Γράφει ο Αιμίλιος.

Μία νύχτα κι ένα τσιγάρο. Μόνο αυτά χρειάζεται ένας άνθρωπος κι οι αναμνήσεις αρχίζουν να χτυπούν ανελέητα χωρίς καν να ρωτήσουν. Μία νύχτα και ένα τσιγάρο χρειάστηκα κι εγώ για να συνειδητοποιήσω πού ήμουν και πώς κατέληξα -όχι εγώ, αλλά ολόκληρη η ζωή μου. Τα έβαλα όλα κάτω, στη σειρά κι άρχισα να μετράω στιγμές, ξεχώρισα τις ουσιώδεις και πέταξα στα σκουπίδια τις υπόλοιπες. Τις πιο έντονες τις έκρυψα καλά, για να μην τις ξεχάσω ποτέ.

Άλλωστε, τις πιο έντονες τις χρωστάω σ’ αυτήν κι είναι αυτές τις οποίες συνεχίζω να ζω εξαιτίας της. Μαζί με τις στιγμές, ξεχώρισα και συναισθήματα. Συνειδητοποιημένος πλέον, κράτησα μόνο ό,τι με είχε γεμίσει. Κι ό,τι με είχε γεμίσει όλως παραδόξως ήταν μόνο οι στιγμές μου μαζί της. Μία νύχτα κι ένα τσιγάρο λοιπόν.

Στην πρώτη ρουφηξιά, πέρασαν από μπροστά μου εικόνες με κοπέλες. Ο αριθμός τους, μεγάλος, αλλά η αξία μηδενική. Τουλάχιστον για μένα. Γιατί όσο πρόθυμες κι αν φάνηκαν ορισμένες να μου αλλάξουν τη ζωή, ο ίδιος δεν είχα κανένα ενδιαφέρον για διαφορετική πορεία.  Η μόνη διαφορά που είχαν μεταξύ τους όλες αυτές ήταν στην εμφάνιση, γιατί από χαρακτήρα όλες συνηθισμένες, κοινές. Γι’ αυτό κι εγώ έκανα τη δουλειά μου κι έφευγα. Κάθε βράδυ τα ίδια. Ξενύχτια, κάβλα και ποτά ήταν η ζωή μου.

Οι φίλοι με ήξεραν πια, με είχαν μάθει. Το όνομά μου είχε καταγραφεί στα αντώνυμα της λέξης «σοβαρός» ή «παιδί για σχέση». Κι αυτό ίσως ήταν το μεγαλύτερό μου λάθος. Άφησα γνωστούς και φίλους με τις δικές τους απόψεις και δε δικαιολογήθηκα ποτέ και για τίποτα. Το τι είχα περάσει το γνώριζα μόνο εγώ. Και το τι είχα περάσει ήταν ο λόγος που έμενα μακριά από κάθε δέσμευση. Και το κατάφερνα, μέχρι που γνώρισα εκείνη.

Ήταν μια φθινοπωρινή μέρα του Νοέμβρη, ο καιρός είχε αρχίσει να κάνει τις αλλαγές του κι απ’ ό,τι φαίνεται στα σχέδια ήταν και η ζωή μου. Μετά από μια δύσκολη νύχτα -συγκριτικά με τις προηγούμενες- κι ένα αρκετά απαιτητικό πρωινό, ήρθε το μεσημέρι για να με αποζημιώσει για όλα τα δεινά τις μέχρι εκείνη τη στιγμή ημέρας αλλά και ζωής μου.

Δεν ήμουν απ’ τους άντρες που χαμογελούσαν εύκολα. Για την ακρίβεια, δε χαμογελούσα σχεδόν ποτέ. Πάντα βλοσυρός και μετρημένος. Κατασταλαγμένος με τη μετριότητα της ζωής μου, αλλά ποτέ προετοιμασμένος για τη συνέχεια.

Κι η συνέχεια δεν αφορά τίποτα άλλο, πέρα απ’ την είσοδό της στη ζωή μου. Δεν είχε να κάνει μόνο με το γεγονός πως ήταν -κι ακόμα είναι- πανέμορφη, είχε να κάνει με όλη την αύρα της. Αλλά προπάντων με το χαμόγελό της. Αυτό, που μόλις μου το χάρισε, έγινα δέσμιός του. Λάτρης του. Και κάθε ιδιοσυγκρασία μου χάθηκε όταν ξεκίνησε να γελάει. Μου κόπηκαν τα γόνατα. Τα έχασα με τον εαυτό μου, όταν συνειδητοποίησα πως γελούσα κι εγώ μαζί της, πως δεν ήμουν σε θέση να διαχειριστώ τον εαυτό μου, να τον ελέγξω. Με είχε παρασύρει και με είχε προκαλέσει ταυτόχρονα: Αυτή η κοπέλα θα γινόταν δική μου.

Κι έγινε. Η ζωή δε με είχε ξεχάσει και μου έστειλε τον πιο όμορφο άνθρωπο που είχε, για να μου θυμίσει πως ο έρωτας υπάρχει και τον βρίσκεις μόνο όταν είσαι έτοιμος να τον αποδεχθείς. Κάθε ενδοιασμός για τη διαφορά ηλικίας χάθηκε και μέρα με τη μέρα η εικόνα της γέμισε μ’ ένα μοναδικό τρόπο τη ζωή και τις αναμνήσεις μου.

Κάθε μέρα την ερωτευόμουν περισσότερο, της ανοιγόμουν περισσότερο και παρά την απόσταση, καταφέραμε να καταρρίψουμε κάθε προκατάληψη σχετικά με την κατάστασή μας. Γιατί ναι, η απόσταση ίσως είναι τροχοπέδη σε μια σχέση, αλλά ποτέ αν η θέληση είναι μεγάλη. Κι εγώ ήμουν σίγουρος πως το ήθελα πολύ. Και θα έκανα τα πάντα για τον άνθρωπο που μου έμαθε ν’ αγαπάω και πολύ περισσότερο: μου θύμισε να ζω.

Έγινε ο δάσκαλός μου κι η μεγαλύτερή μου αδυναμία. Της χρωστάω άλλωστε την καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου. Αυτήν που μόνο αυτή κατάφερε να βγάλει στην επιφάνεια. Και δε θα μπορούσα να είμαι πιο ευτυχισμένος παρά μόνο με εκείνη.

Ωστόσο, οι δυσκολίες υπάρχουν και πάντα θα υπάρχουν για τον καθένα μας ξεχωριστά. Έτσι και με εμάς. Είμαι διατεθειμένος κάθε πρόβλημα να το ξεπεράσω, αρκεί αυτή, η μικρή του πριγκίπισσα, να μου κρατάει το χέρι και να στέκεται στο πλευρό μου. Αφού η δύναμή μας μαζί είναι πάντα ισχυρότερη απ’ οτιδήποτε άλλο. Κι αυτό δεν πρέπει να το ξεχάσει ποτέ κανείς.

Για τη μικρή μου πριγκίπισσα, Β.

Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου