Κανείς δεν έχει αναμνήσεις από τη γέννησή του. Αυτό δε διαφέρει για τα πρόωρα παιδιά. Έμαθαν την ιστορία τους μέσα από αφηγήσεις των γονιών τους. Κάποιος άλλος τους διηγήθηκε ένα παραμύθι με άγνωστο πρωταγωνιστή. Μόνο που αυτός ο πρωταγωνιστής, είναι οι ίδιοι. Κι ας μην το θυμούνται. Κάποτε πάλεψαν και βγήκαν νικητές.

Είναι πεισματάρικα. Αποφασισμένα ν’ αποδείξουν πόσο λάθος κάνουν όλοι. «Δε θα είναι καλός μαθητής», «Θ’ αργήσει ν’ αναπτυχθεί». Φράσεις που ακούν καθημερινά οι γονείς τους. Φράσεις που βασίζονται σε νούμερα κι όχι σε ανθρώπους. Είναι αποφασισμένα να πετύχουν, χωρίς τα ίδια να ξέρουν καλά-καλά γιατί τους είναι τόσο σημαντικό. Βαθιά μέσα τους το γνωρίζουν.

Ήταν μαχητές απ’ τη στιγμή που πήραν την πρώτη τους ανάσα. Ήταν μαχητές γιατί κατάλαβαν απ’ την αρχή πως τίποτα δε θα τους χαριστεί. Έπρεπε να παλέψουν για τα πάντα. Ακόμα και για την ίδια τους τη ζωή.

Αυτό δεν αλλάζει όσο μεγαλώνουν. Βιάζονται. Βιάζονται να κάνουν τα πάντα στην ώρα τους, να τα κάνουν τέλεια. Αγχώνονται. Πρέπει ν’ αποδείξουν σε όλους πως οι μήνες στη θερμοκοιτίδα δεν τα καθορίζουν. Ώσπου, σταματούν να στροβιλίζονται γύρω απ’ τον εαυτό τους και σκέφτονται: «Γιατί τα κάνω όλα αυτά;». Και καταλαβαίνουν. Πλέον προσπαθούν για όλα αυτά που τα κάνουν ευτυχισμένα, όχι για τους άλλους. Πέφτουν και σηκώνονται ξανά και γίνονται όλο και καλύτερα σ’ αυτό που αγαπούν.

Τα πρόωρα παιδιά αγαπούν πολύ κι έντονα. Μα δεν το δείχνουν. Όχι όπως οι υπόλοιποι. Συνήθως αισθάνονται άβολα με τις αγκαλιές. Οι εβδομάδες ή οι μήνες που έχουν περάσει χωρίς τη σωματική επαφή με τους γονείς, παίζει μεγάλο ρόλο. Αυτό δε σημαίνει πως δεν τις αποζητούν. Απλώς προτιμούν  να κάνουν οι άλλοι την πρώτη κίνηση. Έχουν ανασφάλειες, μα τις ξεπερνούν με λίγη βοήθεια. Όπως όλοι μας.

Η γέννησή τους έφερε χαρμολύπη στους γονείς τους. Ένα «γιατί;» μα και μια ανακούφιση που όλα πήγαν καλά. Η πικρία όμως δεν κράτησε για πολύ. Το παιδί τους ήταν καλά, απλώς λίγο πιο μικρόσωμο, λίγο πιο εύθραυστο. Τι σημασία είχε; Θα το πρόσεχαν και θα το αγαπούσαν, όπως κάθε άλλο παιδί. Κι όταν κατάφερνε κάτι μικρό, αυτοί θα ήταν διπλά περήφανοι. Όχι για το κατόρθωμα αλλά για τη θέληση. Για το πεισματάρικο αυτό μικρό που δεν το έβαλε ποτέ κάτω.

Τα παιδιά το νιώθουν αυτό. Νιώθουν από μικρά τον αγώνα που έδωσαν οι γονείς τους γι’ αυτά. Κι έχουν μάθει να εκτιμούν. Ακόμα και τα απλά, τα καθημερινά. Ξέρουν πως τίποτα δεν είναι αυτονόητο. Μία στιγμή κι ο κόσμος μας μπορεί να τελειώσει. Κι αυτά, λίγες μέρες νωρίτερα να είχαν γεννηθεί και μπορεί να μην υπήρχαν. Διαπιστώσεις που πονούν, μα δε γίνεται αλλιώς. Μόνο μέσα από τον πόνο εκτιμάμε τις ευτυχισμένες στιγμές.

Όταν κάποιος έχει συμφιλιωθεί με τον πόνο, όταν του έχει κλείσει το μάτι και τον έχει κάνει κολλητό του –ακόμα κι αν δεν το θυμάται– , το βλέμμα του πάντα θα τον προδίδει. Ένα βλέμμα μελαγχολικό που πολλά απ’ τα πρόωρα παιδιά έχουν.

Όχι, δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα απ’ τους υπόλοιπους. Είναι μοναδικά. Όπως μοναδικός είναι και κάθε άνθρωπος στον κόσμο. Απλώς έχουν πάρει ένα παραπάνω μάθημα. Την επόμενη φορά που ένα εμπόδιο βρεθεί στο δρόμο τους, ξέρουν καλά τον τρόπο να το προσπεράσουν. Όπως έκαναν κι εκείνη, την πρώτη φορά.

Επιμέλεια Κειμένου Χριστίνας Κωνσταντουδάκη: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Χριστίνα Κωνσταντουδάκη