Η απόσταση πάντα επηρεάζει τις σχέσεις. Ερωτικές ή φιλικές πάντα επηρεάζονται με τον ίδιο τρόπο. Άραγε, τι συμβαίνει όταν οι άνθρωποι που αγάπησες όσο κανέναν ξαφνικά αποφασίζουν πως δε σε χρειάζονται πλέον στη ζωή τους; Δε μιλάω για τους περαστικούς, αλλά γι’ αυτούς που υποτίθεται ότι ήρθαν για να μείνουν, που θα ήταν πάντα κοντά σου, αυτούς που ονόμασες «κολλητούς».

Δεν πα’ να τους γνωρίζεις πέντε, δέκα ή και περισσότερα χρόνια, αποτέλεσαν το σημαντικότερο κομμάτι της καρδιάς σου. Πάντα είχα αυτό το μειονέκτημα, ξέρεις, να νοιάζομαι περισσότερο απ’ τους άλλους, μάλλον γι’ αυτό κι οι καλύτεροι φίλοι μου πάντα με φώναζαν «μαμά».

Δεν μπορώ να περιγράψω όλα όσα περάσαμε μαζί. Τις κοπάνες μας, τα καλοκαίρια μας στην παραλία, τις τριήμερες που οργανώναμε σε ολόκληρη τη χώρα, τα μεθύσια μας, τις νύχτες που απεγνωσμένα κλαίγαμε και χτυπιόμασταν για τον κάθε μαλάκα και ηλίθιο, που για εμάς τότε ήταν σημαντικός. Για τα βράδια που καθόμασταν και μιλούσαμε για πράγματα που δεν είχαμε ξεστομίσει ποτέ σε άνθρωπο μέχρι τότε, για τα ατελείωτα τηλεφωνήματά μας, τα αμέτρητα μηνύματα με μοναδικό περιεχόμενο το “SOS”, που γνωρίζαμε πολύ καλά πως ό,τι και να κάναμε το διακόπταμε για να απαντήσουμε.

Όλα τα περίεργα πράγματα που κάναμε μαζί που όταν τα ακούσει κάποιος, σίγουρα θα μας περάσει για τρελές. Μα όταν κάποιος πείραζε τη μία, ταυτόχρονα τις πείραζε όλες. Κι όταν χώριζε οποιαδήποτε από εμάς, γινόμασταν ομάδα παρακολούθησης και καθόμασταν για ώρες έξω απ’ το σπίτι του πρώην για να δούμε πού θα πάει και με ποιους.

Τα πράγματα που γνωρίζει η καθεμία για την άλλη αποτελούν θησαυρό. Τα μεγαλύτερά μας μυστικά τα μοιραστήκαμε χωρίς να το καλοσκεφτούμε κι έτσι γινόμασταν όλες συνένοχες στο έγκλημα. Ήμασταν οι «τέλειες φίλες», όλοι μας ζήλευαν, ήμασταν τόσο ενωμένες που απορούσαν πώς τα καταφέρναμε, τόσο αγαπημένες που θα τολμούσε κάποιος να πει πως θα μέναμε έτσι για πάντα. Μα έλα που στη ζωή τίποτα δε μένει όπως το προβλέπεις.

Ήρθε η μέρα που οι δρόμοι μας θα χωρίζονταν. Η καθεμία πήρε τον δρόμο της για να ακολουθήσει τα όνειρά της. Θα μέναμε ενωμένες, είπαμε, θα μιλούσαμε καθημερινά, είπαμε, θα εφαρμόζαμε κανόνες για να μη χαθούμε, είπαμε, αλλά τίποτα από αυτά δεν έγινε.

Εμείς ποτέ δε ζηλέψαμε η μία την άλλη. Η χαρά της φίλης μου για μένα πάντοτε ήταν τριπλάσια, ο πόνος της ακόμη με σκότωνε σαν να ήταν δικός μου. Στο τέλος, βέβαια, είναι αστείο πώς καταλήξαμε έτσι. Τόσο πολύ αγαπούσαμε η μία την άλλη, που στο τέλος μας έκανε να δυσφορήσουμε και να μην μπορούμε να ανταποκριθούμε στο δυνατό αυτό συναίσθημα. Γιατί αν υπάρχει κάτι πιο δυνατό απ’ τον έρωτα, αυτό είναι η αγάπη στη φιλία.

Είχαμε μοιραστεί τα πάντα μαζί, το καθετί τις θυμίζει. Περνάω απ’ το αγαπημένο μας εστιατόριο, που σταθερά κάθε Παρασκευή και γενέθλια πηγαίναμε, περνάω έξω απ’ το αγαπημένο μας κατάστημα ρούχων, που ξοδεύαμε ώρες μέχρι να βρούμε το ιδανικό ρούχα για καθεμιά αφού πέρα από φίλες ήμασταν κι η προσωπική στιλίστρια η μια της άλλης, περνάω απ’ τον δρόμο που οδηγεί στα σπίτια τους, εκεί που γελάσαμε και κλάψαμε για χαμένους έρωτες.

Ακόμη χειρότερο είναι όταν επιστρέφω στη βάση μου, στη γειτονιά μου, στο σπίτι μου, το δωμάτιό μου. Ποιος να ξέρει και ποιος να φανταστεί πόσα μυστικά, προσωπικές ανησυχίες και μικροπροβλήματα κρύβονται σε αυτούς τους τοίχους. Είναι οι αγνές, οι πολύτιμες στιγμές ευτυχίας κι ασφάλειας που ένιωθα όταν ήσασταν δίπλα μου.

Όμως, τώρα φύγατε και πήρατε μαζί σας κομμάτια μου. Οι λόγοι πολλοί κι ασήμαντοι, οι αφορμές περισσότερες. Τώρα πια δεν είστε εδώ. Δεν μπορώ να σας πάρω τηλέφωνο να δω τι κάνετε, δεν μπορώ να σας στείλω μήνυμα, δεν μπορώ να σας εκφράσω τις ανησυχίες και τα προβλήματά μου.

Το σημαντικότερο, όμως, δεν είστε εδώ όταν χρειάζομαι περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στον κόσμο την αγκαλιά σας κι ένα «Άσε τώρα τις μαλακίες και πάμε για κανένα καφέ». Πιάνω τον εαυτό μου να σας αναζητά σε ό,τι σημαντικό συμβαίνει στη ζωή μου. Θέλω να σας πάρω να σας πω πως επιτέλους πήρα αυτή την άδεια οδήγησης, βγήκα επιτέλους με αυτόν τον Γιάννη που σας είχα τρελάνει, δεν μπορώ να σας πω ότι το καλοκαίρι θα πάω διακοπές στην Ιταλία και πως σιγά-σιγά αρχίζω να αλλάζω τη ζωή μου.

Έχασα το σημείο αναφοράς μου. Κι αυτός είναι ο μεγαλύτερος πόνος. Δε χάνεις τον έρωτα της ζωής σου, αλλά τους ανθρώπους που για σένα ήταν όλη σου η ζωή. Τα φιλαράκια σου, που έχουν τη μοναδική ιδιότητα τις καλές στιγμές να τις κάνουν καλύτερες και τις άσχημες να μην πονάνε τόσο.

Μου λείπετε αφάνταστα πολύ και σας αγαπώ.

 

Συντάκτης: Μαριλένα Χατζημιλτή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη