Γράφει ο Χ.

 

Μερικές φορές, η ζωή είναι πολύ άδικη στο να μη συναντηθούν δύο άνθρωποι που τόσο πολύ πόθησαν ο ένας τον άλλο. Ίσως να φοβάται κι αυτή η ίδια τον μεγάλο θόρυβο που θα είχε προκαλέσει η συνεύρεση των δύο φλεγόμενων σωμάτων, που μοναδικό σκοπό είχαν να νιώσουν την υπέρτατη ηδονή ο ένας στα χέρια του αλλού.

Να νιώσει ο ένας τον άλλο να τρέμει μέσα στην αγκαλιά του, όχι γιατί έφτασαν στην κορύφωση, αλλά γιατί μαζί με αυτό να απελευθερώνονται κι όλα τα συναισθήματα που είχαν δημιουργηθεί απ’ τον πόθο να συναντηθούν.

Το παράδοξο είναι ότι όλο αυτό δημιουργήθηκε από μια ματιά. Να βγαίνεις με τους φίλους σου να πιείς ένα ποτό κι εκεί που κοιτάς τι γίνεται στο μαγαζί να σταματά το βλέμμα σου σε δύο μάτια που σε κοιτάνε και να μένεις κι εσύ να τα κοιτάς χωρίς να μπορείς να πάρεις το βλέμμα σου, μην ξέροντας όμως την κοπέλα.

Να γυρνάς αλλού και να ξαναγυρνάς πάλι και τα δύο βλέμματα να είναι καρφωμένα και να σπιθοβολάνε σαν να λένε «εγώ σε γουστάρω περισσότερο», θέλοντας να γευτεί ο ένας τον άλλο, να δοθεί ο ένας ολοκληρωτικά στον άλλο και να πιουν το νέκταρ της απόλυτης ηδονής.

Από εκείνη τη μέρα και μετά αυτό  να συμβαίνει σε κάθε τυχαία τους συνάντηση κι ο πόθος αυτός να μεγαλώνει, ανατριχιάζοντας μονό και μόνο στην ιδέα τι θα συμβεί αν αυτά τα δύο κορμιά συναντηθούν. Κι όταν πια έχεις έρθει σε επικοινωνία να επιβεβαιώνεται όλος αυτός ο πόθος κι η κάβλα που έχει ο ένας για τον άλλον, αλλά λόγω αντικειμενικών δυσκολιών να μην μπορεί να πραγματοποιηθεί ποτέ αυτή η συνάντηση. Να ξέρεις ότι ο ένας τρέμει στην ιδέα να συναντήσει τον άλλον, αλλά να μην μπορεί να γίνει κι όλο αυτό να είναι αμοιβαίο.

Τι κρίμα να ξέρεις ότι μπορούσες να ζήσεις το απόλυτο (πάθος, ένταση, ηδονή), γιατί αυτό μαρτυρούν τα μάτια και να μένεις σε σκέψεις και φαντασιώσεις γιατί είναι πλέον αργά. Να μη σε αφήνει αυτή η γαμημένη σκέψη να ξεκολλήσεις και να προχωρήσεις μπροστά γιατί ξέρεις κι είσαι σίγουρος τι στερήθηκες.

Να στερείσαι τη χαρά και την έκσταση να γευτείς τον άνθρωπο που γούσταρες περισσότερο από οτιδήποτε άλλο και ταυτόχρονα να νευριάζεις και να τρελαίνεσαι γιατί ξέρεις ότι και απ’ την αντίθετη μεριά είναι ίδια τα συναισθήματα.

Σου γράφω αυτό το κειμενάκι για να σου πω όσα ήδη ξέρεις, αλλά και να ευχηθώ να μη σβήσει ποτέ αυτή η φλόγα στις ματιές μας παρά τις όποιες δυσκολίες, γιατί κάπου, κάποτε, κάποια στιγμή, θα ζήσουμε όσα κι οι δύο ονειρευτήκαμε…

Αφιερωμένο στο Σαλονικιότικο Κ.

Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη