Ξυπνάς, ανοίγεις τα μάτια, σηκώνεσαι από το κρεβάτι, πας και ρίχνεις νερό στο νυσταγμένο προσωπάκι σου, πορεύεσαι προς την κουζίνα με βήμα που συναγωνίζεται και την πιο αργή χελώνα, ανάβεις την καφετιέρα, ετοιμάζεις καφέ,  ζεσταίνεις τα κρουασάν βουτύρου, ανοίγεις τον υπολογιστή και χαζεύεις εν τάχει τι συνέβη -ενώ εσύ κοιμόσουν- στον κόσμο. Πίνεις δυο γουλιές καφέ, τρως δυο μπουκιές κρουασάν, βάζεις τα ρούχα, κλείνεις την πόρτα.

Πορεύεσαι προς την καθιερωμένη στάση του λεωφορείου, αντικρίζεις στο ταμπλό την ένδειξη «2’», λες από μέσα σου «τέλεια, ίσα-ίσα το πρόλαβα και σήμερα», ψάχνεις να βρεις το εισιτήριο και συνειδητοποιείς ότι ξέχασες την ατζέντα σου.

Ξαναγυρνάς σπίτι, τη βλέπεις πάνω στο γραφείο, διαπιστώνεις ότι έχεις ξεχάσει και την απλίκα του καθιστικού ανοιχτή, σβήνεις το φως, κατεβαίνεις, κοιτάς το ταμπλό στη στάση και γράφει «28’». Νομίζεις ότι δεν είδες καλά μιας και η αντανάκλαση του ήλιου πέφτει μες τα μάτια σου και σε τυφλώνει, υποθέτεις ότι μάλλον θα λέει «8’» και το δύο θα το φαντάστηκες, αλλά… δεν είναι.

Και κάπως έτσι ξεκινάει η μέρα με τρέξιμο, αργοπορία και κυνήγι λεωφορείων. Προσπαθείς να ξεχάσεις όλη την πρωινή αναστάτωση και να συνεχίσεις χωρίς γκρίνιες και μεμψιμοιρία, μα έλα που είναι δύσκολο και θα σου εξηγήσω αμέσως τώρα γιατί.

Κατά τη διάρκεια του διαλείμματος που έχεις στη δουλειά, πριν ακόμα ξεκινήσετε το προγραμματισμένο «meeting» της Παρασκευής, παίρνεις την απόφαση να περάσεις από την τράπεζα να πληρώσεις εκείνο το ξενοδοχείο που κλείσατε για τις διακοπές σας στην Κίμωλο. Σκέφτεσαι δε θα σου πάρει πολύ, και σε πέντε λεπτά θα ‘σαι πίσω, αλλά πώς ήρθαν έτσι πάλι τα πράγματα και έφτασες καθυστερημένα, πραγματικά δεν μπορώ να το εξηγήσω.

Φτάνεις, ανοίγεις φουριόζος τη θύρα, περιμένεις να περάσεις τον τυπικό έλεγχο στο «εισέλθετε», μπαίνεις χωρίς να δίνεις στόχο κι αρπάζεις σχεδόν αστραπιαία το χαρτάκι με τη σειρά προτεραιότητας, το οποίο και γράφει πάνω «εκτιμώμενος χρόνος αναμονής: 40 λεπτά».  Ακούς αμέσως μετά τον υπεύθυνο του τμήματος να ανακοινώνει με σταθερή φωνή και ανάστημα που αποπνέει αυτοπεποίθηση ότι η τράπεζα κλείνει σε 10 λεπτά κι ότι θα εξυπηρετηθούν άλλα πέντε άτομα, μέσα στα οποία προφανώς και δε συμπεριλαμβάνεσαι εσύ!

Επιστρέφεις γεμάτος άγχος και ένταση στο γραφείο σου, κοιτάζεις το ρολόι σου, ίσα-ίσα πρόλαβες ακριβώς ένα λεπτό πριν αρχίσει το «meeting» , καλείς επιτακτικά και νευρικά το ασανσέρ, αλλά δυστυχώς αυτό δε δείχνει να κατεβαίνει. Ξεκινάς ένα ανηφορικό – οδοιπορικό με τα πόδια μέχρι τον έκτο όροφο, φτάνεις λαχανιασμένος έξω από την αίθουσα συσκέψεων, αλλά η πόρτα είναι κλειστή κι οι συνάδελφοι σου -μαζί και το αφεντικό σου- έχουν ήδη ξεκινήσει τη διάσκεψη.

Και τώρα; Τι έχεις να σχολιάσεις για όλα αυτά; Είναι μήπως Παρασκευή και 13 σήμερα; Όλα αυτά ξεκίνησαν από εκείνη την ατζέντα που ξέχασες σπίτι; Είναι που ξύπνησες με περίεργη διάθεση; Ή που προσπάθησες να χωρέσεις τόσα πολλά μέσα σε 24 μόνο ώρες;

Μήπως τελικά δεν τα πας και πολύ καλά με το χρόνο; Μπορεί να είσαι ο πιο οργανωτικός άνθρωπος του κόσμου, αλλά μήπως με τα ρολόγια βρίσκεστε σε αντίθετα στρατόπεδα εδώ και πολλά χρόνια;

Πάντως, όσο παράξενο και αν ακούγεται, οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι η αργοπορία μερικών ανθρώπων σχετίζεται με το DNA τους, καθώς σε αντίθεση με τους υπόλοιπους έχουν μία ιδιαίτερη σχέση με το χρόνο. Μάλιστα, ισχυρίζονται ότι τις περισσότερες φορές οι άνθρωποι που αργούν το κάνουν μόνιμα σε όλη τους τη ζωή και σχεδόν σε όλες τους τις δραστηριότητες.

Οι μελέτες, λοιπόν, δείχνουν πως ένα συγκεκριμένο τμήμα του εγκεφάλου σχετίζεται με την έννοια του χρόνου και τη συνέπεια ή όχι απέναντι σε αυτόν. Μάλιστα, αν σκεφτείς ότι υπάρχει μία κοινή – αντικειμενική ώρα που χρησιμοποιούν όλοι οι άνθρωποι σε κάθε γεωγραφική ζώνη, διαπιστώθηκε ότι όσοι αργούν μόνιμα συμπεριφέρονται σαν να βρίσκονται σε μια ζώνη με ώρα 45 λεπτά πίσω από την ώρα του τόπου στον οποίο μένουν στην πραγματικότητα.

Επίσης, μία άλλη μελέτη του Πανεπιστημίου του San Diego υποστηρίζει πως υπάρχουν δύο τύποι ανθρώπων, οι Β και οι Α. Οι άνθρωποι  «τύπου Α» είναι συνήθως ακριβείς, επειδή το «εγκεφαλικό» τους ρολόι υπολογίζει ότι ένα λεπτό έχει διάρκεια 58 δευτερόλεπτα. Για τους αργοπορημένους αυτού του κόσμου, ωστόσο,  δηλαδή τα άτομα  «τύπου Β» σύμφωνα με τη συγκεκριμένη έρευνα βρέθηκε ότι ένα λεπτό ισοδυναμεί με 77 (!) δευτερόλεπτα.

Βέβαια, για να σε κάνω να νιώσεις λίγο πιο άνετα, η έρευνα έδειξε ότι οι «αργοπορημένοι» είναι λιγότερο αγχώδεις και πιο χαλαροί τύποι, απολαμβάνουν περισσότερο τη ζωή και είναι πιο αισιόδοξοι.

Έτσι, αν κι εσύ θεωρείς τον εαυτό σου αδικαιολόγητο που δεν μπορείς ποτέ και πουθενά να είσαι στην ώρα σου ή αν ο κολλητός σου ή ο σύντροφός σου έρχεται μονίμως αργοπορημένος στα ραντεβού σας και προλαβαίνει τα πάντα στο «παρά πέντε», τότε ίσως το γεγονός ότι συμμετέχουν και νευρολογικές διεργασίες να σε βοηθήσει να τον δικαιολογήσεις λίγο, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι αποτελεί άλλοθι.

Πολλές φορές η υπερβολική σημασία που δίνεις στη λεπτομέρεια μπορεί να σε καθυστερήσει, ενώ άλλες φορές η πληθώρα υποχρεώσεων μέσα στη μέρα σου και η βαθιά σου θέληση να ικανοποιήσεις τους πάντες γύρω σου σε κάνουν να φαίνεσαι ασυνεπής, αποδιοργανωμένος, χαοτικός, καμιά φορά και άθελά σου αγενής απέναντι στους άλλους, επειδή τους έστησες.

 

Συντάκτης: Ειρήνη Μακρινού