«Τα ψεύτικα φυτά μου μαράθηκαν, γιατί ξέχασα να κάνω ότι τα ποτίζω.»

 

Έχει και σχέσεις τέτοιες. Που όλοι οι συμμετέχοντες επί της ουσίας ξέρουν ότι τις διατηρούν παίζοντας έναν ρόλο. Ξεκινώντας από φιλίες που διατηρούμε με ανθρώπους που όσα ίσως μας συνέδεαν δεν υφίστανται, φτάνοντας ακόμα και στις ερωτικές σχέσεις που συντηρούνται από συνήθεια, ή φόβο με το κοινό μυστικό ότι είναι ήδη τελειωμένες.

Μιλάμε για καταστάσεις που ξεπερνούν κατά πολύ τους αναγκαίους συμβιβασμούς που όλοι κάποια στιγμή καλούμαστε να κάνουμε, προκειμένου να συναντηθούμε κάπου στο μέσον της διαδρομής με έναν άνθρωπο. Είναι αδύνατον τα θέλω, οι προτιμήσεις και οι επιλογές μας να συμπίπτουν πάντα απόλυτα με αυτά των ανθρώπων που θέλουμε να έχουμε στη ζωή μας, είτε πρόκειται για φίλους είτε για τον ερωτικό μας σύντροφο. Εκεί κάπου, καλούμαστε να βρούμε τη χρυσή τομή, με αμοιβαίες υποχωρήσεις ώστε να συνυπάρξουμε ομαλά.

 

 

Τι συμβαίνει όμως όταν ενώ η σχέση δείχνει αδιέξοδη, μη λειτουργική, τη συνεχίζουμε υποκρινόμενοι ότι όλα πάνε καλά, τη στιγμή που τίποτα δεν περπατάει; Σε αυτή τη συνθήκη, η όποια σχέση υφίσταται συμβατικά. Η συντήρησή της ενώ είναι νεκροζώντανη, συνήθως χρειάζεται τη συναίνεση όλων των εμπλεκόμενων μερών με στόχο να εξυπηρετηθούν ανασφάλειες, φόβοι, αγωνίες ή η έξωθεν καλή μαρτυρία που συχνά για όποιο λόγο είναι απαραίτητη. Με μια κουβέντα υποκρινόμαστε, ενδυόμενοι έναν ρόλο που δε μας ταιριάζει.

Σε αυτό το πλαίσιο και προκειμένου να διατηρήσουμε μια ψεύτικη νηνεμία, καταπιέζουμε μόνιμα συναισθήματα, σκέψεις κι απόψεις. Φοβόμαστε να μπούμε στη διαδικασία μιας υγειούς διαφωνίας, με την επίγνωση ότι η κατάληξή της δε θα είναι παραγωγική γιατί η απόσταση που μας χωρίζει είναι χαώδης. Για τον ίδιο λόγο δεν είμαστε ειλικρινείς και κρατάμε τις σκέψεις μας για τον εαυτό μας. Όμως αν έχουμε μια σχέση που δεν αντέχει το διάλογο ή και τη διαφωνία, αν συνδεόμαστε ερωτικά ή φιλικά με κάποιον που ποτέ δεν είναι πρόθυμος να ακούσει τη δική μας άποψη, ή που η δική του μας βγάζει μόνιμα απ’ τα ρούχα μας, ποιος ο λόγος να συνεχίζουμε την όποια επικοινωνία;

Αν για παράδειγμα η φιλική σχέση μας με κάποιον είναι «λυκοφιλία», αν κάθε φορά που στην οθόνη του κινητού μας βλέπουμε το όνομα αυτού του προσώπου νιώθουμε ένα σφίξιμο στο στομάχι, μάλλον δεν υπάρχει λόγος να το συνεχίζουμε. Μπορεί να φαίνεται δύσκολο, ειδικά αν μας συνδέουν χρόνια σχέσης, ή αν σε κάποια φάση της ζωής μας ήμασταν πολύ δεμένοι, αν έχουμε όμορφες κοινές αναμνήσεις. Όμως οφείλουμε να είμαστε ρεαλιστές: οι ανθρώπινες σχέσεις πολλές φορές κάνουν κύκλους. Και συχνά τους ολοκληρώνουν και τους κλείνουν. Κι αν αυτό συμβεί, τότε δεν έχουν τίποτα άλλο να προσφέρουν σε κανέναν.

Γιατί οι άνθρωποι αλλάζουν μέσα από τις εμπειρίες τους και την πορεία της ζωής τους. Κι ίσως σε αυτήν την αλλαγή να πάψουμε να είμαστε συμβατοί με κάποιους που κάποτε ήμασταν πραγματικά δεμένοι. Για να τιμήσουμε επομένως τα καλά που ενδεχομένως προηγήθηκαν, οφείλουμε να είμαστε ειλικρινείς πρωτίστως με τους εαυτούς μας. Ειλικρινείς και θαρραλέοι, ώστε να μη σύρουμε μια σχέση στην υποκρισία, τραβώντας τη απ’ τα μαλλιά. Πάμε γι’ άλλα, αληθινά και γόνιμα.

Συντάκτης: Μαριάννα Πολένα
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου