

Υπάρχουν κάποιες μέρες που δεν είμαστε αλήθεια καθόλου καλά, που έρχονται διάφορες καταστάσεις και γεγονότα και μας στριμώχνουν. Έρχονται άσχημες σκέψεις, έρχονται στιγμές που χάνουμε ανθρώπους, χάνουμε τον εαυτό μας, πονάμε, φοβόμαστε, δειλιάζουμε. Όπως έρχονται, επίσης, και στιγμές που δάκρυα κυλάνε από τα μάτια στα ξαφνικά, που κοιτάμε έξω και βλέπουμε γκρι παντού, άσχετα με το πόσο φως υπάρχει γύρω μας.
Υπάρχουν μέρες που όσο και να προσπαθήσουμε να παλέψουμε με τους εσωτερικούς μας δαίμονες νιώθουμε ότι είναι κοντά να μας νικήσουν και είμαστε έτοιμοι να αφεθούμε σε μια θλίψη που μας θρονιάζει σε έναν καναπέ κρατώντας τις περισσότερες φορές ένα κινητό στο χέρι, την ώρα που αρνούμαστε πεισματικά να κάνουμε οτιδήποτε εκτός από το να κοιτάμε στην οθόνη ένα σωρό άσχετα πράγματα, προσπαθώντας να αδρανοποιήσουμε το μυαλό μας από το να σκέφτεται.
Έρχονται, όντως, αυτές οι μέρες και η αλήθεια είναι πως έρχονται για όλους μας, χωρίς διακρίσεις και φυσικά χωρίς να μας ρωτήσουν. Η θλίψη και η στεναχώρια είναι ένα κομμάτι της ριμάδας της ζωής μας και καλό θα ήταν να καταλάβουμε ότι είναι μια αρκετά φυσιολογική κατάσταση, που τη χρειαζόμαστε για να ανασυνταχθούμε μετά από ένα σοκ ή μια πληγή στον ψυχικό και συναισθηματικό μας κόσμο. Ακριβώς όπως συμβαίνει τις πληγές μας που μετά τη δημιουργία τους το σώμα αντιδρά με πόνο μέχρι την επούλωσή τους, έτσι και η ψυχή αντιδράει με τη θλίψη μέχρι να καταφέρουμε να επουλώσουμε τα τραύματα μας, είτε μικρά είτε μεγάλα. Ας ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, πως η θλίψη είναι για όλους. Γιατί όμως όταν τη βιώνουμε νιώθουμε τόσο μόνοι και ταυτόχρονα τόσο ένοχοι που είμαστε στεναχωρημένοι;
H απάντηση απλή. Γιατί δεν επιτρέπεται να φαίνεσαι θλιμμένος στις μέρες μας. Τόσο στην πραγματική ζωή όσο και στην ψηφιακή, οι εικόνες στεναχωρημένων θλιμμένων ανθρώπων -με δάκρυα ή χωρίς στα μάτια- αποβάλλονται δια ροπάλου. Είναι σαν να υπάρχει πλέον ένας άγραφος νόμος που υπακούμε όλοι -ηθελημένα ή άθελά μας- και λέει πως όσο θλιμμένοι και να είμαστε, απαγορεύεται να το δείχνουμε. Δεν ταιριάζει η θλίψη με την εποχή, ρε παιδί μου, πώς να το κάνουμε.
Το παράδοξο είναι ότι την παραπάνω νόρμα την έχουμε σιωπηλά αποδεχτεί σχεδόν όλοι και κρύβουμε εντέχνως τη θλίψη μας με θελκτικές εικόνες καλά φτιαγμένες από μια ζωή που δείχνουμε να περνάμε καλά, ενώ στην πραγματικότητα νιώθουμε μέσα μας τις πληγές να κάνουν πάρτι. Ακόμα, τις περισσότερες φορές αποφεύγουμε να μιλήσουμε για τη στεναχώρια μας και για αυτά που μας βαραίνουν, αφού φοβόμαστε μη μας θεωρήσουν μίζερους ή καταθλιπτικούς. Τουλάχιστον όσο φαινόμαστε χαρούμενοι θεωρούμε ότι είναι πιο εύκολο να γίνουμε αποδεκτοί. Ένα θέατρο σκιών της ίδιας μας της ζωής, εκτός από τα βράδια που μένουμε μόνοι με τον εαυτό μας και εκεί τον τιμωρούμε ακόμα περισσότερο που νιώθει όσα νιώθει.
Ταυτόχρονα συμβαίνει κάτι ακόμα πιο περίεργο. Είτε βιώνουμε μια φάση θλίψης είτε όχι, με το που δούμε απέναντί μας άλλα θλιμμένα μάτια αποστρέφουμε το βλέμμα και αποφεύγουμε να ρωτήσουμε «πώς είσαι, σε βλέπω στεναχωρημένο». Θαρρείς και είναι μεταδοτική ασθένεια και θα κολλήσουμε κάτι ανίατο. Μας βαραίνει η θλίψη του άλλου για αυτό και την αποφεύγουμε, ενώ μας είναι τόσο άνετο να κοιτάμε σε μια οθόνη τις ευτυχισμένες ζωές άλλων, είναι δεν είναι αληθινές. Ίσως και να φοβόμαστε ενδόμυχα να έρθουμε αντιμέτωποι με κάτι που μας τρομάζει και πιστεύουμε πως όσο δεν πλησιάζουμε αρνητικά συναισθήματα δε θα μας αγγίξουν κιόλας.
Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει κάτι πιο δυνατό και αληθινό από τα θλιμμένα μάτια. Και αν πρέπει να κυνηγάμε στη ζωή μας είναι τους αληθινούς ανθρώπους, αυτούς που έχουν τη δύναμη να τσαλακωθούν και να παραδεχτούν το στραπατσάρισμά τους, που ψάχνουν τη δύναμη να ανασυνταχθούν. Η θλίψη δεν είναι μεταδοτική ασθένεια αλλά δύναμη και για αυτόν που τη βιώνει και για μας όταν τη βιώσουμε. Απλώνοντας το χέρι σε όσους μας έχουν ανάγκη σε κάποια φάση της ζωής τους, όχι απαραίτητα για να τους βοηθήσουμε να ξεπεράσουν τη θλίψη τους -πολλές φορές απλώς για να τους ακούσουμε ώστε να δυναμώσουν και να βρουν τη δύναμη να ξεπεράσουν από μόνοι τους όσα τους πονάνε-, το πιο πιθανό είναι ότι θα βρούμε και εμείς ένα απλωμένο χέρι όταν το έχουμε ανάγκη. Η ενσυναίσθηση και η κατανόηση είναι μεταδοτική και όχι η στεναχώρια -κάτι εντελώς αντίθετο με αυτό που φαίνεται να κυριαρχεί σήμερα.
Όσο φοβάσαι τώρα, θα φοβηθώ κι εγώ κάποια στιγμή και όσο χαίρεσαι τώρα, θα χαρώ κι εγώ στο μέλλον. Τίποτα δεν κρατάει για πάντα, ούτε η χαρά, ούτε η θλίψη. Αυτό όμως που κρατάει για πάντα είναι οι άνθρωποι που μοιράζονται την αλήθεια τους χωρίς φόβο και με πολύ πάθος.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.