«Πίνω να ξεχάσω» λέει ο άλλος και γελάνε μέχρι κι οι γόπες μέσα στα τασάκια. Όσο το μπλε μέρος της γομολάστιχας έσβηνε τελικά το στiλό, άλλο τόσο σβήνει και το ποτό τις αναμνήσεις. Κι αυτός που το είπε πρώτος, ή ήταν τεράστιο βλήμα, ή τεράστιο τρολ.

Την ίδια επίδραση που έχει το οινόπνευμα στη φωτιά, την έχει και στη σκέψη. Κάθε γουλιά είναι το καύσιμο για μια μηχανή που μας πάει βόλτες στο χρόνο, με τον περιορισμό ότι δέχεται να μεταφέρει μόνο τη φαντασία κι όχι την πραγματικότητα. Μια ουτοπία με ημερομηνία λήξης την ώρα που θα ξυπνήσεις την άλλη μέρα με πονοκέφαλο και μια αναπνοή παντόφλα, που έστω και για λίγο, θα σε αφήσει να ξαναπαίξεις τις σκηνές με αλλαγμένα λόγια, συμπεριφορές, ακόμα και πρωταγωνιστές.

Πίνε για να ξεχάσεις λοιπόν, κι άμα το καταφέρεις ποτέ, σφύρα μου. Όσο περισσότερο πίνεις, τόσο περισσότερα συναισθήματα θα διαδέχονται το ένα το άλλο. Σχεδόν όλα, εκτός από αυτό που αποζητούσες απ’ την πρώτη γουλιά, τη λήθη.

Από λογοτεχνικά αριστουργήματα μέχρι τελειωμένα καψουροτράγουδα που ακούς σε τριτοδεύτερα μπουζουξίδικα μιλάνε για το θολωμένο σουρεάλ συνοθήλευμα σκέψεων που σε βρίσκει όταν το μεθύσι δίνει τη θέση του στη λογική, κι εκτός από συναισθήματα, αρχίζει και ξυπνά και τα φαντάσματα που μας στοιχειώνουν.

Τότε είναι που μετανιώνουμε για τα γαμημένα «φύγε» που είπαμε εκεί που θέλαμε να μείνουν, για εκείνες τις φορές που γυρίσαμε την πλάτη αποχαιρετώντας ενώ έπρεπε να βγάλουμε ρίζες στα παπούτσια και να μη μας ξεκολλάει ούτε άρμα. Όλα λένε γίνονται για κάποιο λόγο. Λογικά το ίδιο θα ισχύει και γι’ αυτά που δε γίνονται.

Τότε είναι που όχι απλά δεν ξεχνάμε, αλλά ακόμα και τα ακατόρθωτα αρχίζουν να φαντάζουν εφικτά. Το βάρος που κουβαλάμε στις πλάτες μας δίνει την ψευδαίσθηση ότι γίνεται λίγο πιο ελαφρύ. Τότε είναι που υποτίθεται ότι δεν ξέρουμε τι κάνουμε, αλλά στην πραγματικότητα κάνουμε ακριβώς αυτό που θέλαμε, αλλά δεν είχαμε αρχίδια να τολμήσουμε.

Τελικά τον άνθρωπο τον κουράζει η συνειδητή ενασχόληση με την ουσία, γουστάρει να ασχολείται με μικρές χαζές λεπτομέρειες, να ζει την αυταπάτη του ελέγχου. Κι αυτό ακριβώς είναι που προσφέρει το ποτό. Αυταπάτες. Αυταπάτη ότι μπορεί να διορθώσει λάθη, αυταπάτη ότι μπορεί μετά από μισό μπουκάλι να πιάσει τιμόνι, αυταπάτη ότι ακόμα και μια τελειωμένη ιστορία εξακολουθεί να έχει ελπίδες. Τα μεγαλύτερα λάθη έχουν γίνει υπό την επήρεια μέθης. Από τροχαία ατυχήματα μέχρι μεθυσμένα μηνύματα που δεν έπρεπε ποτέ να σταλούν.

Σε ξελογιάζει ύπουλα το μεθύσι, μουλωχτά. Στην αρχή με μια πληθωρική ευφορία, που προσπαθείς να συντηρήσεις πίνοντας λίγο ακόμα. Η αλήθεια αρχίζει να φλερτάρει με τη μυθοπλασία και πριν το καταλάβεις, ζεις μια συναισθηματική φόρτιση που θυμίζει τεκτονικό σεισμό. Όχι λοιπόν, φίλε, δεν πίνεις για να ξεχάσεις. Κι αυτό το ξέρεις απ’ την πρώτη κιόλας γουλιά. Το μόνο που παίζει όντως να ξεχάσεις είναι το κινητό σου, τα τσιγάρα ή τα κλειδιά σου, και να κοιμηθείς στο χαλάκι.

Όλα τα άλλα θα τα θυμάσαι με κάθε τους λεπτομέρεια. Αν ισχύει αυτό που λένε ότι είμαστε θνητοί μέχρι το πρώτο φιλί ή το δεύτερο ποτήρι κρασί, δεν έχεις να φοβάσαι ή να νιώσεις ενοχή για τίποτα. Όταν βρεθείς πάτο, μετά έχει μόνο προς τα πάνω.

Cheers.

Συντάκτης: Αλέξης Φαραντούρης
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη