

Αρχή της σχολικής χρονιάς. Οι δάσκαλοι μπαίνουν στη νέα τους τάξη. Αντικρίζουν 24 διαφορετικές φατσούλες. Άλλες με γαλάζια μάτια, άλλες με καστανά. Άλλες με μακριά μαλλιά, άλλες με κοντά. Άλλες με χαμόγελο, άλλες με αγωνία στο βλέμμα. Κάποιες φατσούλες μιλούν πολύ. Άλλες ντρέπονται. Άλλες πάλι κοιτούν συνεχώς έξω από το παράθυρο κι άλλες ζητούν να πάνε τουαλέτα κάθε 5 λεπτά. Κι αν έχουν κάποιες ομοιότητες, γιατί όλα παιδιά ίδιας ηλικίας είναι, οι διαφορές τους τα κάνουν να ξεχωρίζουν. Έτσι, οι δάσκαλοι μαθαίνουν γρήγορα ποιος είναι ποιος, παρά τα δικαιολογημένα λάθη των πρώτων ημερών που φωνάζουν δηλαδή Γιάννη τον Στέλιο.
Οι μαθητές αρχίζουν να γράφουν και να διαβάζουν. Λύνουν κι ασκήσεις μαθηματικών. Κι ένα παιδί όταν πρέπει να γράψει «3», γράφει «ε» αντ’ αυτού. Ένα άλλο όταν κάνει ανάγνωση διαβάζει μόνο την αρχή της λέξης και μαντεύει την υπόλοιπη. Κάποιο άλλο έχει ένα τετράδιο γεμάτο με ορθογραφικά λάθη. Κι ένας άλλος μαθητής δεν μπορεί να κάνει απλές πράξεις με το μυαλό. Βέβαια, είναι κι αυτοί οι μαθητές που διαβάζουν, γράφουν και λύνουν ασκήσεις χωρίς την παραμικρή δυσκολία. Όπως και να ‘χει, για τον δάσκαλο και οι μεν και οι δε την ίδια αξία έχουν και δεν τους ξεχωρίζει. Είναι απλώς διαφορετικοί μεταξύ τους. Γι’ αυτό και στον καθένα φέρεται ξεχωριστά, ώστε να καλύψει τις δικιές του ατομικές ανάγκες.
Κι οι γονείς έρχονται να μιλήσουν με τους δασκάλους. Άλλοι χαίρονται με αυτά που ακούν, άλλοι προβληματίζονται. Άλλοι συζητούν για ώρα κι άλλοι μόλις 5 λεπτά. Είναι κι ένας γονιός που κοιτά έκπληκτος τη δασκάλα.
«Δυσλεξία.»
«Λάθος κάνετε, το παιδί μου είναι μια χαρά.»
«Το παιδί σας είναι όντως μια χαρά, απλώς αντιμετωπίζει μια μαθησιακή δυσκολία.»
Ο γονιός γυρίζει σπίτι σκεπτικός. Ανοίγει την τσάντα του παιδιού. Παίρνει στα χέρια το τετράδιο της ορθογραφίας και το ξεφυλλίζει. Παντού ορθογραφικά λάθη. «Έλα εδώ», του φωνάζει. Για πες μου την ανάγνωση που έχεις για αύριο.
Το παιδί διαβάζει. Κομπιάζει σχεδόν σε κάθε λέξη. Το κοιτά και ρωτά.
«Ποιος είναι ο καλύτερος στην ανάγνωση στην τάξη;»
«Η Αλίκη νομίζω. Είναι πολύ καλή μαθήτρια.»
«Θα γίνεις καλύτερος από την Αλίκη. Πιο έξυπνη είναι από σένα;»
Και συνεχίζουν την ανάγνωση.
Και κάπως έτσι συνέβη ένα ολέθριο λάθος. Ο γονιός συνέκρινε το παιδί του με ένα άλλο νομίζοντας πως θα του δώσει κίνητρο. Το πιο πιθανό είναι πως αντί γι’ αυτό κατάφερε να το μειώσει, να του ρίξει την αυτοπεποίθηση και να το γεμίσει άγχος. Και ποια η σκέψη του παιδιού; «Ο μπαμπάς θεωρεί καλύτερη την Αλίκη από μένα». «Η μαμά πιστεύει πως δεν είμαι καλός μαθητής». Κι οι σκέψεις αυτές πληγώνουν. Και ίσως μένουν στο μυαλό του για πολύ καιρό. Ακόμα κι όταν δε θα ‘ναι πια παιδί.
Κίνητρο στο παιδί θα δώσει η επιβράβευση. Επιβράβευση για καθετί που καταφέρνει έστω και μικρό. Κίνητρο θα δώσει η ενθάρρυνση. «Τα πας πολύ καλά», «Μπράβο». Κίνητρο θα δώσει η αναγνώριση της αξίας του και της διαφορετικότητάς του. Είναι ένα ξεχωριστό παιδί και η σύγκριση με άλλα είναι απλώς άτοπη. Όπως δε θα συγκρίναμε εντελώς ανόμοια πράγματα μεταξύ τους, έτσι δεν έχει κανένα απολύτως νόημα να συγκρίνουμε και δυο εντελώς διαφορετικούς ανθρώπους.
Οι δάσκαλοι είναι εκεί για να διαχειριστούν όλες αυτές τις δυσκολίες που ο γονιός ίσως θεωρήσει ελάττωμα χωρίς να είναι. Το παιδί δεν υστερεί πουθενά σε σχέση με τα υπόλοιπα. Δεν είναι λιγότερο έξυπνο ή λιγότερο ικανό ούτε χρειάζεται να φτάσει και να ξεπεράσει κάποιο άλλο παιδί. Είναι απλώς διαφορετικό. Οι δάσκαλοι είναι σύμβουλοι και συνεργάτες των γονιών, γιατί και οι δυο έχουν τον ίδιο στόχο, το καλό του παιδιού. Και θα τον πετύχουν. Μια δυσκολία δεν κάνει το παιδί ανίκανο, το κάνει απλώς διαφορετικό.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου