εγώ σου υπόσχομαι πως όλες τις άλλες στιγμές θα αντέχω και για τους δύο μαζί.

Συντάκτης: Σταματία Μάστορα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη