Γράφει η Αναστασία Ντ.

 

Σε σκέφτομαι πάλι, αλλά δεν ξέρω γιατί. Συνεχίζεις και ξεπηδάς στο μυαλό μου το βράδυ όταν κάθομαι κι ακούω μουσική, τη μουσική που εσύ μου έμαθες να αγαπάω. Αλλά και τη μέρα, σε άσχετες ώρες. Ώρες που θα έπρεπε απλά να διαβάζω το βιβλίο μου, να χαζεύω την αγαπημένη μου σειρά, να ετοιμάζομαι με τις φίλες μου για να βγω. Εσύ, όμως, άντα βρίσκεις τον τρόπο και ξετρυπώνεις από μια γωνιά για να μου θυμίσεις όλα αυτά που θέλω να ξεχάσω.

Όπου κι αν είμαι, ό, τι κι αν κάνω πάντα κάτι θα σε θυμίζει. Ένα χαρτάκι που βρήκα πεταμένο στο δωμάτιό μου να γράφει πάνω το όνομά σου. Μια φόρμα σου που μου είχες δώσει για να κρατάει την παρουσία σου ζωντανή κι είναι ακόμα κουλουριασμένη στην ντουλάπα μου. Μια τυχαία συνάντηση με κάποιο πρόσωπο που τόσο σε θυμίζει, μια ειδοποίηση στο κινητό.

Γιατί είναι τόσο δύσκολο να εξαφανιστείς από κάθε απόμερο και σκοτεινό σημείο του μυαλού μου; Γιατί αναστατώνομαι ακόμα όταν ακούω το όνομά σου; Πόσος καιρός πρέπει να περάσει για να μπορώ να μιλάω για σένα χωρίς να έχω ένα παράπονο; Χωρίς να κρατιέμαι για να μη φωνάξω δυνατά ότι δε μου άξιζε όλο αυτό.

Μη φοβάσαι, όμως, δε θα το κάνω και μη σου περάσει απ’ το μυαλό ότι είμαι απελπισμένη, ερωτοχτυπημένη κι αβοήθητη. Όχι, απλά έτσι είπα σήμερα να σου κάνω τη χάρη και να γιορτάσω την επέτειο του χωρισμού μας αφιερώνοντάς σου λίγο παραπάνω χρόνο απ’ ό,τι συνήθως. Αν θες να ξέρεις, όχι, δε θέλω να είμαι ξανά μαζί σου. Όχι! Δε θα ξαναέκανα ποτέ τόσο κακό στον εαυτό μου. Ναι, μου χάρισες τις πιο όμορφες μέρες μου, αλλά μου προκάλεσες τόσα δυσάρεστα συναισθήματα που δεν μπορώ να πω με σιγουριά πια ποιο απ’ τα δυο επικρατεί.

Σε έχω ξεπεράσει; Μεταξύ μας, δε νομίζω, αλλά το θέλω με όλη μου την καρδιά. Είμαι ήρεμη; Ναι, είμαι. Όσο δεν ακούω το όνομά σου, δεν αντικρίζω τη μορφή σου, είμαι ήρεμη. Δε με ενδιαφέρεις. Έχω τόσα πράγματα να ασχοληθώ που δεν προλαβαίνω καν να σε σκεφτώ. Ανήκεις πια στο παρελθόν και δε χωράς στη ζωή που τώρα χτίζω. Εκνευρίζομαι με τον εαυτό μου που αναστατώνομαι όταν θυμάμαι την ύπαρξή σου. Εκνευρίζομαι που σπαταλάω το χρόνο μου να γράψω για σένα. Περνάω όμορφα μακριά σου. Νιώθω ελεύθερη, γεμάτη δημιουργικότητα κι όρεξη για ζωή.

Μα πώς καταφέρνεις και σπας μέσα σε δευτερόλεπτα αυτή μου τη γαλήνη; Ποτέ μου δεν κατάλαβα. Πώς ελέγχεις τα συναισθήματά μου με μία λέξη, με ένα άγγιγμα. Κουράστηκα να ψάχνω απαντήσεις για το ίδιο ερώτημα. Δε θέλω να με ελέγχεις πια, δε θέλω να επηρεάζεις τη διάθεση και το πρόγραμμά μου. Θέλω να είσαι καλά, θα ήθελα να σε ρωτήσω κιόλας, αλλά φοβάμαι μήπως πέσω πάλι. Από αγάπη; Από ανασφάλεια; Από συνήθεια; Ελπίζω το τελευταίο.

Θα ήθελα να σε θυμηθώ λίγο ακόμα, όμως δε σου επιτρέπω να μου κλέψεις άλλο χρόνο. Αρκετό σου αφιέρωσα σήμερα. Καιρό είχα να σου αφιερώσω τόσο. Απλά θα ήθελα να σου ζητήσω μια τελευταία χάρη: Φύγε.

Άσε με με τις αναμνήσεις μας και τα παράπονά μου και φύγε. Άδειασέ μου τη γωνιά κι άσε με να ζήσω όλα αυτά που σου εκμυστηρευόμουν ότι λαχταρώ. Μακάρι να με ακούσεις και να το κάνεις, μακάρι να είσαι εσύ αυτός που δε φεύγει κι όχι εγώ. Από αγάπη; Από ανασφάλεια; Από συνήθεια; Ελπίζω το τελευταίο.                                                  

 

Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη