Τι είναι αυτό που όλα τα πλάσματα σ’ αυτόν τον πλανήτη ζητάμε; Αυτό που αναζητούμε με εσωτερικό κενό όταν δεν το βρίσκουμε και με πληγωμένο συναίσθημα όταν μας το αρνούνται; Αυτό για τ’ οποίο λιώνουμε είτε άνθρωποι είτε σκυλάκια, σαύρες ή τίγρεις; Το ενδιαφέρον· το γνήσιο κι ειλικρινές ενδιαφέρον που μπορεί να συνοδεύεται από ένα άγγιγμα ή χαμόγελο, μα το κύριο είναι αυτό από μόνο του. Αυτό είναι που χρειαζόμαστε σε καλές ή άσχημες στιγμές, σε ευχάριστες ή αδύναμες, σε εκστατικές ή ευάλωτες, αυτό που έχουμε ανάγκη. Ένα δείγμα ειλικρινούς ενδιαφέροντος. Κι αυτό είναι που μπορεί να μας κάνει κακό.

Στα δύσκολα, τότε που νιώθουμε πονεμένοι, λειψοί κι αιχμάλωτοι των βαριδιών που σέρνονται από τα μέλη μας, τότε που νιώθουμε μόνοι γιατί κανείς δεν μπορεί να νιώσει ακριβώς το τι νιώθουμε και την ίδια στιγμή θέλουμε μία ενέργεια έστω να στέκεται δίπλα μας ακόμα και να μη συμβουλεύει ή λύνει τους κόμπους στο μυαλό, τότε είναι η πιο επικίνδυνη ώρα. Η ώρα που χρειαζόμαστε ένα αυτί να μας ακούσει, έναν ώμο να στηριχτούμε ή κλάψουμε, ένα ζευγάρι μάτια να καθρεφτίζει συνειδητοποίηση και συμπόνια. Την ώρα που έχουμε ανάγκη να μας νιώσουν και σταθούν.

Τότε μπορούμε να πληγωθούμε ακόμα περισσότερο σε περίπτωση που κάποιος έρθει και μας «σκουντήξει», που μας κάνει να τον κοιτάξουμε και να δούμε το γνήσιο χαμόγελο και την όμορφη περιέργεια, το ειλικρινές ενδιαφέρον που τόσο περιμέναμε και θέλαμε. Γιατί όταν είμαστε ευάλωτοι, ανοιχτοί και μαλακοί σαν μισοφαγωμένο φρούτο που περιμένουμε κάποια εξωτερική αλλαγή, κάποιον να μας τελειώσει ή να μας φυλάξει στο ψυγείο, όταν είμαστε απλώς παραδομένοι, αδύναμοι για οποιαδήποτε κίνηση και κάποιος πράγματι εμφανίζεται, κάποιος μας προσέχει εκεί στο τραπέζι της κουζίνας που είμαστε ξαπλωμένοι κι υποδουλωμένοι στις καταστάσεις, είναι επόμενο να νιώσουμε πως μόλις γνωρίσαμε τον σωτήρα μας, τον Μεσσία που ήρθε να μας φροντίσει και σώσει από την αποσύνθεση.

Αυτός ο κάποιος αισθάνεται ότι κάτι συμβαίνει ή του το λέμε έμμεσα, πάνω στην ανάγκη μας να προκαλέσουμε αυτό ακριβώς, κι όταν ζητήσει να του ανοιχτούμε και να μοιραστούμε σκέψεις και συναισθήματα, κάτι μέσα μας ταράσσεται· κάτι μέσα μας δεν πιστεύει πως ακούσαμε ή νιώσαμε αληθινό ενδιαφέρον, πως πράγματι κάποιος θέλει ειλικρινά ν’ ακούσει όσα έχουμε να πούμε, όσα θέλουμε και την ίδια στιγμή δε θέλουμε να θυμόμαστε. Πως θέλει ν’ ακούσει όσα μας πρόδωσαν, πλήγωσαν και ράγισαν. Και τα λέμε· αυτά που μας πρόδωσαν, αυτά που μας πλήγωσαν και ράγισαν. Τα λέμε με λεπτομέρειες ή, αν δεν αντέχουμε ούτε τη λεκτική αναπαραγωγή των γεγονότων, δίνοντας μικρά στοιχεία που μπορούν να σχηματίσουν ένα μικρό, κατανοητό σκίτσο στο μυαλό του άλλου αρκετό για να αισθανθεί, για να αντιληφθεί την πλευρά μας.

Αν αυτός ο κάποιος τώρα μας συμβουλεύσει, νoιαστεί ή μας κατανοήσει αρκετά για να προσπαθήσει να μας βοηθήσει, τότε το πράγμα γίνεται ακόμα πιο δύσκολο. Γιατί εμείς έχουμε αρχίσει ήδη να τον νιώθουμε κοντά μας από το πρώτο «Θέλεις να μου πεις τι έχει γίνει;» και τώρα που θέλει να μας κάνει να νιώσουμε καλύτερα, η ευάλωτη «καρδιά» μας συμπαθεί και δένεται μαζί του, τον εκτιμά και τον θέλει να παραμείνει εκεί, δίπλα μας να μας εκτιμά κι αυτός και να θέλει την παρέα μας όπως εμείς τι δική του. Τον θέλουμε στη ζωή μας ως φίλο, εραστή ή οικογένεια, ανάλογα με το τι θα μας έχει βγάλει κι αυτό δείχνει το πόσο τυφλωμένη μπορεί να καταλήξει να είναι αυτή η «καρδιά» ή πόσο εύκολα να ναρκωθεί ή εξαρτηθεί από κάποιον.

Επειδή όταν είμαστε ευάλωτοι κι έχουμε ανάγκη από κάποιον να ενδιαφερθεί και να μας σταθεί, δενόμαστε. Δενόμαστε πολύ εύκολα και γρήγορα. Δενόμαστε μουδιασμένα, αλλά δενόμαστε όπως και να ‘χει και το κακό με αυτό είναι ότι μπορεί να είναι φυσιολογικό μεν, δεν είναι όμως θεμιτό από την άλλη ακόμα και να μην το καταλαβαίνουμε εκείνην τη στιγμή.

Αρχικά γιατί οι πληγές μας νομίζουν ότι κλείνουν ή μπορεί και να το κάνουν αληθινά, όμως όχι για τους σωστούς λόγους. Δεν είναι επειδή αυτός ο άνθρωπος είναι γαμάτος για εμάς, περνάμε χρόνο μαζί του, γελάμε, ζούμε και τον γουστάρουμε, αλλά γιατί μας έδωσε ένα κομμάτι σοκολάτας τη στιγμή που είχαμε τη μεγαλύτερη λιγούρα. Μπορεί να το έκανε από ανθρωπιά κι ευαισθησία, αλλά αυτό δεν τον μεταμορφώνει στον ιδανικό φίλο, εραστή ή οικογένεια. Όχι, τα μάτια μας μονάχα μαγεύτηκαν γιατί το είχαν ανάγκη κι η συναισθηματική αδυναμία μας κάνει να νιώθουμε ξανά παιδιά ·μερικώς ανώριμους και παρορμητικούς.

Κι έπειτα, όταν νιώθουμε τέτοιο δέσιμο για κάποιον, θέλουμε να το εκφράσουμε ή το εκφράζουμε ακόμα και να μην το συνειδητοποιούμε. Κι όταν το κάνουμε σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα και τόσο ξαφνικά, το πιο πιθανό είναι αυτός ο κάποιος να τρομάξει ή και φρικάρει από το πώς αγκιστρωθήκαμε από πάνω του, το πόσο προσκολληθήκαμε και πόσο δείχνουμε να τον έχουμε ανάγκη. Εκείνος αυτό που ήθελε ήταν να μας ακούσει, να μας συμβουλεύσει όσο καλύτερα μπορούσε εκείνην τη στιγμή, όχι να γίνουμε οι καλύτεροι φίλοι, εραστές ή οικογένεια -η επανάληψη του τρίου είναι για να φανερωθεί η υπερβολή στις σκέψεις μας, τ’ άκρα που μπορεί η ευαλωτότητα να μας συστήσει. Μπορεί να φοβηθεί από το πλήθος των «συναισθημάτων» και όχι μόνο να ξενιστεί και νιώσει περίεργα, αλλά και ν’ απομακρυνθεί.

Όταν νιώθουμε αρκετά μικροί για να μας καταπιεί ο κόσμος, όταν νιώθουμε ότι η σκοτεινιά ταιριάζει καλύτερα με την ψυχοσύνθεσή μας, χρειάζεται να είμαστε προσεκτικοί· να εκφραζόμαστε αν βρούμε το ενδιαφέρον που ζητάμε, αλλά να διαχειριζόμαστε τις επιδράσεις του ενδιαφέροντος αυτού στο μέσα μας.  Να ξέρουμε τι μπορεί να έρθει και να το προλάβουμε τόσο επειδή μπορεί ν’ απογοητευτούμε στο μέλλον όταν γνωρίσουμε καλύτερα τον άνθρωπο που είχαμε εξιδανικεύσει στην αδύναμη στιγμή μας, αλλά κι επειδή μπορεί να φρικάρουμε τον άλλον και να πληγωθούμε από την αποστασιοποίησή του.

Χρειαζόμαστε το ενδιαφέρον, μα χρειαζόμαστε και να είμαστε ψύχραιμοι και όσο λογικοί μπορούμε και το οφείλουμε στον εαυτό μας ειδικά στα δύσκολα.

Γιατί αν δε μας προφυλάξουμε εμείς, ποιος θα το κάνει;

 

Συντάκτης: Μαρία Α. Καρμίρη
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή